Η ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση συναντά δυσκολίες. Ο Γάλλος πρόεδρος Ζακ Σιράκ, σύμφωνα με τον τύπο της Κύπρου, ήδη διεμήνυσε προς τον Κύπριο ομόλογό του Τάσσο Παπαδόπουλο πως δεν πρόκειται να αρχίσουν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση αν η Άγκυρα δεν αναγνωρίσει την Κυπριακή Δημοκρατία. Ο Γάλλος πρωθυπουργός Ντομινίκ ντε Βιλπέν σε δηλώσεις του στις 2 Αυγούστου είχε ξεκαθαρίσει ότι είναι αδιανόητο να γίνουν ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Τουρκία χωρίς την αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ποια είναι η θέση του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, στο οποίο ανήκετε και ποιες είναι οι πρακτικές συνέπειες από τις διαφορετικές τοποθετήσεις μεταξύ Κομισσιόν και Γαλλίας – Αυστρίας;
Το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα δεν έχει ενιαία στάση επί του θέματος. Η επίσημη θέση της ομάδας είναι υπέρ μιας ειδικής σχέσης με την Τουρκία αλλά υπάρχει και μία πολύ ισχυρή μειοψηφία ( Βρετανοί, Ισπανοί, Ιταλοί κλπ ) η οποία τάσσεται υπέρ της έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Για μας βέβαια το κυρίαρχο είναι να προσδιορίσουμε την δική μας θέση. Καθώς η μη αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Τουρκία αποτελεί όντως ένα θεσμικό και πολιτικό παράδοξο, ευχής έργο θα ήταν να γίνουν όλες οι κινήσεις που απαιτούνται προκειμένου η αναγνώριση της Κύπρου να συμβεί πριν από την 3η Οκτωβρίου. Ωστόσο θα πρέπει να δούμε προσεκτικά το συνολικό σκηνικό. Αλλά και τις πραγματικές προθέσεις όλων των πλευρών. Και να μην ξεχνάμε ότι αν έλειπε η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, οι γείτονες μας δεν επρόκειτο να υπογράψουν ακόμα και το πρωτόκολλο επέκτασης της τελωνειακής ένωσης που συνιστά μια έμμεση αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Εάν υπάρξει λοιπόν τρόπος πίεσης της Τουρκίας προκειμένου να προβεί σε επίσημη αναγνώριση της Κύπρου αυτό θα είναι ιδιαίτερα θετική εξέλιξη. Θα πρέπει όμως να σκεφτούμε και το ενδεχόμενο η στάση των Γάλλων και άλλων εταίρων μας να εκτροχιάσει πλήρως την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας. Είναι άραγε κάτι το οποίο επιζητούμε; Η στρατηγική όλων σχεδόν των ελληνικών κομμάτων στηρίζεται στην μετατροπή των ελληνοτουρκικών σχέσεων αλλά και του Κυπριακού σε ζητήματα ευρωτουρκικά καθώς έτσι η Τουρκία θα έχει λόγους να πιεστεί, προκειμένου σταδιακά να αλλάξει τις πάγιες θέσεις της. Με την ακύρωση της ενταξιακή προοπτικής της γείτονος τα δεδομένα σίγουρα θα αλλάξουν. Πρέπει λοιπόν να συνυπολογίσουμε όλες τις παραμέτρους. Εννοείται, βεβαίως, ότι για το Κυπριακό πρέπει να είμαστε διπλά προσεκτικοί καθώς ο πρώτος και κυρίαρχος ρόλος ανήκει στην κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας με την οποία η Αθήνα είναι σε στενή συνεργασία.
Να πάμε στην οικονομία. Έχετε κάνει προτάσεις για μία νέα πολιτική επενδύσεων. Οι μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης βρίσκονται σε καλό δρόμο; Τι άλλο πρέπει να αλλάξει;
Η κυβέρνηση μέχρι τώρα έχει κάνει σοβαρές παρεμβάσεις στο φορολογικό σύστημα, στα επενδυτικά κίνητρα, στις εργασιακές σχέσεις. Παράλληλα επιχειρεί να εξυγιάνει τα οικονομικά του δημοσίου. Επίσης μεγάλης σημασίας θα είναι και οι παρεμβάσεις της στον τομέα των αποκρατικοποιήσεων και των συμπράξεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, με το νέο νομοθετικό πλαίσιο για τα συγχρηματοδοτούμενα και αυτοχρηματοδοτούμενα έργα. Η προσπάθεια αυτή είναι αξιέπαινη. Ωστόσο –λόγω του εξαιρετικά ανταγωνιστικού διεθνούς περιβάλλοντος- θα πρέπει να συνεχιστεί σε αλλά μέτωπα. Και πρώτα από όλα με την επανάσταση που πρέπει να γίνει στην παιδεία. Με σύνδεση της εκπαίδευσης με την παραγωγή και τις επιχειρήσεις. Με άνοιγμα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και προσπάθεια να γίνει η Ελλάδα διεθνές εκπαιδευτικό κέντρο αντί να είναι χώρα εξαγωγής φοιτητών. Παράλληλα χρειάζεται να γίνει ένας μεγάλος αγώνας σε δύο τομείς που μπορούν να αποτελέσουν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα μας. Ο Τουρισμός είναι ο πρώτος. Εκεί πρέπει να δώσουμε έμφαση στην ποιότητα. Το περιβάλλον και κυρίως η ιστορική και πολιτιστική μας κληρονομιά θα πρέπει να αντιληφθούμε ότι αποτελούν πλούτο για την χώρα. Ο δεύτερος τομέας είναι οι νέες τεχνολογίες. Εδώ δεν χρειάζονται επενδύσεις στα πρότυπα της βαριάς βιομηχανίας. Χρειάζεται επένδυση σε ανθρώπινο δυναμικό και πλήρης απελευθέρωση της αγοράς έτσι ώστε μέσω του ανταγωνισμού να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας.
Στο νέο σας βιβλίο, με τον βουλευτή Κερκύρας Νίκο Γεωργιάδη, “Χελώνες και Τίγρεις”, προτείνετε τον διαχωρισμό του υπουργείου Περιβάλλοντος από το υπουργείο Δημοσίων Έργων αλλά και μια νέα πολιτική μεταφορών και ενέργειας. Γιατί θεωρείτε, πως πρέπει να γίνει και σε τι θα ωφελήσει;
Τόνισα ήδη ότι την σημασία του περιβάλλοντος για την χώρα. Η αειφόρος ανάπτυξη, δηλαδή η ανάπτυξη που στηρίζεται στο σεβασμό του περιβάλλοντος και στο φυσικό κάλλος της χώρας αποτελεί μεγάλη πρόκληση για την Ελλάδα. Η σημερινή ηγεσία του ΥΠΕΧΩΔΕ καταβάλλει μεγάλη προσπάθεια για να αντιμετωπίσει τα τραγικά προβλήματα που παρέλαβε η ΝΔ από το ΠΑΣΟΚ. Γνωρίζετε άλλωστε πόσες προσφυγές έχουν γίνει εναντίον της χώρας μας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για παράβαση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας. Πιστεύω όμως ότι προκειμένου αυτή η προσπάθεια να αποτελεί κεντρικό στόχο όλων των κυβερνήσεων στο μέλλον, θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα ξεχωριστό υπουργείο για το περιβάλλον και την χωροταξία το οποίο θα δώσει έμφαση σε αυτά τα θέματα προκειμένου η ανάπτυξη να γίνει με ορθολογικό τρόπο και να αντέξει στον χρόνο. Παράλληλα είναι προφανές ότι πρέπει να γίνει, ιδίως στην Αθήνα και την Θεσσαλονίκη, μία προσπάθεια στήριξης των μέσων μαζικής μεταφοράς καθώς τα τελευταία χρόνια οι αυξημένες μετακινήσεις με ΙΧ έχουν υποβαθμίσει σημαντικά την ποιότητα της ζωής μας ιδίως στα μεγάλα αστικά κέντρα. Είναι απόλυτα θετικό ότι το μετρό στην Αθήνα επεκτείνεται, και ότι επιτέλους θα κατασκευαστεί και στην Θεσσαλονίκη. Παράλληλα προς την σωστή κατεύθυνση είναι η επέκταση του τραμ και ο εκσυγχρονισμός του σιδηροδρομικού δικτύου. Και όλα αυτά θα πρέπει να συνδεθούν με την ενεργειακή πολιτική της χώρας στο πλαίσιο της προσπάθειας για την εξοικονόμηση ενέργειας. Σήμερα είμαστε μια από τις περισσότερο «πετρελαιοκίνητες» χώρες της Ευρώπης. Ο περιορισμός της κατανάλωσης πετρελαίου με την προώθηση εναλλακτικών μορφών ενέργειας αποτελεί εθνική επιταγή.
Σχετικά με την περιφερειακή ανασυγκρότηση, έχετε υπογραμμίσει ότι χρειάζεται ένα νέο μοντέλο δημόσιας διοίκησης. “Πρέπει το νέο μοντέλο, να είναι λιγότερο, μικρότερο και πιο αποτελεσματικό” έχετε σημειώσει χαρακτηριστικά. Τι πρέπει να περιλαμβάνει το νέο μοντέλο;
Στο βιβλίο «Χελώνες και Τίγρεις» αναφέρουμε πως οι τρεις βαθμοί αυτοδιοίκησης δεν είναι μόνο πολυτέλεια αλλά και πηγή γραφειοκρατικών προβλημάτων. Το Σύνταγμα άλλωστε μιλά για δύο βαθμούς αυτοδιοίκησης. Για αυτό και πιστεύουμε ότι θα πρέπει να έχουμε δύο αυτοδιοικητικές βαθμίδες : περιφέρειες και δήμους. Κατά τη γνώμη μας πρέπει να δημιουργηθούν έξι μεγάλες περιφέρειες στα πλαίσια των οποίων μπορούν να λειτουργούν κάποια νομαρχιακά διαμερίσματα. Παράλληλα δε, προτείνουμε την συγχώνευση των σημερινών δήμων έτσι ώστε ο αριθμός τους να πέσει περίπου στο μισό. Προφανώς χρειάζεται να ληφθούν υπόψη οι ιδιαιτερότητες των μεγάλων πόλεων όπου είναι αναγκαίοι οι μητροπολιτικοί δήμοι αλλά και η γεωγραφική ιδιαιτερότητα των νησιών όπου χρειάζονται σχήματα τοπικής αυτοδιοίκησης προσαρμοσμένα στις ανάγκες τους. Προτείνουμε αυτές τις αλλαγές όχι προφανώς για να κάνουμε ασκήσεις επί χάρτου. Αλλά γιατί θεωρούμε ότι έτσι θα υπάρξουν οικονομίες κλίμακος καλύτερος περιφερειακός και τοπικός προγραμματισμός, λιγότερη γραφειοκρατία, αποφυγή της σύγχυσης αρμοδιοτήτων, και περισσότερη αποτελεσματικότητα. Οι προτάσεις αυτές στηρίζονται στην ευρωπαϊκή και διεθνή εμπειρία.
Υπήρξε μία πρόταση από το Βαγγέλη Μεϊμαράκη για εκλογή δημάρχων, από την πρώτη Κυριακή, στην περίπτωση που συγκεντρώσουν ποσοστό μεγαλύτερο του 42%, η οποία συζητείται. Σας βρίσκει σύμφωνο;
Η πρόταση αυτή συμπεριλαμβανόταν στο προεκλογικό πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας. Για το θέμα αυτό θα τοποθετηθεί η κυβέρνηση και θα υπάρξει διάλόγος με την ΚΕΔΚΕ και την ΕΝΑΕ για να μην αιφνιδιαστεί κανείς. Οι τελικές δε αποφάσεις θα ληφθούν από την Βουλή αφού προηγουμένως όλοι καταθέσουν τις απόψεις τους.
Και ένα τελευταίο ερώτημα. Τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρωπαϊκή Ένωση εντείνεται η συζήτηση για το ασφαλιστικό και τα προβλήματα που πρόκειται να δημιουργηθούν λόγω των αρνητικών δημογραφικών εξελίξεων. Πιστεύετε ότι το σημερινό σύστημα είναι βιώσιμο ή ότι χρειάζονται κάποιες αλλαγές;
Η κυβέρνηση παρακολουθεί το ζήτημα στενά και όπου χρειάστηκε να κάνει επείγουσες παρεμβάσεις (πχ τράπεζες ) προχώρησε σε ρύθμιση των ζητημάτων. Παράλληλα άνοιξε τον διάλογο για το ασφαλιστικό στα πλαίσια της ΟΚΕ καθώς δεν είναι διατεθειμένη να κρύψει το πρόβλημα κάτω από το χαλί. Αλλά ας μη γελιόμαστε: λόγω της αλλαγής των δημογραφικών δεδομένων αλλά και λόγω της κακοδιαχείρισης των ταμείων για πολλά χρόνια, τόσο στην Ελλάδα όσο και σε άλλες χώρες της ΕΕ υπάρχει τεράστιο πρόβλημα. Αν δεν ληφθούν μέτρα η δική μου γενιά μετά από 20 ή 25 χρόνια κινδυνεύει να πάρει συντάξεις περικεκομέννες από 30% έως 50%. Εάν δεν αντιμετωπίσουμε το ζήτημα στηριζόμενοι σε πραγματικά στοιχεία και όχι σε δογματικές αγκυλώσεις το σύστημα της αλληλεγγύης των γενεών κινδυνεύει να οδηγήσει σε πόλεμο των γενεών. Επομένως πρέπει να μελετήσουμε το σύστημα σοβαρά. Είναι ανάγκη το κράτος να εξασφαλίσει μία μίνιμουμ εθνική σύνταξη για όλους με παράλληλη λειτουργία των επαγγελματικών ταμείων για την καταβολή επικουρικών συντάξεων. Ωστόσο θα πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι σε διεθνές επίπεδο ενισχύεται με την πάροδο του χρόνου το λεγόμενο κεφαλαιοποιητικό σύστημα με την λειτουργία προσωπικών λογαριασμών. Παράλληλα με την καταβολή μίνιμουμ εθνικής σύνταξης θα πρέπει να σκεφτούμε με ποιους τρόπους θα ενισχύσουμε τον κεφαλαιοποιτηικό άξονα του συστήματος έτσι ώστε ο εργαζόμενος να μπορεί με μεγαλύτερη άνεση να προσδιορίσει ο ίδιος το ύψος της σύνταξης του. Άλλωστε ζούμε σε ελεύθερες κοινωνίες και οι πολίτες θα πρέπει να έχουν περισσότερες δυνατότητες επιλογών για το θέμα των συντάξεων τους.