“Χρειαζόμαστε ένα μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα που θα φτιαχτεί από εμάς και θα αποτελεί ιδιοκτησία μας”, τόνισε ο Κωστής Χατζηδάκης στην ομιλία του στο συνέδριο που διοργάνωσε το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής με θέμα: “Κρίση-Μεταρρυθμίσεις-Ανάπτυξη”.
“Στον πυρήνα αυτού του προγράμματος”, συνέχισε ο Κωστής Χατζηδάκης, “οφείλει να είναι η λογική «λιγότεροι φόροι – λιγότερες δαπάνες-λιγότερη γραφειοκρατία». Ένα τέτοιο μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα θα στείλει παντού το μήνυμα ότι είμαστε αποφασισμένοι να αφήσουμε οριστικά πίσω τις ιδεοληψίες και τις πρακτικές του παρελθόντος και να γίνουμε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα. Μια χώρα που δεν είναι έρμαιο των δυνάμεων της ακινησίας, αλλά προχωράει μπροστά, υιοθετώντας καλές ευρωπαϊκές πρακτικές και προσφέροντας ευκαιρίες στις δημιουργικές δυνάμεις του τόπου να αναπτύξουν τα ανταγωνιστικά τους πλεονεκτήματα και να δημιουργήσουν πλούτο και ποιοτικές θέσεις εργασίας”.
Ομιλίας του Αντιπροέδρου της ΝΔ Κωστή Χατζηδάκη
στο συνέδριο του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής
με θέμα «Κρίση – Μεταρρυθμίσεις – Ανάπτυξη»
Κυρίες και κύριοι,
Τα δύο βασικότερα προβλήματα του τόπου, η ανεργία και το ασφαλιστικό, έχουν μία απάντηση: Τις ιδιωτικές επενδύσεις.
Η διαπίστωση αυτή δεν εδράζεται σε κάποιου είδους ιδεολογική προτίμηση. Εδράζεται στην πραγματικότητα. Η χώρα μας έχει ανάγκη από επενδύσεις που υπολογίζονται, από διάφορες μελέτες, περίπου στα 100 δις για την επόμενη πενταετία. Αυτά τα χρήματα, το δημόσιο, πολύ απλά, δεν τα έχει ούτε κατά προσέγγιση! Ολόκληρο το ΕΣΠΑ, άλλωστε, ανέρχεται στα 20 δις., ενώ οι απευθείας επιχορηγήσεις από τον επενδυτικό νόμο φτάνουν μόλις τα 500 εκατομμύρια. Η ουσία, λοιπόν, δεν είναι αν προτιμάμε ή όχι να βγούμε από την κρίση βασισμένοι σε πολιτικές ενίσχυσης της ζήτησης. Η ουσία είναι ότι δεν υπάρχουν οι πόροι για να στηριχθεί η ανάκαμψη σε τέτοιου είδους πολιτικές.
Είναι ξεκάθαρο, λοιπόν, ότι η έξοδος από την κρίση και η επιστροφή στην ανάπτυξη θα κριθεί από την ικανότητά μας να κινητοποιήσουμε ιδιωτικές επενδύσεις. Σήμερα, δυστυχώς, βλέπουμε πως οι επενδύσεις έχουν πέσει σε χαμηλό 20ετίας, κάτι που είναι εξαιρετικά αρνητικό για την προοπτική της οικονομίας. Πώς θα καταφέρουμε, λοιπόν, να αντιστρέψουμε αυτή την κατάσταση και να βοηθήσουμε τη χώρα μας να μπει σε αναπτυξιακή τροχιά;
1. Η πρώτη προϋπόθεση είναι να αποκαταστήσουμε το κλίμα εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία. Η παραμονή της χώρας στο ευρώ εξασφαλίζει, φυσικά, έναν βαθμό εμπιστοσύνης, όμως δεν αρκεί. Πρέπει οι κυβερνήσεις της χώρας να δείξουν εμπράκτως ότι πιστεύουν στις ιδιωτικές επενδύσεις και την επιχειρηματικότητα και ότι είναι διατεθειμένες να προωθήσουν τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις προς αυτή την κατεύθυνση.
2. Η δεύτερη προϋπόθεση είναι να αποκατασταθεί η ομαλή λειτουργία του τραπεζικού τομέα, ώστε να ξεκινήσουν οι τράπεζες να διοχετεύουν και πάλι ρευστότητα στην οικονομία. Για να γίνει αυτό, οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε δραστικά το πρόβλημα των κόκκινων δανείων, προωθώντας, μεταξύ άλλων, μια σειρά από κίνητρα και κυρώσεις για τις τράπεζες, που θα τις ωθούν να προχωρήσουν σε γρήγορη διευθέτηση του ζητήματος. Μόνο έτσι θα απελευθερωθούν πόροι που θα κατευθυνθούν στη δανειοδότηση υγιών επιχειρήσεων που θα δημιουργήσουν πλούτο και θέσεις εργασίας. Η Νέα Δημοκρατία έχει καταθέσει, από τον περασμένο Οκτώβριο, λεπτομερή πρόταση προς αυτή την κατεύθυνση. Δυστυχώς, το θέμα έχει οξυνθεί την τελευταία διετία μετά από τη σταθεροποίηση του 2014, ενώ παρατηρείται περαιτέρω έξαρση τους πρώτους μήνες του 2017.
3. Τρίτον, πρέπει να προχωρήσουμε στην ταχεία προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων οι οποίες θα συμβάλουν, μεταξύ άλλων, στο να εισρεύσουν στη χώρα ιδιωτικά κεφάλαια, να μεταφερθεί η τεχνογνωσία διεθνών εταιριών, και να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας. Σήμερα παρατηρούμε πως, παρ’ ότι η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί θεωρητικά στην προώθηση ιδιωτικοποιήσεων, μια σειρά από εμπόδια ορθώνονται με μεγάλη συχνότητα, στέλνοντας στην επενδυτική κοινότητα τα αντίθετα μηνύματα. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι το παλιό αεροδρόμιο του Ελληνικού, όπου αφού ο νόμος πέρασε σχεδόν πανηγυρικά τον περασμένο Σεπτέμβριο, αλλεπάλληλα προβλήματα και ενστάσεις καθυστερούν απαράδεκτα την έναρξη των σχετικών διαδικασιών.
4. Τέταρτον, είναι σημαντικό να υπάρχει ένα σταθερό φορολογικό περιβάλλον, ώστε οι επενδυτές να μη νιώθουν αβεβαιότητα για το μέλλον και να μπορέσουν να προχωρήσουν σε μακροπρόθεσμες επενδύσεις μεγάλης κλίμακας. Παράλληλα, είναι απαραίτητη η ύπαρξη ευνοϊκού φορολογικού πλαισίου, το οποίο θα καταστήσει τη χώρα μας ελκυστικό επενδυτικό προορισμό. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει παρουσιάσει τις προτάσεις του κόμματός μας για μείωση του συντελεστή φορολογίας επιχειρήσεων από 29% σε 20%. Παράλληλα, έχει μιλήσει για αύξηση των αποσβέσεων στις νέες επενδύσεις παγίων σε ποσοστό μέχρι 200%, ενώ έχει παρουσιάσει και μια σειρά από πρόσθετα φορολογικά κίνητρα, όπως τη μείωση φορολογίας κατά 2% για τις επιχειρήσεις που απασχολούν τουλάχιστον 50 εργαζόμενους και αυξάνουν τις θέσεις εργασίας κατά 10%, καθώς φορολογικές εκπτώσεις για τα επιχειρηματικά σχήματα που στηρίζουν start–up επιχειρήσεις
5. Πέμπτον, πρέπει να προχωρήσουμε στην υιοθέτηση διαρθρωτικών αλλαγών που θα ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας, συμβάλλοντας στη στήριξη της επιχειρηματικότητας και στην προσέλκυση επενδύσεων.
Τι προτείνει η Νέα Δημοκρατία σε αυτό το πλαίσιο; Παρουσιάζω, ενδεικτικά, τρεις:
- Προτείνουμε να καθιερωθεί η γνωμοδότηση της Επιτροπής Ανταγωνισμού πριν από νομοσχέδια και τροπολογίες που αφορούν την αγορά, ώστε να αποτραπεί η εισαγωγή διατάξεων που δημιουργούν εμπόδια για τον ανταγωνισμό, πλήττοντας καταναλωτές και υγιείς επιχειρήσεις.
- Προτείνουμε, επίσης, ένα άνοιγμα στη silvereconomy, προσφέροντας κίνητρα σε συνταξιούχους από άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ προκειμένου να αγοράσουν κατοικίες και να γίνουν φορολογικοί κάτοικοι της χώρας μας. Με αυτόν τον τρόπο θα ενισχύσουμε τον τουρισμό και την αγορά ακινήτων, αλλά και θα αυξήσουμε τα φορολογικά έσοδα.
- Στην παιδεία έχουμε προτείνει την ίδρυση ξενόγλωσσων προπτυχιακών και μεταπτυχιακών προγραμμάτων στα πανεπιστήμια μας, με στόχο την ανάδειξη της Ελλάδας σε εκπαιδευτικό κέντρο. Υπάρχουν πολλά αντικείμενα στα οποία μπορούμε να προσελκύσουμε φοιτητές από όλο τον κόσμο, αξιοποιώντας έτσι το επιστημονικό μας προσωπικό και εξασφαλί&