Ανατράπηκαν άραγε ριζικά τα δεδομένα με την απόφαση να ξεκινήσουν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας στις 3 Οκτωβρίου; Η απάντηση είναι αρνητική. Το τουρκικό λεωφορείο από την Άγκυρα προς τις Βρυξέλλες συνεχίζει την πορεία που έχει ξεκινήσει εδώ και λίγα χρόνια. Με την ίδια λογική, αυτή δηλαδή των φωτεινών σηματοδοτών που είναι αναμμένοι στο κόκκινο και γίνονται πράσινοι μόνο όταν η Τουρκία έχει εκπληρώσει κάποιες από τις υποχρεώσεις της. Σε σχέση με την Ελλάδα και την Κύπρο, η Τουρκία έχει ήδη μεταβάλλει την θέση της σε κάποια ζητήματα. Στο Κυπριακό, ενώ θεωρούσε το θέμα λυμένο με την εισβολή του 1974, δέχτηκε το σχέδιο Ανάν. Παράλληλα προχώρησε στην ντε φάκτο αναγνώριση της Κύπρου βάζοντας την υπογραφή της σε ένα κείμενο (στην επέκταση του πρωτοκόλλου της τελωνειακής σύνδεσης) το οποίο αναφερόταν στην «Κυπριακή Δημοκρατία».Για το Αιγαίο έχει ήδη δεχτεί την ελληνική θέση περί προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης ενώ η πάγια τουρκική θέση ήταν διάλογος και μόνον μεταξύ των δύο χωρών.
Στην πορεία προς τις Βρυξέλλες οι φωτεινοί σηματοδότες εξακολουθούν να υπάρχουν. Όπως και πριν είναι στο χέρι μας να επιτρέψουμε στην Τουρκία να περνάει από τον ένα στον άλλο. Για μας ειδικά πέρα από τα ανθρώπινα δικαιώματα υπάρχουν δύο ζητήματα προς διευθέτηση. Οι καθαρά διμερείς ελληνοτουρκικές θέσεις και το Κυπριακό.
Για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις το ΠΑΣΟΚ κατηγορεί την κυβέρνηση ότι δεν τήρησε, δήθεν, το χρονοδιάγραμμα του Ελσίνκι περί προσφυγής στο Δικαστήριο μέχρι το 2004 και ότι δεν έχει θέσει σαφές χρονοδιάγραμμα από εδώ και πέρα. Πρώτον, το χρονοδιάγραμμα αυτό δεν ήταν σαφές. Η απόφαση του Ελσίνκι ανέφερε ότι το 2004 το Συμβούλιο θα επανεξετάσει την κατάσταση. Δεύτερον, οι διερευνητικές επαφές που έκανε το ΠΑΣΟΚ σε σχέση με το Αιγαίο δεν είχαν προχωρήσει ώστε τα πράγματα να οδηγηθούν στο Δικαστήριο της Χάγης. Τρίτον, ενώ ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ επικαλείται το 2004 ως ορόσημο για προσφυγή στο Δικαστήριο, γιατί είχε ζητήσει ήδη από το 2002 επίσπευση των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας έτσι ώστε να ξεκινήσουν το 2003;
Η ουσία στο συγκεκριμένο θέμα είναι πως αν υπάρχει συναίνεση στο εσωτερικό μέτωπο για προσφυγή στο Δικαστήριο της Χάγης κατά το πνεύμα του Ελσίνκι, η Τουρκία δεν είναι σε θέση να αποτρέψει μία τέτοια εξέλιξη. Είναι επομένως θέμα δική μας διακριτικής ευχέρειας η αντιμετώπιση του συγκεκριμένου ζητήματος. Και για αυτό απαιτείται εθνική συναίνεση προκειμένου να αντιμετωπιστεί το όλο ζήτημα με τη δέουσα σοβαρότητα έτσι ώστε να μη διαιωνίζονται οι εξοπλισμοί και από τις δύο πλευρές στο Αιγαίο.
Για το Κυπριακό είναι προφανές πως η μη επίσημη αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας αποτελεί ένα θεσμικό και πολιτικό παράδοξο. Ωστόσο, είμαι βέβαιος πως όλοι τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο δεν επιδιώκουμε μία αναγνώριση που να σηματοδοτεί διχοτόμηση του νησιού. Ανεξάρτητα όμως από το θέμα της αναγνώρισης πρέπει να είναι σαφές σε όλες τις πλευρές πως πριν από την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ θα πρέπει να λυθεί το Κυπριακό καθώς φανταστείτε ένα κράτος μέλος που κατέχει το έδαφος άλλου κράτους μέλους. Η επίλυση λοιπόν του Κυπριακού είναι το βασικό ζήτημα ως προς την Κύπρο, χωρίς να θέλω να υποβαθμίσω το θέμα της αναγνώρισης το οποίο ρυθμίζεται άλλωστε από το διαπραγματευτικό πλαίσιο και την αντιδήλωση των 25. Εκεί λοιπόν πρέπει να στρέψουμε την προσοχή μας εκμεταλλευόμενοι την πλεονεκτική θέση της Κύπρου και της Ελλάδας που είναι μέλη της ΕΕ, την ώρα που η Τουρκία χτυπάει την πόρτα της ΕΕ. Και για το είδος της λύσης που θέλουμε πρέπει όλοι να προβληματιστούμε. Στην Αθήνα, στην Λευκωσία, στην Άγκυρα και στις Βρυξέλλες.
Όλα αυτά τα σημείωσα για να δείξω πως για μία ακόμα φορά στον τόπο μας έχουμε από την μία υποτιμήσει την ουσία και από την άλλη αναδείξει κάποια διαδικαστικά ή όχι τόσο πρωτεύοντα ζητήματα, των οποίων η εξέλιξη με τον ένα ή τον άλλο τρόπο δεν θα μπορούσε να αλλάξει ριζικά την μοίρα του τόπου.