Στη Γερμανία οι εκλογές ανέδειξαν εκ νέου με οριακή πλειοψηφία το σημερινό κυβερνητικό συνασπισμό κομμάτων. Τι σηματοδοτεί αυτή η εξέλιξη για τις ισορροπίες εντός της Ε.Ε; Μετά το αποτέλεσμα και της Σουηδίας βλέπετε ότι πνέει και πάλι ο αέρας της Κεντροαριστεράς στην Ευρώπη;
Δεν υπήρξα ποτέ οπαδός της θεωρίας των ‘‘ρευμάτων’’. Είτε μιλάμε για ‘‘ρεύμα’’ της κεντροδεξιάς, είτε μιλάμε για ‘‘ρεύμα’’ της κεντροαριστεράς. Τα εκλογικά αποτελέσματα σε γειτονικές χώρες μπορεί να έχουν μια οριακή επίπτωση στο βαθμό που γίνεται εκμετάλευσή τους από τα ομοειδή κόμματα μιας άλλης χώρας. Ωστόσο, δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι οι ψηφοφόροι ψηφίζουν με βάση το εσωτερικό πολιτικό σκηνικό. Με βάση την ικανοποίηση τους από την εκάστοτε κυβέρνηση και την εκάστοτε αντιπολίτευση. Με βάση την κόπωση τους από τους κυβερνώντες. Με βάση την κατάσταση της οικονομίας και άλλων ζητημάτων που τους απασχολούν. Θέλω, όμως, να επισημάνω, για όποια αξία έχει, ότι σε ευρωπαϊκό επίπεδο αυτή την στιγμή έχουμε δέκα κεντροδεξιές και μόνο πέντε κεντροαριστερές κυβερνήσεις.
Το αποτέλεσμα των γερμανικών εκλογών ήταν οριακό. Ταυτόχρονα οι ποιοτικές αναλύσεις έδειξαν ότι οι προσεγγίσεις των δύο μεγαλύτερων κομμάτων είναι μεγάλες, όπως πολλές είναι και οι μετακινήσεις των ψηφοφόρων μεταξύ των σοσιαλδημοκρατών και των χριστιανοδημοκρατών. Έχουν ξεπεραστεί πια οι διαχωριστικές γραμμές;
Χωρίς καμία αμφιβολία οι αποστάσεις των κομμάτων έχουν ελαττωθεί σε σχέση με το παρελθόν. Αν κοιτάξουμε πίσω στην δεκαετία του ’80, θα δούμε ότι οι διαφορές μεταξύ των μεγάλων παρατάξεων ήταν περισσότερες. Ωστόσο, την ίδια στιγμή οποιοσδήποτε ειλικρινής πολιτικός παρατηρητής, δεν μπορεί παρά να σημειώσει ότι έχουμε ταυτόχρονα και μια μετατόπιση του πολιτικού σκηνικού προς τα δεξιά. Ανεξάρτητα, δηλαδή, αν κερδίζουν κόμματα της κεντροαριστεράς ή της κεντροδεξιάς το πολιτικό παιχνίδι παίζεται στο γήπεδο αυτού που παλιότερα είχαμε συνηθίσει να θεωρούμε ως κεντροδεξιά. Και αυτό συνιστά ως ένα βαθμό –τηρουμένων πάντα των αναλογιών- μια ‘‘αμερικανοποιήση’’ του ευρωπαϊκού πολιτικού μοντέλου.
Η αντιμετώπιση της οικονομικής ύφεσης αποδεικνύεται σε μεγάλο πρόβλημα και για τη Γερμανία, αλλά και για την Ευρώπη συνολικότερα. Τα δεδομένα μάλιστα πιθανώς να χειροτερέψουν μετά την επέμβαση των ΗΠΑ στο Ιράκ. Υπάρχει φως στο τούνελ;
Η διεθνής οικονομία, προφανώς, βρίσκεται σε μια δύσκολη καμπή. Μια αμερικανική επέμβαση στο Ιράκ, ακόμη και αν είναι σύντομης διάρκειας, θα προκαλέσει περαιτέρω τριγμούς. Και αυτό θα γίνει αισθητό τόσο στις τιμές του πετρελαίου, όσο και γενικότερα. Ωστόσο, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η διεθνής οικονομία κάνει κύκλους. Αυτό σημαίνει ότι μέσομακροπρόθεσμα η μεγέθυνση της ‘‘παγκόσμιας πίττας’’, που είναι μια λογική και φυσιολογική εξέλιξη σε βάθος χρόνου, δεν μπορεί παρά να έχει μια θετική επίπτωση στα οικονομικά και των χωρών και των πολιτών. Η παρατήρηση αυτή, βεβαίως, δεν σημαίνει ότι η εν λόγω εξέλιξη θα λάβει χώρα αύριο το πρωί. Και η οικονομική κρίση, χωρίς αμφιβολία, θα μας απασχολήσει για κάποιο χρονικό διάστημα.
Τι επιπτώσεις θα έχει το εκλογικό αποτέλεσμα της Γερμανίας στην υπόθεση της διεύρυνσης της Ε.Ε και ειδικότερα στην ένταξη της Κύπρου;
Η επανεκλογή του ίδιου κυβερνητικού συνασπισμού προφανώς δεν αλλάζει τα πράγματα. Και θα προχωρήσουμε έτσι όπως ήταν αποφασισμένο να προχωρήσουμε. Ωστόσο, και μια εκλογή της άλλης πλευράς δεν θα άλλαζε απολύτως τίποτα. Και τούτο, διότι αφενός οι χριστιανοδημοκράτες έχουν τοποθετηθεί ανοιχτά υπέρ της εντάξεως της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση και δεύτερον όσον αφορά την ένταξη της Τουρκίας, καίτοι φραστικά έχουν μια διαφοροποίηση και φαίνονται σκληρότεροι των σοσιαλιστών απέναντι μιας ενταξιακής προοπτικής της Τουρκίας, στην πραγματικότητα εάν εκλέγονταν κυβέρνηση, πεποίθηση μου είναι ότι η γερμανική πολιτική δεν επρόκειτο να αλλάξει. Εν πάσει περιπτώσει, η ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχει πάρει τον δρόμο της και θα εκπλαγώ αν η Κύπρος δεν γίνει μέλος της Ευρωπαϊκής οικογένειας.