πολύ ενδιαφέρουσα έρευνα που δημοσίευσαν πρόσφατα τα «ΝΕΑ» (6.11.1998) σχετικά με την εμπιστοσύνη που δείχνουν οι Έλληνες στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κατέληγε στο συμπέρασμα, ότι τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να υιοθετείται από την ελληνική κοινή γνώμη ένας ιδιόμορφος ελληνικού τύπου ευρωσκεπτικισμός. Πρόθεσή μου δεν είναι να αμφισβητήσω το συμπέρασμα αυτό, όσο αν και έχω επιφυλάξεις κατά πόσο μπορούμε πράγματι να μιλάμε για ευρωσκεπτικισμό στην περίπτωση της Ελλάδας. Θα ήθελα όμως να παρατηρήσω τα εξής:
1. Η αποδοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης από ελληνική κοινή γνώμη, αν και μειούμενη, εξακολουθεί να είναι συγκριτικά μεγάλη και να βρίσκεται σταθερά ανάμεσα στις πέντε πρώτες σε όλα τα Ευρωπαϊκά κράτη. Η αποδοχή αυτή συνιστά σήμερα μία πλειοψηφία περίπου 2/3, όταν το υπόλοιπο 1/3 δεν περιλαμβάνει μόνο αυτούς που διαφωνούν, αλλά μοιράζεται ανάμεσα σε αυτούς που διαφωνούν και σε αυτούς που δεν παίρνουν θέση. Για του λόγου το αληθές, σε ένα από τα επιμέρους ερωτήματα της έρευνας για την οποία συζητούμε, στο ερώτημα, «πως αισθάνεστε για το γεγονός ότι η Ελλάδα δεν ανήκει στην πρώτη ομάδα των χωρών που θα εισαγάγουν το ευρώ», το 66% δήλωσε πολύ ή αρκετά δυσαρεστημένο, μόλις το 17% πολύ ή αρκετά ικανοποιημένο, ενώ το υπόλοιπο 17% δεν απάντησε.
2. Η αμφισβήτηση που διατυπώνεται στην εν λόγω έρευνα, εντοπίζεται κυρίως σε θεσμικό επίπεδο, για τον τρόπο που είναι οργανωμένη και λειτουργεί η Ευρωπαϊκή Ένωση. Εκφράζει δηλαδή αυτό που συνηθίζουμε να λέμε στην Ελλάδα, ότι οι Ευρωπαίοι είναι άλλοι λαοί που δεν μας καταλαβαίνουν και ότι θα θέλαμε μία Ευρώπη λιγότερο αυστηρή και λιγότερο πιεστική, περισσότερο ίσως Μεσογειακή.
Παρόλα αυτά, οι Έλληνες έχουν μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (39%) και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (38%) απ’ ότι στην Ελληνική κυβέρνηση (27%) και το Ελληνικό Κοινοβούλιο (25%). Είναι σαφές άλλωστε, ότι η όποια αμφισβήτηση, συνδέεται άμεσα με την αρνητική διάθεση για τα «οικονομικά βάρη» τα οποία ο έλληνας πολίτης αισθάνεται ότι υφίσταται όλο και περισσότερο. Οικονομικά βάρη όμως που, αν και είναι προϊόν της οικονομικής πολιτικής των ελληνικών κυβερνήσεων, συγχέονται, υποσυνείδητα ή ακόμα και λόγω ελλιπούς ενημέρωσης, με την ΟΝΕ. Θα πρέπει όμως κάποτε να γίνει ευρύτερα γνωστό, ότι η ένταξη μας στην ΟΝΕ όχι μόνο δεν συνεπάγεται περισσότερα οικονομικά βάρη αλλά, με το σταθερό οικονομικό πλαίσιο που δημιουργεί, μάλλον το αντίθετο εγγυάται.
3. Με την προηγούμενη παρατήρηση, τίθεται το καίριο ζήτημα της πληροφόρησης. Σε μία παλαιότερη έρευνα, είχε διαπιστωθεί, ότι μόνο ο 1 στους 3 Έλληνες γνώριζε ότι το «ευρώ» είναι το Ενιαίο Ευρωπαϊκό Νόμισμα! Κακά τα ψέματα. Όχι μόνο παρακολουθούμε ελάχιστα τι γίνεται έξω, αλλά δεν έχουμε καταφέρει ακόμα να δημιουργήσουμε τους απαραίτητους μηχανισμούς ενημέρωσης για ένα τόσο μεγάλο θέμα. Γι’ αυτό και στην έρευνα που αποτέλεσε αφορμή για τη παρέμβαση μου, εμφανίζονται ως δημοφιλέστεροι Ευρωπαίοι πολιτικοί στην Ελλάδα, ο ανενεργός σήμερα πρώην πρωθυπουργός της Ισπανίας Φελίπε Γκονζάλες και ο Γάλλος Πρόεδρος Ζακ Σιράκ, ο οποίος σχεδόν ποτέ δεν έχει υποστηρίξει τις Ελληνικές θέσεις, ενώ αγνοείται για παράδειγμα ο Ζακ Σαντέρ, ο οποίος έχει σταθεί στην Ελλάδα όσο λίγοι ευρωπαίοι πολιτικοί. Υπάρχει λοιπόν θέμα ενημέρωσης, η οποία είναι απαραίτητο να αυξηθεί, τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά. Γι’ αυτό, κλείνοντας, θα ήταν παράλειψή να μην συγχαρώ «ΤΑ ΝΕΑ» που ομολογουμένως συχνά επιχειρούν να καλύψουν το κενό αυτό.