Κωστής Χατζηδάκης

Generic selectors
Exact matches only
Search in title
Search in content
Post Type Selectors

Δ ΚΠΣ: Μεγάλες Ευκαιρίες για τις νέες χώρες-μέλη, τελευταία για την Ελλάδα. Άρθρο στο περιοδικό Διεθνής και Ευρωπαική Πολιτική.

Το 2004 υπήρξε μια καθοριστική χρονιά για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Πέρα από την υπογραφή της Συνθήκης για τη θέσπιση του Συντάγματος της Ευρώπης, η ένταξη των 10 καινούριων κρατών-μελών σηματοδότησε το τέλος της μέχρι τότε γνωστής ΕΕ και αποδείχθηκε καταλύτης για το μέλλον της. Η περιφερειακή πολιτική είναι μια από τις πολιτικές που επηρεάστηκαν περισσότερο από τη διεύρυνση, δεδομένου ότι πολλά από τα κράτη-μέλη είναι λιγότερο οικονομικά αναπτυγμένα συγκριτικά με τα παλαιότερα κράτη-μέλη. Συνεπώς η Ε.Ε., για να διασφαλίσει την ομαλή μετάβαση των “νεοφερμένων” χωρών στην κοινή αγορά, αποφάσισε να διοχετεύσει σε αυτές ένα μεγάλο μέρος του προϋπολογισμού του τέταρτου κοινοτικού πλαισίου στήριξης
(Δ ΚΠΣ). Η καινούρια αυτή πραγματικότητα προκάλεσε καταρχήν φόβους στην Ελλάδα, καθώς από το 1989 μέχρι το 2006 συγκαταλεγόμασταν μέσα στις τέσσερις χώρες που λάμβαναν το μεγαλύτερο κομμάτι της πίτας των χρηματοδοτήσεων των διαρθρωτικών ταμείων. Όμως τα πράγματα μπορούν να εξελιχθούν καλά για όλους. Και για τα νέα κράτη-μέλη και για μας. Αρκεί να αξιοποιήσουμε τις ευκαιρίες. Ας το δούμε όμως από την αρχή.

Ο σκοπός της Ευρωπαϊκής Περιφερειακής Πολιτικής δε ήταν ποτέ -όπως κάποιοι νομίζουν- να αντικαταστήσει την κρατική χρηματοδότηση. Ήταν να δράσει συμπληρωματικά στους εθνικούς πόρους. Όταν το 1957 μπήκαν τα θεμέλια για τη δημιουργία της περιφερειακής πολιτικής με τη δημιουργία του
Ευρωπαϊκού Ταμείου Περιφερειακής Πολιτικής, ο προϋπολογισμός ανερχόταν σε λίγο λιγότερο από
2,5 δις ΕCU. Με το πέρασμα των χρόνων, η επέκταση της Ε.Ε. και η αλλαγή των πρωταρχικών της στόχων, μετέβαλλαν το περιεχόμενο της και αύξησαν σημαντικότατα τον προϋπολογισμό της. Η είσοδος της Ελλάδας και αργότερα της Ισπανίας και της Πορτογαλίας στην Ε.Ε., η δημιουργία της κοινής αγοράς, η υιοθέτηση
του Ευρώ είναι κάποια από τα γεγονότα τα οποία επηρέασαν την πορεία της περιφερειακής πολιτικής.

Η περιφερειακή πολιτική είναι πια ένα από τα βασικά εργαλεία για τη δημιουργία μιας πολιτικής αλληλεγγύης και συνοχής μεταξύ των περιφερειών της Ευρώπης. Σε ένα κόσμο που αλλάζει μέρα με τη μέρα, που η έρευνα και τα τεχνολογικά επιτεύγματα παίζουν τόσο βασικό ρόλο, η περιφερειακή πολιτική δρα ως “μαξιλάρι βοήθειας” για τις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες. Σε περιφερειακό επίπεδο βοηθά στη μείωση των ανισοτήτων ανάπτυξης καθώς και στην εξομοίωση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών, παράσχει βοήθεια στις “καθυστερημένες” περιφέρειες και ενισχύει την πρόοδο τους δίνοντάς στους πολίτες τους ένα σαφές κίνητρο συμμετοχής στη μεγάλη ενιαία ευρωπαϊκή αγορά καθώς και στην ίδια την Ένωση. Παράλληλα, η ενίσχυση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων των περιφερειών συντελεί σε μια πιο “ισόρροπη” εσωτερική αγορά, χωρίς a priori κερδισμένους -από την αύξηση των εξαγωγών- και χαμένους. Αυτή τη στιγμή ο προϋπολογισμός για τα διαρθρωτικά ταμεία για την περίοδο 2007-2013 ανέρχεται στα 308 δις ευρώ για όλες τις χώρες τις Ε.Ε. εκ των οποίων τα 20 δις ευρώ προβλέπεται να δοθούν στην
Ελλάδα. Είναι μια πολιτική που αντιστοιχεί στο 37% του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού. Πριν την διεύρυνση, το 42% των κατοίκων της Ε.Ε. επηρεάζονταν άμεσα από την περιφερειακή πολιτική, ενώ στα 10 νέα κράτη μέλη το ποσοστό αυτό είναι 98%. Μπορούμε λοιπόν με άνεση να τη θεωρήσουμε ως την πιο κοινοτική, αλλά και πιο “ορατή” πολιτική από όλες τις πολιτικές της Ε.Ε.

Η διεύρυνση και η περιφερειακή πολιτική είναι δύο πολιτικές άρρηκτα συνδεδεμένες μεταξύ τους. Η περιφερειακή πολιτική διευκολύνει και στηρίζει τη διεύρυνση ποιοτικά, κάνοντας την Ε.Ε. πιο ελκυστική στις νέες χώρες μέλη. Στηρίζει επίσης ουσιαστικά την αναπτυξιακή προσπάθεια των
νέων εταίρων, οι περισσότεροι από τους οποίους είναι αρκετά πίσω από τα παλιά κράτη-μέλη. Με την είσοδο των 12 καινούριων κρατών-μελών οι διαφορές μεταξύ πλουσίων και φτωχότερων μελών αυξάνονται δραματικά. Οι νέοι εταίροι είναι πολλοί και η ανάγκη που έχουν για στήριξη μεγάλη.
Επόμενο είναι λοιπόν η
διεύρυνση να αλλάξει σε πολύ μεγάλο βαθμό την κατανομή των πόρων των διαρθρωτικών ταμείων. Τα καινούρια κράτη-μέλη είχαν λάβει πολύ περιορισμένη χρηματοδότηση την προηγούμενη προγραμματική περίοδο. Η περιορισμένη χρηματοδότηση που τους δόθηκε είχε κατά βάση τη μορφή “επαφής”, με τους πόρους και τη λογική των ταμείων, για να εξοικειωθούν με τις δομές τις περιφερειακής πολιτικής.
Όμως στην περίοδο 2007- 2013 το μεγαλύτερο μέρος του Δ ΚΠΣ θα διοχετευτεί σε αυτές έτσι ώστε να καλύψει τις έντονες περιφερειακές ανισότητες που υπάρχουν. Αυτό βέβαια δε θα συμβεί αυτομάτως. Απαιτείται σωστή εφαρμογή των προγραμμάτων .

Οι αλλαγές στην περιφερειακή πολιτική δεν περιορίζονται μόνο στην ανακατανομή των πόρων.
Η διαχείριση του Δ ΚΠΣ θα διαμορφωθεί αυτή τη φορά με βάση κάποιους νέους “κανόνες” σε μια προσπάθεια να μην επαναληφθούν τα λάθη του παρελθόντος, αλλά και να διασφαλιστεί η σωστή αξιοποίηση των πόρων από τις περιφέρειες. Πρώτον, η διαχείριση θα είναι πιο απλή και λιγότερο γραφειοκρατική χωρίς να γίνει βέβαια και επιταγή “εν λευκώ”. Δεύτερον, το 60% του Δ ΚΠΣ
στις πιο φτωχές περιφέρειες (“Στόχος Σύγκλιση”) και το 75% του Δ ΚΠΣ στις σχετικά πιο πλούσιες θα πρέπει καταρχήν να διοχετευτεί σε στόχους της Στρατηγικής της Λισαβόνας για να έχουν τα προγράμματά πιο καινοτόμο χαρακτήρα και να μην αφορούν αποκλειστικά δρόμους και γενικά υποδομές. Από τη ρύθμιση αυτή έχουν δικαίωμα αυτοεξαίρεσης τα καινούρια κράτη μέλη. Μάλλον “κακό του κεφαλιού τους” αν το ζητήσουν.
Τρίτον, οι δράσεις των Διαρθρωτικών Ταμείων, δε μπορούν σε καμία περίπτωση να αντιστρατεύονται την προστασία του περιβάλλοντος. Το λεγόμενο “πρασίνισμα” των διαρθρωτικών ταμείων θα αποκλείει τη χρηματοδότηση έργων που δεν υπηρετούν τον στόχο της βιώσιμης ανάπτυξης. Τέταρτον, έχει πλέον καταστεί απαραίτητη προϋπόθεση για την χρηματοδότηση ενός καινούριου έργου, η δυνατότητα πρόσβασης σε άτομα με ειδικές ανάγκες. Πέμπτον, παρά την αρχικώς αντίθετη θέση του Συμβουλίου, στις Επιτροπές Παρακολούθησης του ΚΠΣ θα συμμετέχουν περιβαλλοντικοί εταίροι, μη κυβερνητικοί οργανισμοί και άλλοι φορείς που εκπροσωπούν την κοινωνία των πολιτών.

Όλες αυτές οι προβλέψεις αποσκοπούν στη δημιουργία ενός πιο ανθρώπινου προσώπου της περιφερειακής πολιτικής και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εργαστήκαμε πολύ σκληρά για να το επιτύχουμε αυτό. Παρά τους αρχικούς φόβους για μείωση του δικού μας “πακέτου”, τα 20 δις ευρώ που θα διατεθούν στη
Ελλάδα δεν είναι σε καμία περίπτωση αμελητέο ποσό. Από την άλλη τo Δ ΚΠΣ είναι σίγουρα η τελευταία σημαντική ευκαιρία που μας δίνεται. Είναι αλήθεια ότι η Ελλάδα, η Ισπανία και η Πορτογαλία, ενώ δεν έχουν ολοκληρώσει ακόμη την διαδικασία της οικονομικής σύγκλισης στην ΕΕ, κινδύνευσαν να επωμιστούν σε δυσανάλογο βαθμό το κόστος και τις συνέπειες της διεύρυνσης. Τα καταφέραμε τελικά και η μείωση ήταν μικρή αντανακλώντας φυσικά αυτή η μείωση και την αύξηση του ΑΕΠ που εντωμεταξύ σημειώθηκε στη Ελλάδα. Ας μην ξεχνάμε όμως ότι μέχρι τώρα έχουμε υπάρξει αποδέκτες πολύ γενναιόδωρης κοινοτικής χρηματοδότησης για πάνω από 17 χρόνια χωρίς να απορροφούμε τα κονδύλια στο σύνολό τους και κυρίως χωρίς να τα αξιοποιήσουμε με τον καλύτερο τρόπο. Παράλληλα, η Ελλάδα ακόμα και μετά το 2007 θα παραμείνει στη λίστα με τις χώρες που λαμβάνουν τις υψηλότερες επιδοτήσεις.

Το ζήτημα λοιπόν δεν είναι τόσο το ύψος των κονδυλίων που είχαμε ή θα έχουμε για την επερχόμενη προγραμματική περίοδο αλλά το πώς θα εκμεταλλευτούμε καλύτερα τους πόρους αυτούς. Πώς θα βελτιώσουμε τα ποσοστά απορρόφησης του Δ ΚΠΣ. Πώς θα διασφαλίσουμε το “πρασίνισμα” των καινούριων έργων. Αλλά και πώς θα διοχετεύσουμε περισσότερους πόρους σε επενδύσεις που αφορούν την έρευνα, την τεχνολογία, την εκπαίδευση και όχι μόνο στο τσιμέντο. Μέσω του Δ ΚΠΣ μας δίνεται η δυνατότητα να εκσυγχρονίσουμε τον δημόσιο τομέα ψηφιοποιώντας κάποιες δημόσιες υπηρεσίες και μειώνοντας έτσι τη γραφειοκρατία σε μεγάλο βαθμό. Παράλληλα, πρέπει να επενδύσουμε στα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα όπως ο ποιοτικός τουρισμός και η βιολογική γεωργία
ενισχύοντας έτσι ουσιαστικά την ελληνική περιφέρεια. Σε αυτήν άλλωστε, πρέπει να κατευθυνθεί το συντριπτικά μεγαλύτερο τμήμα των πόρων. Είναι ιδιαίτερα θετικό ότι όλα τα παραπάνω φαίνεται να είναι ειλημμένες αποφάσεις της κυβέρνησης.

Τα κοινοτικά κονδύλια υπάρχουν. Αυτό που πρέπει τώρα να κάνουμε είναι να περάσουμε από τη θεωρία στην πράξη. Το Δ ΚΠΣ είναι η τελευταία μας ευκαιρία να αποδείξουμε πρωτίστως στους εαυτούς μας και δευτερευόντως στην υπόλοιπη Ε.Ε. ότι είμαστε ικανοί για δραστικές αλλαγές, ότι είμαστε ικανοί να αξιοποιήσουμε στο έπακρο τους πόρους που θα μας δοθούν, ότι είμαστε ικανοί να μην επαναλάβουμε τα λάθη του παρελθόντος. Αυτές όμως οι αλλαγές προϋποθέτουν να δούμε κατάματα τις λανθασμένες αντιλήψεις μας (π.χ.: ανάπτυξη = δρόμοι), αλλά και τις διαρθρωτικές αδυναμίες της δημόσιας διοίκησης (π.χ.: πρόσθετες δικές μας γραφειοκρατικές διαδικασίες στη διαχείριση των προγραμμάτων).
Να δούμε όμως και γιατί άλλες χώρες (π.χ.: Ιρλανδία) έκαναν καλύτερη αξιοποίηση των πόρων με πιο ορατά αποτελέσματα στην ανάπτυξη. Δεν χρειάζεται να ανακαλύψουμε την πυρίτιδα. Οι αποτυχίες, οι επιτυχίες και τα αίτια τους είναι όλα ορατά “δια γυμνού οφθαλμού”. Αυτό που χρειαζόμαστε σε αυτόν τον τομέα είναι μια επανάσταση κοινής λογικής. Μετά από τόσα χρόνια πείρας θα είμαστε αδικαιολόγητοι αν δεν τα καταφέρουμε.





Μετάβαση στο περιεχόμενο