Κωστής Χατζηδάκης

Generic selectors
Exact matches only
Search in title
Search in content
Post Type Selectors

Εισήγηση σε εκδήλωση του Φόρουμ για την Ελλάδα-Ευρωπαϊκή Έκφραση και του Ιδρύματος Friedrich Naumann με θέμα: «Αντιμετώπιση της ευρωπαϊκής κρίσης: περισσότερη ή λιγότερη Ευρωπαϊκή Ένωση;»

kx_omilia_forum_naumann_12_4_2013
  • Οφείλουμε να κατανοήσουμε πως δεν μπορούμε να έχουμε μιαν Ένωση που θα βασίζεται στις ευχές του καθενός, αγνοώντας τη σύνθετη ευρωπαϊκή πραγματικότητα. 
  • Οφείλουμε να ενδυναμώσουμε την αίσθηση πως υπάρχουν κανόνες και είναι κοινοί για όλους
  • Οφείλουμε, όμως, να αντιληφθούμε και πως δεν υπάρχουν “κράτη-τιμωροί” και κράτη για το πειθαρχείο.

Και πως, σε κάθε περίπτωση,  δεν υπάρχει το “εσείς” και το “εμείς”. Είμαστε μαζί,  συμπαίκτες και ισότιμοι εταίροι σε έναν κοινό σκοπό. Διότι η διαιώνιση της κρίσης, θα έχει σοβαρές συνέπειες ακόμη και στις χώρες που δεν πλήττονται άμεσα από αυτή. Η υπονόμευση τις προοπτικής των ασθενεστέρων μελών, θα αποσταθεροποιήσει και τα ισχυρότερα κράτη – και ήδη υπάρχουν ενδείξεις επιβράδυνσης της ανάπτυξης στο Βορρά…

Κυρίες και Κύριοι,

Σας ευχαριστώ θερμά για την πρόσκληση.

Νομίζω πως το ερώτημα που σήμερα τίθεται προς συζήτηση δεν είναι απλώς επίκαιρο, αλλά και βαθύτατα υπαρξιακό για την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Που πηγαίνει σήμερα η Ευρώπη;

Θα ξεπεράσει την κρίση;

Θα μπορέσει να εγγυηθεί ελευθερία, ευημερία και προοπτική για τους πολίτες της;

Η απάντηση δεν είναι απλή.

Είναι αλήθεια πως η υπόθεση της Ενωμένης Ευρώπης -με βάση τις κοινές μας αξίες- αποτελεί διαχρονικά μια δύσκολη και συνεχή προσπάθεια, που προχωρεί μέσα από συγκρούσεις και καταλήγει σε συναινέσεις.

Μπορεί κανείς να διακρίνει ορισμένα σημεία- σταθμούς:

-Η ίδρυση της Οικονομικής Κοινότητας επιτεύχθηκε λόγω της βούλησης των λαών της Ευρώπης, να υπερβούν τις προαιώνιες αντιπαλότητες, αλλά και τις συνέπειες των δύο Παγκοσμίων Πολέμων.

-Η δημιουργία της Ενιαίας Αγοράς, στόχευε στην ενίσχυση των οικονομιών όλων των κρατών-μελών, με την κατάργηση των οικονομικών συνόρων και την απελευθέρωση ενός κρυμμένου δυναμικού ανάπτυξης.

-Και πιο πρόσφατα, η Ευρωζώνη εγκαθιδρύθηκε, για να σταματήσει στην Ενιαία αγορά ο εμφύλιος πόλεμος μεταξύ των νομισμάτων.

Να προωθηθεί τόσο η ενοποίηση, αλλά και να διεκδικήσει η Ευρώπη δυναμικά, ένα νέο, πιο διακριτό ρόλο, σε παγκόσμιο επίπεδο.

Αυτή η πρόοδος δεν επιτεύχθηκε ούτε εύκολα ούτε γρήγορα, επιβεβαιώνοντας, πως η Ευρωπαϊκή Ενοποίηση προχωρά μέσω κρίσεων και ενίοτε δια των κρίσεων.

Τα πράγματα, όμως, είναι σήμερα διαφορετικά: αντιμετωπίζουμε τη μεγαλύτερη κρίση στην Ιστορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Κρίση που συνταράζει τα θεμέλια των κοινωνιών μας, με την ύφεση και τρομακτική ανεργία.

Γι’ αυτό και κανείς δεν μπορεί να στοιχηματίσει με βεβαιότητα πως όλα θα εξελιχθούν οπωσδήποτε ομαλά.

Επομένως, μένει να επιβεβαιωθεί εάν πράγματι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα μπορέσει να προχωρήσει και δια της κρίσης αυτής.

Τα προβλήματα είναι πολλά:

-Πρώτον, έχουμε καταστεί όμηροι δύο λαϊκισμών.

Στις χώρες του Νότου, οι λαϊκιστές δαιμονοποιούν τους βορείους.

Τους παρουσιάζουν ως “ανάλγητους κατακτητές“, που επιθυμούν να επιβάλλουν με τη βία, την κυριαρχία τους.

Στις χώρες του Βορρά, οι εκεί λαϊκιστές δαιμονοποιούν τους νότιους.

Τους θεωρούν τεμπέληδες που ζουν εις βάρος των άλλων.

Δηλαδή, διαπιστώνουμε πως επανέρχονται διχαστικά και καταστρεπτικά εθνικά στερεότυπα -όπως υπογραμμίζει και ο τίτλος της σημερινής εκδήλωσης.

-Δεύτερον, πέραν της “διαμάχης” μεταξύ των πλουσιότερων και των φτωχότερων κρατών, υπάρχει, κυρίως, μια οριζόντια τομή, μεταξύ εκείνων που θέλουν περισσότερη κι εκείνων που θέλουν λιγότερη Ευρώπη.

-Τρίτον, υπάρχει  διάσταση μεταξύ εκείνων που δίνουν μεγαλύτερη έμφαση στη δημοσιονομική προσαρμογή και των άλλων που θέλουν μία λιγότερο αυστηρή εκδοχή της δημοσιονομικής πειθαρχίας.

Υπάρχουν, άλλωστε, και πρόσφατα παραδείγματα δηλώσεων.

-Τέταρτον, η απουσία των απαραίτητων μηχανισμών και εργαλείων, σε συνδυασμό με την έλλειψη πολιτικής βούλησης, υπονομεύει την προσπάθεια ιδίως των κρατών που πλήττονται από την κρίση, να υπερβούν τις δυσκολίες.

-Πέμπτον, καθώς η κρίση παρατείνεται, βλέπουμε ,δυστυχώς, πως πληθαίνουν διεθνώς οι φωνές που αμφισβητούν την ικανότητα μας,  να προχωρήσουμε ως ένα ενιαίο σύνολο.

Κινητοποιώντας το τεράστιο δυναμικό μας σε πολιτικό, οικονομικό και πολιτισμικό επίπεδο.

Με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε επίπεδο αγορών και διεθνών σχέσεων.

 

Όλα αυτά καταδεικνύουν τους κινδύνους που έχουμε μπροστά μας.

Οι δυνάμεις του λαϊκισμού και της απομόνωσης, ήδη ενδυναμώθηκαν σε όλο τον Ευρωπαϊκό νότο.

Παράλληλα, οι κυβερνήσεις των χωρών αυτών που βιώνουν την ύφεση, δέχονται πιέσεις τόσο από το εξωτερικό για τη λήψη επώδυνων μέτρων όσο και από το εσωτερικό, διότι κατηγορούνται για “ενδοτισμό” και “αναλγησία”.

Από την άλλη πλευρά και η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση, παρά τα βήματα που έχουν γίνει, δεν προχωρεί με τους ρυθμούς που πρέπει.

Καθυστερεί να ανταποκριθεί στις προκλήσεις τις κρίσης, καθυστερεί στο να προωθήσει την ενοποίησή της, με την επέκταση των αρμοδιοτήτων της.

Οι κάθε λογής λαϊκίστικες φωνές φρενάρουν τις ηγεσίες και την ενοποίηση.

Και τελικώς, αυτή η αργή πορεία προς τα εμπρός, είναι βούτυρο στο ψωμί των λαϊκιστών τόσο στο Βορρά όσο και στο Νότο.

Την ίδια στιγμή, βρίσκεται μπροστά μας ένα σταυροδρόμι: αυτό των ευρωεκλογών, με τη ανάδειξη του νέου ευρωκοινοβουλίου και επίσης, της νέας Επιτροπής.

Επομένως, πριν από τις ευρωεκλογές, θα πρέπει να έχουν ληφθεί σημαντικές αποφάσεις για το μέλλον της Ευρώπης.

Διότι με αυτό το κλίμα, είναι πιθανόν να ενισχυθεί ο ευρωσκεπτικισμός με άδηλες συνέπειες για το μέλλον της Ένωσης.

Αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να  συνεχισθεί.

Δεν μπορούμε να βρισκόμαστε για πάντα, εντός μιας τέτοιας κρίσης.

Συνεπώς, δύο είναι οι δρόμοι: είτε η Ευρώπη να ενοποιηθεί πραγματικά είτε να αποδομηθεί.

Η αποδόμηση , όμως, θα είναι εξαιρετικά επώδυνη.

Διότι, οι χώρες και λαοί της Ευρώπης, μοιραζόμαστε πλέον πάρα πολλά.

Για να το πω απλά: δεν είμαστε ένα “νιόπαντρο ζευγάρι” – κάποιοι , δηλαδή, που μόλις συνδέθηκαν ο ένας με τον άλλο.

Όλες αυτές τις δεκαετίες δημιουργήσαμε ένα ισχυρό πλέγμα αλληλένδετων  υποχρεώσεων και συμφερόντων, που δεν μπορεί να καταργηθεί χωρίς να καταστρέψει τις προοπτικές μας και όσα ήδη πετύχαμε.

Επομένως , θέλω να πιστεύω  πως τελικά, θα επικρατήσει το ένστικτο της αυτοσυντήρησης και η ενοποίηση θα προχωρήσει.

Θεωρώ  πως υπάρχουν οι δυνάμεις και  οι άνθρωποι που πιστεύουν και εργάζονται για το ευρωπαϊκό όραμα -ακόμη και η σημερινή συνάντηση το αποδεικνύει αυτό.

Στο πλαίσιο αυτό, οφείλουμε και μπορούμε να προχωρήσουμε σε νέες κατευθύνσεις:

Πρώτον,  να αποκτήσουμε μία πραγματικά κοινή δημοσιονομική πολιτική.

Αυτή η κοινή δημοσιονομική πολιτική, θα πρέπει να στηρίζεται στην εκπλήρωση συγκεκριμένων υποχρεώσεων από τα Κράτη-Μέλη και στον ενδελεχή έλεγχο τους, από έναν κεντρικό μηχανισμό.

Ωστόσο, η ύπαρξη αυτού του κεντρικού μηχανισμού θα πρέπει επίσης:

-αφενός να συνδυασθεί με την ενδυνάμωση του ρόλου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ώστε να προσομοιάζει πλέον με αυτόν της FED

-αφετέρου να γίνει ταυτόχρονα με τη δημιουργία μιας πραγματικής τραπεζικής ένωσης

Δεύτερον, η -έστω και καθυστερημένη- θέσπιση των μηχανισμών του EFSF και του ESM, δείχνει το δρόμο προς τον οποίο πρέπει να βαδίσουμε.

Η ενίσχυση, μάλιστα, του ESM -που βρίσκεται υπό διαμόρφωση- είναι σημαντική.

Προκειμένου ο ESM να μπορεί να αντιμετωπίζει τις τραπεζικές κρίσεις άμεσα, αποτελεσματικά και με βάση συγκεκριμένους κανόνες.

Χωρίς να διαταράσσεται η εμπιστοσύνη προς το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα.

Τρίτον, πρέπει να συνδυάσουμε τα μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής και τις δικλείδες ασφαλείας για την οικονομία, με νέες πολιτικές ενίσχυσης της ρευστότητας και της κοινωνικής συνοχής.

Στο πλαίσιο αυτό, ήταν ιδιαιτέρως ατυχής, η αρχική πρόταση της Επιτροπής σχετικά με τους πόρους που προβλέπονταν για την Ελλάδα στη νέα προγραμματική περίοδο 2014-2020.

Ενώ η χώρα μας αντιμετώπιζε τη μεγαλύτερη ύφεση στην Ευρωζώνη, ενώ πολλοί μιλούσαν για την ανάγκη στήριξής της, η Επιτροπή πρότεινε τότε η μεγαλύτερη περικοπή κονδυλίων, να γίνει στους πόρους που αφορούσαν την Ελλάδα.

Μία μείωση της τάξης του 40%!

Τελικώς, αυτό δεν έγινε πράξη.

Όμως, τέτοιου είδους κινήσεις δημιουργούν σοβαρά προβλήματα και πρέπει να αποφεύγονται από όλους.

Η Ευρωπαϊκή Ενοποίηση δεν μπορεί να προχωρήσει ,φυσικά, χωρίς πολιτικές συνοχής και αλληλεγγύης.

 

 

Και ασφαλώς, μια δημοσιονομική και χρηματοπιστωτική ενοποίηση, που δεν θα παραγνωρίζει το στοιχείο της δικαιοσύνης, είναι ένα σημαντικό βήμα προς την πολιτική ενοποίηση.

Που είναι και παραμένει το ζητούμενο για μία πιο ισχυρή και πιο αποτελεσματική Ευρώπη.

Πιστεύω πως μπορούμε να τα καταφέρουμε.

Αρκεί ο καθένας να αναλάβει το μερίδιο που του αναλογεί.

Διότι, η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει να λειτουργεί με κανόνες , όπως κάθε ένωση.

Από την άλλη πλευρά , όμως, είναι καταρχήν μία κοινότητα αλληλεγγύης.

Το ζητούμενο είναι, λοιπόν, να βρούμε την ισορροπία ανάμεσα στην τήρηση των κανόνων και στην αλληλεγγύη:

  • Οφείλουμε να κατανοήσουμε πως δεν μπορούμε να έχουμε μιαν Ένωση που θα βασίζεται στις ευχές του καθενός, αγνοώντας τη σύνθετη ευρωπαϊκή πραγματικότητα.

 

  • Οφείλουμε να ενδυναμώσουμε την αίσθηση πως υπάρχουν κανόνες και είναι κοινοί για όλους.

 

  • Οφείλουμε, όμως, να αντιληφθούμε και πως δεν υπάρχουν “κράτη-τιμωροί” και κράτη για το πειθαρχείο.

Και πως, σε κάθε περίπτωση,  δεν υπάρχει το “εσείς” και το “εμείς”.

Είμαστε μαζί,  συμπαίκτες και ισότιμοι εταίροι σε έναν κοινό σκοπό.

Διότι η διαιώνιση της κρίσης, θα έχει σοβαρές συνέπειες ακόμη και στις χώρες που δεν πλήττονται άμεσα από αυτή.

Η υπονόμευση τις προοπτικής των ασθενεστέρων μελών, θα αποσταθεροποιήσει και τα ισχυρότερα κράτη – και ήδη υπάρχουν ενδείξεις επιβράδυνσης της ανάπτυξης στο Βορρά.

Για να υπερβούμε, όμως, την κρίση, απαιτείται όραμα και θάρρος.

Να αγνοήσουμε όλοι το πολιτικό κόστος και να υιοθετήσουμε πολιτικές που δεν στοχεύουν στις επόμενες εκλογές, αλλά στις επόμενες γενιές.

Αυτό αφορά τόσο το Βορρά όσο και το Νότο.

Και για να γίνω πιο συγκεκριμένος, ως Ελλάδα, οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε στη ρίζα τους, τα λάθη του παρελθόντος.

Να συμβιβασθούμε με την ιδέα πως δεν μπορούμε να ξοδεύουμε περισσότερα απ’ όσα παράγουμε.

Πως δεν μπορούμε να έχουμε ανάπτυξη, χωρίς ανταγωνιστικότητα.

Σε αυτήν την κατεύθυνση οφείλαμε να κινηθούμε και με βάση αυτές τις αρχές δίνουμε τώρα μιαν εθνική μάχη.

Και πράγματι, οι Έλληνες έχουμε ήδη πετύχει πολλά , το τελευταίο διάστημα.

Χάρη στις τεράστιες θυσίες των πολιτών και τις προσπάθειες της κυβέρνησης του Αντώνη Σαμαρά, ανακτήσαμε και ανακτούμε την αξιοπιστία μας.

Αυτό αποδεικνύεται από την απόφαση του Eurogroup του Δεκεμβρίου που εξασφάλισε τη θέση της χώρας μας στην ευρωζώνη.

Ενώ το δημοσιονομικό μας έλλειμμα είναι πλέον ένα από τα χαμηλότερα στην Ευρωζώνη.

Παράλληλα, προωθήσαμε και προωθούμε μια σειρά από σημαντικές διαρθρωτικές αλλαγές και αποκρατικοποιήσεις.

Για να γίνει η ελληνική οικονομία πιο ανταγωνιστική, πιο εξωστρεφής, φιλικότερη στις επενδύσεις και την επιχειρηματικότητα.

Η πρόοδός μας αναγνωρίζεται πλέον.

Π.χ. στην πρόσφατη έκθεση του Lisbon Council, η Ελλάδα έρχεται πρώτη ανάμεσα σε 20 ευρωπαϊκές χώρες, τόσο ως προς τη δημοσιονομική προσαρμογή όσο και στις διαρθρωτικές αλλαγές, όπου βάσει των στοιχείων του ΟΟΣΑ, έχει την άριστη κατάταξη (10 στα 10) .

Και συνεχίζουμε, βάσει των χρονοδιαγραμμάτων και των στοχοδιαγραμμάτων, που εξαρχής έχουμε θέσει.

Τηρώντας τις διεθνείς μας δεσμεύσεις με αποφασιστικότητα.

Διότι η “αποφασιστικότητα” , είναι η λέξη-κλειδί για την Ελλάδα.

Παρόλα αυτά, όμως, είναι προφανές -και αυτό αφορά και τις άλλες χώρες που πλήττονται από την κρίση- πως δεν μπορούμε να τα καταφέρουμε μόνοι μας.

Εάν δηλαδή, η λέξη κλειδί για μας είναι η “αποφασιστικότητα”, τότε η λέξη-κλειδί για τους εταίρους μας είναι η “αλληλεγγύη”, την οποία  αποδείξαμε πλέον πως δικαιούμαστε να ζητάμε.

Ασφαλώς, δεν υπάρχει αμφιβολία πως έγιναν βήματα, από την πλευρά των εταίρων μας.

Χρειαζόμαστε, όμως, περαιτέρω στήριξη.

Θέλουμε την Ευρώπη δίπλα μας και μέσω των δράσεων της ΕΤΕπ.

Θέλουμε την Ευρώπη δίπλα μας και στην προσπάθεια για να δημιουργήσουμε ένα Ελληνικό Επενδυτικό Ταμείο, που θα συμβάλλει στην ενίσχυση της ρευστότητας και στο restructuring των επιχειρήσεων μας.

Θέλουμε την Ευρώπη δίπλα μας και με νέες επενδύσεις.

Μονάχα έτσι θα μπορέσουμε, να αναχαιτίσουμε την ύφεση και να περάσουμε στην ανάκαμψη.

Κυρίες και Κύριοι,

Η ανάπτυξη τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Ευρώπη ως σύνολο, μπορεί να γίνει πράξη,  μόνο μέσα από την περαιτέρω ενοποίηση και το συνδυασμό της δημοσιονομικής προσαρμογής με νέες πολιτικές για την ενίσχυση της ρευστότητας και της κοινωνικής συνοχής.

Αυτές είναι και οι βάσεις, θεωρώ, πάνω στις οποίες θα πρέπει να στηριχθούν οι όποιες αποφάσεις για την υπέρβαση της κρίσης.

Πιστεύω πως μπορούμε να τα καταφέρουμε.

Σε ό,τι μας αφορά, είμαστε αποφασισμένοι να δώσουμε αυτή τη μάχη, αγνοώντας το πολιτικό κόστος.

Γιατί είναι μια μάχη για την Ελλάδα, την οποία οφείλουμε να κερδίσουμε.

Και από κει και πέρα: μια νίκη δική μας, θα είναι και μια νίκη για την Ευρώπη.

Δεν θα αφήσουμε το στείρο εθνικισμό, το λαϊκισμό και τον απομονωτισμό να επικρατήσει.

Ελπίζω πως η Ευρώπη θα βρει τελικά το θάρρος να προχωρήσει μπροστά, στο δρόμο της ενοποίησης.

Η Ευρώπη θα βρει τη δύναμη να ανακάμψει.

Και να εξασφαλίσει ξανά στους πολίτες της, ευημερία και προοπτική.

Σας ευχαριστώ.

Μετάβαση στο περιεχόμενο