Κωστής Χατζηδάκης

Generic selectors
Exact matches only
Search in title
Search in content
Post Type Selectors

Αδιαφορούμε για την κατάρτιση, αυξάνουμε την ανεργία – Περιοδικό Account

Οι αλλαγές στην τεχνολογία είναι ταχύτατες. Οι απαιτήσεις της αγοράς εργασίας αλλάζουν συνεχώς. Η μετάβαση στην κοινωνία των πληροφοριών είναι προ των πυλών. Όλα αυτά οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η επαγγελματική κατάρτιση και η επανακατάρτιση αποτελούν μια από τις καλύτερες απαντήσεις στη μάστιγα της ανεργίας. Γι’αυτό και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Εσσης (τέλη ’94) ανέδειξε το θέμα της κατάρτισης ως ένα από τα πέντε βασικά σημεία για την αύξηση της απασχόλησης.


Στον τομέα της επαγγελματικής κατάρτισης συνυπάρχουν δύο βασικές σχολές – γερμανική και ιαπωνική – χωρίς βεβαίως καμμιά απ’αυτές να διεκδικεί τα ιδανικά αποτελέσματα. Κατά την πρώτη απ’αυτές τις σχολές, η θεμελιώδεις τεχνικές γνώσεις των μελλοντικών εργαζομένων πρέπει να παρασχεθούν κατά τρόπο προγραμματισμένο στη μέση εκπαίδευση και, στη συνέχεια, η επιχείρηση να προσφέρει τη στενή εξειδίκευση.


Κατά τη δεύτερη βασική σχολή, την Ιαπωνική, είναι προτιμότερο ο εργαζόμενος να εισέλθει στην επιχείρηση “λευκός πίνακας” (Tabula Rasa) από πλευράς τεχνικών γνώσεων, τις οποίες να αποκτήσει μέσα από τη συγκεκριμένη παραγωγική διαδικασία και σε συνθήκες συνεχιζόμενης κατάρτισης. Στο ζήτημα αυτό θα επανέλθουμε στη συνέχεια, αλλά αξίζει να υπογραμμιστεί ότι κοινός παρονομαστής, πάντως, αμφότερων των σχολών είναι η επιδίωξη ο εργαζόμενος να προσεγγίσει τη μέγιστη δυνατή ανταπόκριση στις απαιτήσεις της συγκεκριμένης θέσης εργασίας το συντομότερο δυνατό.


Σε γενικές γραμμές θα λέγαμε ότι το ευρωπαϊκό μοντέλο βρίσκεται πιο κοντά στη γερμανική σχολή, με έμφαση στην προκαταρκτική κατάρτιση των νέων εργαζομένων στα πλαίσια της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποδίδει στο θέμα της επαγγελματικής κατάρτισης μεγάλη σημασία και αυτό αποτυπώνεται στη φιλόδοξη πολιτική της μέσω του προγράμματος πλαισίου Leonardo da Vinci. Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι από την ίδρυσή του η βασική αποστολή του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου είναι η χρηματοδότηση της επαγγελματικής κατάρτισης.



Ποιά είναι η θέση της Ελλάδας;


Με την ανεργία να καλπάζει στην Ευρώπη σε επίπεδα ρεκόρ για τη μεταπολεμική ιστορία της Γηραιάς Ηπείρου και με την Ελλάδα να προσεγγίζει το μέσο κοινοτικό όρο (ο μοναδικός δείκτης, στον οποίον συγκλίνουμε με τα άλλα κράτη μέλη), οφείλουμε να αναζητήσουμε τα βαθύτερα αίτια των προβλημάτων. Θα ήταν απλουστευτικό να πει κανείς ότι για την αυξανόμενη ανεργία στη χώρα ευθύνεται μόνο η ανικανότητα της κυβέρνησης να απορροφήσει τα σχετικά κονδύλια του ΕΚΤ. Οι λόγοι για την ανεργία είναι πολλοί (ανεπάρκεια υποδομών, δυσκαμψίες της αγοράς εργασίας, κρίση των δημόσιων οικονομικών, μεγάλο μέγεθος του δημοσίου κ.ο.κ.), αλλά επιβάλλεται να τονίσουμε ότι η απασχόληση στην Ελλάδα- και, αντίστοιχα, η ανεργία – σχετίζονται άμεσα με την επαγγελματική κατάρτιση του εργατικού δυναμικού.


Τί πρέπει να γίνει


1. Είναι καιρός πια να εξετάσουμε σοβαρά την ανάγκη στενής σύνδεσης της μέσης και ανώτατης εκπαίδευσης με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Η διαπίστωση αυτή ίσως δεν ηχούσε ευχάριστα μέχρι πριν λίγα χρόνια, ιδίως στην ιδεολογική “αρένα” της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, αλλά ενισχύεται ολοένα και περισσότερο από την ίδια την πραγματικότητα. Σήμερα ακόμα και από την αριστερά, που κάποτε πολεμούσε το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα COMMET (για την σύνδεση Πανεπιστημίων-Επιχειρήσεων), αναγνωρίζεται η ανάγκη οι φοιτητές και οι σπουδαστές να μπορούν να έρχονται σε επαφή κατά τη διάρκεια των σπουδών τους με το αυριανό τους επάγγελμα. Χρειάζεται λοιπόν ουσιαστική ενίσχυση των δεσμών Πανεπιστημίων και ΤΕΙ από τη μία και επιχειρήσεων από την άλλη.


Ιδιαίτερο ρόλο θα μπορούσαν να παίξουν τα λεγόμενα “γραφεία σταδιοδρομίας” ή “γραφεία διασύνδεσης”, που υπάρχουν σήμερα σε πολλά Πανεπιστήμια, η δραστηριότητα των οποίων επικεντρώνεται αποκλειστικά στην εξεύρεση εργασίας για τους τελειόφοιτους. Θα ήταν σκόπιμο, όμως, αυτά τα γραφεία “συνοικεσίων” (match-making services) να αναβαθμιστούν σε κόμβους αμφίδρομης επικοινωνίας πανεπιστημίου-επιχειρήσεων και, μάλιστα, καθ’όλη τη διάρκεια των σπουδών, συμβάλλοντας μ’αυτόν τον τρόπο στην έγκαιρη εναρμόνιση της εκπαίδευσης στη ζήτηση επαγγελματικών προσόντων στην αγορά εργασίας.


Παρόμοιες προσπάθειες θα μπορούσαν να καταβληθούν και στη μέση εκπαίδευση, χωρίς βεβαίως να παραγνωρίζουμε τις ανάγκες για σφαιρικότερη μόρφωση που καλούνται να δεχθούν οι μαθητές στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ωστόσο, τα τεχνικά λύκεια είναι ένας κατάλληλος κρίκος σύνδεσης μεταξύ της αγοράς εργασίας και της προσφοράς των αντίστοιχων τεχνικών γνώσεων. Ο σημερινός τους ρόλος χρειάζεται άμεση επανεξέταση.


2. Όλος ο παραπάνω προβληματισμός οδηγεί σε μια αδήριτη πραγματικότητα – ότι δηλαδή χρειάζονται τολμηρές τομές στην εκπαίδευση σε μια εποχή ραγδαίας αναδιάρθρωσης της αγοράς εργασίας, με την είσοδο νέων τεχνολογιών και την απαραίτητη πλέον γνώση ξένων γλωσσών. Η προώθηση της εκμάθησης ξένων γλωσσών είναι βασική απαίτηση της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς και βασική επιδίωξη της Κομισιόν. Καθίσταται επιτακτικός, επίσης, ο αποτελεσματικότερος επαγγελματικός προσανατολισμός με την έννοια ότι, στο βαθμό του δυνατού, οφείλουμε να προλαμβάνουμε την μελλοντική ζήτηση προσόντων με την κατάρτιση σήμερα. Ειδάλλως, θα διαιωνίζεται το πρόβλημα να έχουμε πλεόνασμα ειδικοτήτων χαμηλής ζήτησης και ταυτόχρονα ανεπαρκές εργατικό δυναμικό σε αναδυόμενους τομείς υψηλής εξειδίκευσης.


3. Περνώντας από τον προγραμματισμό στην ίδια την επαγγελματική κατάρτιση, αναγκάζομαι εκ των πραγμάτων να σταθώ για άλλη μια φορά στις ιδιαιτερότητες της ελληνικής πραγματικότητας – από ανεκδοτολογικές έως και σκανδαλώδεις. Διότι πώς αλλιώς μπορούν να χαρακτηριστούν τα κρούσματα ψευδοκατάρτισης, οι αλλεπάλληλες πιστοποιήσεις των ΚΕΚ και, τελικά, το “πάγωμα” των κοινοτικών πόρων για την κατάρτιση από την Κομισιόν, τα ΚΕΚ “φαντάσματα”, σε συνδυασμό με την κακοδιαχείριση των “απορροφηθέντων” πόρων;


Πώς αλλιώς να εξηγήσει κανείς και την αδιαφορία των ίδιων των καταρτιζομένων, οι οποίοι συχνά στερούνται κινήτρων επαγγελματικής βελτίωσης. Να οφείλεται άραγε στην διάχυτη υποψία ότι οι προσλήψεις απαιτούν, κυρίως στο Δημόσιο, “μπάρμπα στην Κορώνη”; Μια βασική παράμετρος της κατάρτισης είναι το στοιχείο της αυτενέργειας, η οποία εκδηλώνεται και ενισχύεται μονάχα σε κλίμα αξιοκρατίας και αξιοπιστίας του συστήματος.


4. Τέλος, θα πρέπει να καταρρίψουμε και έναν από τους πιο ανθεκτικούς “μύθους” της αγοράς εργασίας – το μύθο της μόνιμης και διά βίου ειδικότητας. Οι ραγδαίες αλλαγές στις οικονομικές δομές του σήμερα, αλλά κυρίως του αύριο, επιβάλλουν τις συνεχείς μεταβολές που θα χαρακτηρίζουν ολοένα και περισσότερο τη σύγχρονη αγορά εργασίας. Οι εξελίξεις αυτές, με τη σειρά τους, καθιστούν αναγκαία τη “διά βίου κατάρτιση” των εργαζομένων και τη μετεκπαίδευσή τους σε περίπτωση απώλειας της εργασία τους. Το θέμα της μετεκπαίδευσης είναι ιδιαίτερα επίκαιρο σήμερα στους πληγέντες κλάδους της ελληνικής οικονομίας – π.χ. κλωστοϋφαντουργία, ναυπηγεία, γεωργία, κ.ά. Κι αυτό ακριβώς αποδεικνύει τη στενή σχέση ανάμεσα στην επαγγελματική κατάρτιση και την καταπολέμηση της ανεργίας.


Όλες αυτές οι σκέψεις – όχι απαραίτητα ευχάριστες – κατατείνουν στο συμπέρασμα ότι η επαγγελματική κατάρτιση στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται από την απουσία μιας συνεκτικής φιλοσοφίας, γεγονός με πολλαπλές επιπτώσεις στην εγχώρια αγορά εργασίας. Θέλω να πιστεύω, όμως, ότι τα παθήματα γίνονται μαθήματα και ευελπιστώ πάντα ότι η νεολαία αυτής της χώρας θα έχει τη δυνατότητα να εξοπλίζεται με τα απαραίτητα εφόδια, για να διεκδικήσει με αξιώσεις την εργασία και την επαγγελματική σταδιοδρομία.




Μετάβαση στο περιεχόμενο