Κωστής Χατζηδάκης

Generic selectors
Exact matches only
Search in title
Search in content
Post Type Selectors

30 φορές πάνω οι θάνατοι από ναρκωτικά στην χώρα μας σε σχέση με το 1985. Απάντηση Κομισιόν

30 φορές περισσότεροι ήταν οι θάνατοι από ναρκωτικά στην χώρα μας σε σχέση με το 1985. Αυτό προκύπτει από την απάντηση του αρμόδιου Επιτρόπου κ. Μπύρν σε ερώτηση του ευρωβουλευτή της Νέας Δημοκρατίας κ. Κωστή Χατζηδάκη. Εξίσου, όμως, εντυπωσιακή είναι η αύξηση των θανάτων από ναρκωτικά και στα υπόλοιπα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέθεσε η Κομισιόν στον κ. Χατζηδάκη (Πίνακας 1).


Συγκεκριμένα, ενώ οι θάνατοι που δηλώθηκε επισήμως ότι οφείλονται σε ναρκωτικά στην Ελλάδα ήταν 10 το 1985, το 2000 ήταν 303. Σε απόλυτους αριθμούς το πρόβλημα εμφανίζεται εντονότερο στη Μ. Βρετανία με 3.495 θανάτους το 2000 και στη Γερμανία με 2.030 θανάτους τον ίδιο χρόνο. Σύμφωνα με τον πίνακα του Ευρωπαϊκού Κέντρου Παρακολούθησης των Ναρκωτικών, η Ελλάδα παρουσιάζει το 2000 σε σχέση με το 1985 τη μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση θανάτων από ναρκωτικά, ακολουθούμενη από το Λουξεμβούργο και την Πορτογαλία.


Στην απάντησή του ο κ. Μπύρν τονίζει ότι : «κάθε χρόνο αναφέρονται συνολικά 7000 έως 8000 θάνατοι που οφείλονται σε βαριά ναρκωτικά στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όμως ο πραγματικός αριθμός των περιπτώσεων είναι μάλλον υψηλότερος». Ως πιο συχνή αιτία θανάτων από ναρκωτικά σε ευρωπαϊκό επίπεδο αναφέρεται η υπερβολική δόση παραγώγων του οπίου, παρόλο που η παρουσία πρόσθετων ουσιών είναι συχνή. Η θνησιμότητα των ναρκομανών που καταναλώνουν παράγωγα του οπίου, ιδιαίτερα με ένεση, είναι 20 φορές υψηλότερη από εκείνη του όλου πληθυσμού της ίδιας ηλικίας, λόγω μεταδοτικών νόσων, ατυχημάτων, αυτοκτονιών κλπ. Στην συνέχεια της απάντησης, ο αρμόδιος Επίτροπος επισημαίνει ότι είναι ανησυχητικό το γεγονός ότι σε ορισμένα κράτη μέλη αναφέρονται πρόσφατα νέες αυξήσεις μετά από μια περίοδο σταθεροποίησης ή μείωσης.


Ο κ. Μπύρν στην απάντησή του προς τον κ. Χατζηδάκη σημειώνει επίσης ότι τα στοιχεία φτάνουν μόνο μέχρι το έτος 2000 λόγω μεγάλης καθυστέρησης που υπάρχει μεταξύ της συλλογής των εθνικών δεδομένων και της ανάλυσής τους. Σημειώνει επίσης ότι τα δεδομένα αυτά από τις διάφορες χώρες δεν μπορεί πάντοτε να είναι απευθείας συγκρίσιμα κι ότι χρειάζεται προσπάθεια τόσο από τα κράτη μέλη όσο και από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Παρακολούθησης των Ναρκωτικών, για να γίνει κάτι τέτοιο κατορθωτό και τα στοιχεία να είναι περισσότερο αξιόπιστα.




Μετάβαση στο περιεχόμενο