Ερωτήσεις
1).Λέτε κ. Χατζηδάκη, η αποψινή συζήτηση στη Βουλή να περιλαμβάνει εκπλήξεις;
Η πρόταση μομφής είναι κομματική γυμναστική του ΠΑΣΟΚ. Πιστεύω πως αφήνει σχεδόν αδιάφορο τον μέσο πολίτη, ο οποίος ενδιαφέρεται για λύσεις συγκεκριμένες και πρακτικές στα προβλήματά του. Τα κόμματα λοιπόν έχουν υποχρέωση να έχουν συγκεκριμένες προτάσεις και μεταρρυθμιστική ατζέντα. Είναι προφανές πως με το ΠΑΣΟΚ κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει. Γι’ αυτό άλλωστε έχει μείνει πίσω στις δημοσκοπήσεις. Δεδομένου όλων αυτών και σε συνδυασμό ότι η τελευταία του ανασυγκρότηση δεν οδήγησε σε κάποια αποτελέσματα, ο κ. Παπανδρέου προσπαθεί να βρει κάποιες αφορμές για να ακουστεί το κόμμα του και να συσπειρώσει την κομματική του βάση. Η συζήτηση πάντως στη Βουλή θα δώσει την ευκαιρία να φανεί για μία ακόμη φορά η υπεροχή της κυβέρνησης σε σχέση με το ΠΑΣΟΚ.
2). Είναι ανοικτό το ενδεχόμενο εκλογών;
Η πρόταση μομφής θα δώσει την δυνατότητα στον πρωθυπουργό εκτός των άλλων να τοποθετηθεί στο συγκεκριμένο θέμα. Έχουμε εκλεγεί με ορίζοντα την τετραετία. Ο πρωθυπουργός έχει αποδείξει ότι δεν είναι λάτρης της μπλόφας, αλλά έχει μία θεσμική αντίληψη για τα πράγματα. Εν πάση περιπτώσει ακόμα και το ΠΑΣΟΚ γνωρίζει πως με τα σημερινά δεδομένα οποτεδήποτε κα να γίνουν οι εκλογές θα τις κερδίσει η Νέα Δημοκρατία.
3). Κύριε Χατζηδάκη, μετά την ανακοίνωση από τον κ.Καραμανλή της υποψηφιότητάς σας στη Β’Αθηνών, προφανώς η προεκλογική περίοδος για εσάς έχει ήδη ξεκινήσει.
Δεν θα το έλεγα ακριβώς, γιατί η δραστηριότητά μου στο Ευρωπαικό Κοινοβούλιο συνεχίζεται μέχρι να προκυρηχθούν οι εκλογές. Εξακολουθώ να στηρίζω τα ελληνικά συμφέροντα στις Βρυξέλλες όπως προσπαθώ να κάνω εδώ και 12 χρόνια. Στον υπόλοιπο χρόνο μου, επιχειρώ να έρθω σε επαφή με τους ψηφοφόρους της Β’ Αθήνας και να ακούσω τα προβλήματά τους που είναι κυρίως προβλήματα της καθημερινότητας. Αυτή η καθημερινότητα δεν είναι ξεκομμένη από την Ευρώπη. Φιλοδοξία μου είναι με τι όποιες γνώσεις έχω αποκτήσει έξω ν συμβάλω σε λύσεις ρεαλιστικές και ευρωπαικές για μία καλύτερη ποιότητα ζωής. Παράλληλα με την επιστροφή μου εδώ μου δίνεται η ευκαιρία να συμμετέχω ενεργά στο δεύτερο κύμα των μεταρρυθμίσεων που προγραμματίζει η Νέα Δημοκρατία.
4). Κύριε Χατζηδάκη, δεν ενέχει κάποιο ρίσκο η μετακίνηση από την ασφάλεια της Ευρωβουλής στη «δύσκολη» Β’ Αθηνών;
Και αυτά που κάνω σήμερα είναι δύσκολα. Αν νομίζετε ότι είναι εύκολο να εκπροσωπείς την χώρα σου, να συζητάς και να συνδιαλέγεσαι με ευρωβουλευτές και υπουργούς από 26 άλλες ευρωπαϊκές χώρες κάνετε λάθος. Την ελληνική πολιτική την ξέρω, όπως ξέρω και την συγκεκριμένη εκλογική περιφέρεια γιατί ήμουν για δύο χρόνια Πρόεδρος της ΟΝΝΕΔ. Οι εκλογές έχουν από την φύση τους ρίσκο για όλους. Όμως κατεβαίνω για να κερδίσω. Και με την βοήθεια των ψηφοφόρων ελπίζω να τα καταφέρω.
5). Σύμφωνα με την ευρωπαϊκή οπτική, μίνι ανταρσίες όπως συνέβη στο κόμμα σας με το άρθρο 24, αποτελούν πρόβλημα για τα κόμματα;
Εάν όλη η ΝΔ είχε ψηφίσει σύσσωμη προφανώς δεν θα είχαμε την συζήτηση η οποία γίνεται. Ωστόσο, δεν μπορούμε να βάλουμε χωροφύλακες στη συνείδηση του καθενός πολύ περισσότερο δε σε μία διαδικασία συνταγματικής αναθεώρησης. Εν πάση περιπτώσει, το ζητούμενο σε αυτή την συνταγματική αναθεώρηση είναι να αναλάβει ο καθένας τις ευθύνες του. Η ΝΔ έχει μία συγκεκριμένη ατζέντα και η Ολομέλεια της Βουλής θα κλιθεί τελικά, ανεξάρτητα από την θέση των κομμάτων της αντιπολίτευσης, να προσδιορίσει τις αναθεωρητέες διατάξεις. Τα διαδικαστικά ζητήματα δεν θα έπρεπε σε καμία περίπτωση να επισκιάσουν αυτή τη μεταρρυθμιστική προσπάθεια η οποία μπορεί να αποτελέσει εργαλείο για πιο σύγχρονες πολιτικές στο μέλλον. Η ΝΔ σεβόμενη προφανώς το δικαίωμα κάθε βουλευτή της να διαφοροποιείται σε αυτά τα θέματα, θα επιμείνει ως κόμμα σε αυτήν την μεταρρυθμιστική προσπάθεια. Αυτοί που προσπαθούν να φυγομαχήσουν από την διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης δείχνουν απλώς ότι δεν έχουν δικές τους προτάσεις και ότι δεν αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους απέναντι στην ανάγκη το Σύνταγμά μας να μην εμποδίζει αλλαγές αναγκαίες για τον τόπο.
6) Από τη δημόσια συζήτηση που έγινε, κύριε Χατζηδάκη, για την ίδρυση μη κρατικών Πανεπιστημίων, ποιο θεωρείτε ότι ήταν το μεγαλύτερο ψέμα;
Ακούστηκε πολλές φορές ήταν ότι η ίδρυση μη κρατικών ΑΕΙ θα υποβαθμίσει το δημόσιο πανεπιστήμιο. Γιατί άραγε τόσο καιρό που δεν υπάρχουν μη κρατικά ΑΕΙ τα δημόσια δεν αναβαθμίστηκαν; Η μήπως, αν ιδρυθούν μη κρατικά ΑΕΙ θα οδηγήσουν τους καθηγητές των δημοσίων στην τεμπελιά; Νομίζω πως η μεγαλύτερη επανάσταση που χρειαζόμαστε με αυτά που ακούμε είναι η επανάσταση της κοινής λογικής. Το ίδιο συμβαίνει και με τις προτάσεις που ακούγονται από ένα τμήμα του πολιτικού κόσμου που θεωρεί τον εαυτό του προοδευτικό. Όλοι αυτοί, για την παιδεία μας λένε «δώστε περισσότερα λεφτά» χωρίς να προσθέτουν τίποτε άλλο. Κανείς δεν αμφιβάλλει ότι χρειάζονται περισσότερα χρήματα. Ωστόσο, αν δεν γίνουν διαρθρωτικές αλλαγές στα πανεπιστήμια, όχι μόνο με την ίδρυση μη κρατικών ΑΕΙ, αλλά με την αξιολόγηση των δημοσίων, με την κατάργηση του μονοπωλίου του ενός συγγράμματος, με την σύνδεση των πανεπιστημίων με την παραγωγή κοκ, πιστεύει κανείς ότι τα δημόσια πανεπιστήμια θα αναβαθμιστούν; Το πρόβλημα της ανώτατης εκπαίδευσης είναι κυρίως πρόβλημα διαρθρωτικό. Η άρνηση κάθε αλλαγής δεν είναι προοδευτική πολιτική. Είναι υπεράσπιση των παλαιών νόμων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ.
7) Είχατε κατηγορηθεί από το ΠΑΣΟΚ ότι με παρεμβάσεις σας στις Βρυξέλες ευνοούσατε τα λεγόμενα «κολλέγια».
Τα στελέχη αυτά του ΠΑΣΟΚ δεν γνώριζαν πιθανόν ότι ο ίδιος ο κ. Παπανδρέου είχε μιλήσει νωρίτερα από μένα για την ανάγκη να αντιμετωπίσουμε το ζήτημα των κολεγίων με βάση την πραγματικότητα που είχε διαμορφωθεί έτσι και αλλιώς στην ΕΕ. Με την Οδηγία 89/48 που ήδη ισχύει, η χώρα μας έχει οδηγηθεί στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για μη αναγνώριση επαγγελματικών δικαιωμάτων σε πτυχιούχους ευρωπαϊκών πανεπιστημίων τα οποία συνεργάστηκαν με ελληνικά κολέγια. Το συγκεκριμένο κοινοτικό δίκαιο υφίστατο ήδη όταν εγώ έκανα «την τροπολογία Χατζηδάκη» σε σχέση με το ζήτημα αυτό. Η δική μου τροπολογία επιχειρούσε απλώς στο ζήτημα της νέας οδηγίας που ήταν τότε υπό ψήφιση, να αποσαφηνίσει πλήρως το θέμα. Να διευκρινίσω ότι με βάση την παλαιότερη στις 18 Ιανουαρίου στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων εκδικάστηκε η προσφυγή της Κομισιόν εναντίον της χώρας μας για το θέμα αυτό. Η Κομισιόν επικαλείται στο σκεπτικό της πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (Νοέμβριος 2003), σε παρόμοια
ιταλική περίπτωση (υπόθεση Neri) που αφορούσε συνεργασία του βρετανικού πανεπιστημίου του Νόττιγχαμ με ιταλικό κολλέγιο, όπου το ΔΕΚ έκρινε ότι σημασία έχει για την ισχύ του τίτλου το πανεπιστήμιο που τον εκδίδει να είναι ευρωπαϊκό. Δεν έχει λοιπόν σημασία, με βάση αυτήν την απόφαση, η μέθοδος έκδοσης του τίτλου (συνεργασία πανεπιστημίων με κολέγια, εξ’ αποστάσεως μάθηση κλπ), αλλά το γεγονός ότι εκδότης του τίτλου είναι ευρωπαϊκό πανεπιστήμιο. Ακόμα όμως και αν υποθέσουμε ότι η χώρα μας δεν θα καταδικαστεί, στις 20
Οκτωβρίου είναι
η καταληκτική προθεσμία για την εφαρμογή της νέας κοινοτικής οδηγίας 36/2005 για το ίδιο θέμα (επαγγελματικά δικαιώματα). Εκεί
τα πράγματα είναι ξεκάθαρα καθώς στο άρθρο 50, παράγραφος 3, γίνεται σαφές, πως το μόνο που μπορεί να κάνει η χώρα υποδοχής (η Ελλάδα πχ), είναι να ρωτήσει τη Βρετανία και τη Γαλλία, αν αναγνωρίζει αυτά τα πτυχία. Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης, πράγμα που πρέπει να θεωρείται δεδομένο, η αναγνώριση είναι αυτόματη. Η ενδεχόμενη άρνηση μας θα οδηγήσει τελικά σε καταδίκη και πληρωμή προστίμων επί καθημερινής βάσεως. Θέλω να σημειώσω και κάτι άλλο επειδή πολλά γράφονται για την ποιότητα αυτών των κολεγίων. Προσωπικά θεωρώ πως με βάση την ίδια απόφαση ( υπόθεση Neri ) και συγκεκριμένα με βάση το σκεπτικό 46 της απόφασης, το ελληνικό δημόσιο δικαιούται ακόμα και σήμερα να αξιολογεί τα κολέγια και την ποιότητα των σπουδών τους και να τους θέτει όρους ανάλογους με αυτούς των πανεπιστημίων.