Πού είναι η μπάλα ή ακριβέστερα που θα είναι μετά από λίγα χρόνια όταν πιθανότατα το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή ευρύτερα η Ευρωπαϊκή Ένωση θα έχουν παρέμβει πολύ περισσότερο από ότι μέχρι σήμερα στους κανόνες της FIFA και της UEFA; Αυτό το ερώτημα προσπαθεί να απαντήσει μεταξύ άλλων το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε μια ακρόαση που οργανώνεται στις 2 Μαΐου στις Βρυξέλλες.
Το παράθυρο άνοιξε με την υπόθεση Μπόσμαν όπου έδωσε τη δυνατότητα στους ευρωπαίους παίκτες να μετεγγράφονται ελεύθερα εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης χωρίς περιορισμούς. Ακολούθησε προσφυγή της Σαρλερουά η οποία ζητά αποζημίωση από τη FIFA για την περίοδο που παίκτης της βρέθηκε εκτός γηπέδου εξαιτίας τραυματισμού με την εθνική του ομάδα (Μαρόκο).
Ωστόσο, οι εξελίξεις αυτές έχουν διχάσει όσους ασχολούνται με τα ζητήματα αυτά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Από τη μία υπάρχουν οι υποστηρικτές της ιδέας που θέλει τον αθλητισμό εκτός εσωτερικής αγοράς κι επιμένουν σε μία μη παρεμβατική προσέγγιση από πλευράς Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από την άλλη, τόσο μια μελέτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου όσο και κάποιοι συνάδελφοι, υποστηρίζουν απόψεις οι οποίες λαμβάνουν υπ’ όψιν το κοινοτικό δίκαιο. Προς αυτή την κατεύθυνση είχε κινηθεί πριν από μερικά χρόνια απάντηση της Κομισιόν σε μένα προσωπικά, όταν είχα ζητήσει ειδική αντιμετώπιση του αθλητισμού μετά την απόφαση Μπόσμαν.
Η δεύτερη αυτή σχολή επικεντρώνεται στον οικονομικό χαρακτήρα του επαγγελματικού αθλητισμού ο οποίος θεωρείται ως τομέας παροχής υπηρεσιών (με τις ομάδες να εξισώνονται με επιχειρήσεις) και προεκτείνουν στο μέλλον το δρόμο που άνοιξε το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων με την υπόθεση Μπόσμαν, θεωρώντας ότι το κοινοτικό δίκαιο υπερέχει των ρυθμίσεων των αθλητικών ομοσπονδιών.
Θέτουν λοιπόν ερωτήματα τα οποία πιθανότατα να απαντήσει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, αν δεν απαντηθούν από τα ίδια τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τη FIFA/UEFA. Τα ζητήματα που προκύπτουν από τα ερωτήματα αυτά είναι μεταξύ άλλων:
1. Ο επαγγελματικός αθλητισμός ως παροχή υπηρεσιών (παροχή θεάματος). Ως εκ τούτου μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι εντάσσεται στην Οδηγία Μπολκεστάιν και άρα επιτρέπει την ελεύθερη διακίνηση και παροχή υπηρεσιών των συλλόγων μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, πέρα από τους κανονισμούς και τα πρωταθλήματα της UEFA. Αυτό μπορεί να ανατρέψει εξ ολοκλήρου το σημερινό καθεστώς με τα εθνικά πρωταθλήματα και τα πρωταθλήματα της UEFA, και να δημιουργήσει ένα παντελώς διαφορετικό τοπίο.
2. Ο επαγγελματικός αθλητισμός ως οικονομική δραστηριότητα που υπάγεται στις διαδικασίες του δικαίου ανταγωνισμού. Μεταξύ άλλων, η άποψη αυτή αγγίζει τη ‘δεσπόζουσα θέση’ των μεγάλων ομάδων που ενισχύεται, για παράδειγμα, από το υπάρχον σύστημα τηλεοπτικών δικαιωμάτων. Η διανομή των εσόδων από τα τηλεοπτικά δικαιώματα επιτρέπει στους ισχυρούς συλλόγους να γίνουν ισχυρότεροι και οδηγεί τους μικρούς να γίνονται πιο ανίσχυροι, αναπαράγοντας την υπάρχουσα κατάταξη κι αποτρέποντας τη δημιουργία ενός πεδίου ίσων ευκαιριών. Αυτό μπορεί να είναι αντίθετο στο κοινοτικό δίκαιο περί ανταγωνισμού. Σε αυτό το πλαίσιο υπενθυμίζονται οι ρυθμίσεις που έχουν γίνει στις ΗΠΑ όπου έχει θεσπιστεί ανώτατο όριο δαπανών των ομάδων (salary cap).
3. Ξέπλυμα χρήματος μέσα από τον επαγγελματικό αθλητισμό. Κατά πόσο πρέπει οι αθλητικοί σύλλογοι να εξαιρεθούν από τους υπάρχοντες κανόνες για το ξέπλυμα χρήματος της ΕΕ; Και αν ρητά συμπεριληφθούν ποιοί θα πληρώσουν τη νύφη;
4. Ντόπιοι παίκτες (home-grown players). Ο νέος κανονισμός που θέλει να εισάγει η FIFA για την ενθάρρυνση χρήσης εγχώριων/τοπικών ποδοσφαιρικών ταλέντων, υποστηρίζει αυτή η σχολή, δεν είναι κατ’ ανάγκη σύμφωνος με το κοινοτικό δίκαιο. Αντιθέτως, φέρνει τον αθλητισμό σε μια προ-Μπόσμαν εποχή. Γι’ αυτό υπάρχει κίνδυνος να ανατραπεί από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
5. Αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων μέσα στην ΕΕ. Συζητείται εάν η εισαγωγή ευρωπαϊκών διπλωμάτων θα εξασφαλίσει πραγματικά την ελεύθερη διακίνηση τόσο παικτών όσο και άλλων επαγγελματιών στο χώρο του αθλητισμού (όπως προπονητές, διαιτητές, φυσιοθεραπευτές κλπ).
Τα παραπάνω ζητήματα αγγίζουν και τον ελληνικό αθλητισμό. Κάποιες από τις λύσεις που είναι ενδεχόμενο να δοθούν μπορεί να ωφελήσουν τους ελληνικούς συλλόγους, ειδικά αν τους συγκρίνουμε, για παράδειγμα στο ποδόσφαιρο, με τους G-14 (14 πιο ισχυροί ευρωπαϊκοί σύλλογοι) στο θέμα των τηλεοπτικών δικαιωμάτων. Άλλες πάλι προξενούν αρνητικά συναισθήματα (πχ οι ελεύθερες εγγραφές ξένων παικτών) που μπορεί να οδηγήσουν σε εκτενέστερες συζητήσεις.
Το βέβαιο είναι ότι μετά την υπόθεση Μπόσμαν, άνοιξε ο δρόμος για δικαστικές παρεμβάσεις του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Προφανώς ούτε το Δικαστήριο, ούτε η Ευρωπαϊκή Ένωση ως σύνολο, πρέπει ή είναι σε θέση να αλλάξουν τους κανόνες του ποδοσφαίρου και του μπάσκετ (πέναλτι, οφσάιντ, φάουλ κοκ). Ωστόσο, ο επαγγελματικός αθλητισμός είναι μια δραστηριότητα που δεν εξελίσσεται εν κενώ αλλά στα πλαίσια της ΕΕ. Δεν υπάρχει καμία ρητή εξαίρεσή του από τη Συνθήκη των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Κατανοώ πλήρως την αντίδραση όλων όσων παραξενεύονται με τις απόψεις που αναπτύσσονται εδώ και υποστηρίζουν ότι ο αθλητισμός πρέπει να αφεθεί μόνος του για να προχωρήσει. Παρόλα αυτά, έχω θεσμική υποχρέωση να προειδοποιήσω για τις νομικές απόψεις οι οποίες διαμορφώνονται και μπορεί να δημιουργήσουν ένα νέο τοπίο μέσα σε λίγα χρόνια.
Αντί λοιπόν να παριστάνουμε ότι το θέμα δε μας αφορά, είναι απολύτως αναγκαίο να διερευνηθεί τι υπάγεται στις αρμοδιότητες της ΕΕ και τι σε αυτές των αθλητικών ομοσπονδιών. Ειδάλλως, το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων θα διαμορφώσει σιγά-σιγά τους δικούς του κανόνες με τους δικούς του όρους για τον επαγγελματικό αθλητισμό. Αυτοί που πρέπει να αποφασίσουν είναι ανάγκη να κινηθούν τώρα, ώστε να μην τρέχουμε αργότερα πίσω από τις εξελίξεις.