Τα πρωτοφανή γεγονότα του φθινοπώρου, η συνέχιση του πολέμου και η διεθνής ύφεση απειλούν σήμερα να προσθέσουν στην λίστα των θυμάτων τους και την τουριστική βιομηχανία. Για να μην ξυπνήσουμε, λοιπόν, δυσάρεστα στο τέλος της επόμενης τουριστικής περιόδου, καλό θα ήταν να αναζητήσουμε από σήμερα απαντήσεις στα ερωτήματα που σχετίζονται με το παρόν και το μέλλον του τουρισμού.
Άλλωστε, ερωτήματα θέτει ήδη η Ελληνική τουριστική βιομηχανία. Ερωτήματα που σχετίζονται μεταξύ άλλων, με την πορεία των ιδιωτικοποιήσεων, την πρόοδο του αναπτυξιακού νόμου, την πολιτική προσέλκυσης επενδύσεων, το σπατόσημο και την τουριστική εκπαίδευση. Οι ανησυχίες τους δεν είναι αβάσιμες. Η λογική κάποιων αρμοδίων, συμπεριλαμβανομένων δυστυχώς και κάποιων στελεχών του ΕΟΤ, ότι του χρόνου λόγω του πολέμου οι τουρίστες θα προτιμήσουν την Ελλάδα από τις μουσουλμανικές χώρες της ανατολικής Μεσογείου, ακόμη και εάν αποδειχθεί αληθινή, δεν μπορεί να αποτελεί το στήριγμα μας για το μέλλον.
Δεν μπορούμε να επαφιέμεθα στη κακή ή έστω και στη καλή μας τύχη. Για τον τουρισμό μας υπάρχουν αρνητικές εξελίξεις. Μία από αυτές είναι το ύψος των τελών του αεροδρομίου των Σπάτων το οποίο σήμερα λειτουργεί αποθαρρυντικά για τις αεροπορικές εταιρίες και τελικά για τον καταναλωτή. Ένα δεύτερο παράδειγμα είναι η πλημμελής αξιοποίηση του Β’ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης (ΚΠΣ). Ο συνολικός προϋπολογισμός του επιχειρησιακού προγράμματος “Τουρισμός” που υποβλήθηκε στην Κομισιόν το 1994 ανήρχετο στις 178 δις δρχ περίπου, για να περικοπεί στα 104 δις δρχ το 1999!
Σε άλλα θέματα (περιφερειακή ανάπτυξη, γεωργία κ.λ.π.) η χώρα μας βρίσκει στην Ε.Ε. ένα αποκούμπι. Στον τουρισμό, εάν εξαιρέσουμε το ΚΠΣ, ουσιαστική κοινοτική πολιτική δεν υπάρχει. Αμήχανα τα Κράτη Μέλη προσπαθούν να δούν πώς θα αποφύγουν τις συνέπειες της κρίσης, ενώ στις Βρυξέλλες οργανώνονται διάφορες συζητήσεις και η Κομισιόν εκδίδει ανακοινώσεις, χωρίς να υπάρχει δυνατότητα σχεδιασμού για ένα τομέα που είναι ιδιαίτερα σημαντικός για την Ευρωπαϊκή οικονομία. Ενδεικτικά, σήμερα η τουριστική βιομηχανία στην ΕΕ απασχολεί περίπου δύο εκατομμύρια επιχειρήσεις, οι οποίες συμβάλλουν στο 5% του Ευρωπαικού ΑΕΠ και καλύπτουν το 5% της απασχόλησης στην Ε.Ε.. Ενώ, τα Ευρωπαϊκά νοικοκυριά αφιερώνουν περίπου το 1/8 των εξόδων τους σε κατανάλωση που σχετίζεται με τον τουρισμό. Ωστόσο, για το τουρισμό δεν υπάρχει νομική βάση στις συνθήκες, παρά τις συνεχείς εκκλήσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Ας σημειωθεί μάλιστα ότι την ίδια στιγμή υπάρχει κοινή πολιτική για τομείς όχι περισσότερο σημαντικούς από τον τουρισμό όπως π.χ. η αλιεία.
Προφανώς αυτό που καθησύχαζε τις κυβερνήσεις μέχρι τώρα ήταν ότι οι τάσεις μέχρι στιγμής ήταν θετικές. Αν η κατάσταση ομαλοποιηθεί, προβλέπεται ότι ο τουρισμός θα έχει τα επόμενα χρόνια μια σταθερή ανάπτυξη, ταχύτερη της μέσης οικονομικής ανάπτυξης της Ε.Ε. Ο όγκος του Ευρωπαϊκού τουρισμού αναμένεται να διπλασιαστεί στα επόμενα 20 με 25 χρόνια, με μια αύξηση της τάξεως του 3% ετησίως, και η απασχόληση σε αυτόν τον τομέα αναμένεται να αυξηθεί κατά 15% μέσα στα επόμενα 10 χρόνια. Ωστόσο, η κρίση αυτή ήταν αρκετή για να ρίξει, τουλάχιστον τον πρώτο καιρό, το μέσο όρο των επισκεπτών στο Μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι από 8.000 σε 3.000 την ημέρα. Υπάρχουν δε Ευρωπαϊκές χώρες, όπως π.χ. η Ισπανία, που φοβούνται πτώση της τάξεως του 30% την επόμενη χρονιά.
Εν πάση περιπτώσει το συμπέρασμα είναι ότι η Ελλάδα ανεξάρτητα από τι θα κάνει η ΕΕ, οφείλει να δείξει τη μέγιστη δυνατή σοβαρότητα. Ας δούμε ενδεικτικά ορισμένες προτάσεις:
1. Πρέπει, να δώσουμε προτεραιότητα όχι τόσο στο μέγεθος των αφίξεων, που συνήθως μονοπωλοιύν το ενδιαφέρον, αλλά στο μέγεθος των συναλλαγματικών εισπράξεων από τον τουρισμό. Αλλά για να γίνει αυτό είναι ανάγκη να ενισχύσουμε την τουριστική μας υποδομή, με την κατασκευή μαρίνων, γηπέδων γκολφ κλπ στοχεύοντας στην βελτίωση της ποιότητας .
2. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια πρέπει να αξιοποιήσουμε τις πιστώσεις του Γ’ ΚΠΣ. Εγκρίθηκε φέτος από την Κομισιόν ο συνολικός προϋπολογισμός για το τουρισμό την περίοδο 2000-2006, ο οποίος ανέρχεται περίπου στα 208 δις, ποσό διπλάσιο από αυτό που τελικά αξιοποιήθηκε από το Β’ ΚΠΣ μετά τις περικοπές που έκανε η κυβέρνηση. Δεν θα κριθούμε όμως από τον προϋπολογισμό που εγκρίθηκε, αλλά από το ύψος των απορροφήσεων στο τέλος και κυρίως τον τρόπο που θα έχουν επενδυθεί.
3. Στο επίπεδο της παιδείας, ο εκσυγχρονισμός του θεσμικού πλαισίου που περιορίστηκε στις Σχολές Τουριστικής Εκπαίδευσης δεν επαρκεί. Δεν μπορεί να αγνοείται η εναρμόνιση και ο συντονισμός των διαφορετικών επιπέδων τουριστικής εκπαίδευσης στην χώρα μας και να παραλείπεται συνεχώς το θέμα της δημιουργίας Πανεπιστημιακών σπουδών για τον τουρισμό.
4. Πρέπει να μειωθούν περαιτέρω και μάλιστα το ταχύτερο δυνατόν, τα τέλη του αεροδρομίου των Σπάτων για να πέσει η τιμή των εισιτηρίων προς την Ελλάδα. Το σημερινό υψηλό κόστος δεν είναι καθόλου άσχετο με την λογική της σύμβασης που υπέγραψε η κυβέρνηση με τους Γερμανούς.
5. Στο μέλλον προβλέπεται ότι θα υπάρχει μια στροφή στην αγοραστική ζήτηση προς νέες μορφές τουρισμού. Ο αγροτουρισμός και ο οικοτουρισμός, οι υπηρεσίες για την τρίτη ηλικία και τα άτομα με ειδικές ανάγκες, ο χειμερινός τουρισμός είναι τομείς υποβαθμισμένοι σημαντικά στην πατρίδα μας. Οι πιστώσεις της ΕΕ για τον αγροτουρισμό δεν αξιοποιούνται σωστά και πάντως δεν καταλήγουν στην οργάνωση ολοκληρωμένων δικτύων για την προσέλκυση και διάχυση των τουριστών. Για τα άτομα με ειδικές ανάγκες, που είναι το 10% του πληθυσμού της ΕΕ δεν υπάρχουν στο βαθμό που θα έπρεπε οι αναγκαίες υποδομές. Το ίδιο και για τους ηλικιωμένους, που αναμένεται μέχρι το 2020 να έχουν αυξηθεί κατά 17 εκ. στις χώρες μέλη της ΕΕ. Δεν υπάρχει επίσης σχέδιο για το χειμερινό τουρισμό στη χώρα μας, με αποτέλεσμα το 1998 ο χειμερινός τουρισμός να είναι μειωμένος κατά 38% σε σχέση με το 1975, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα στις ανταγωνίστριες ευρωπαϊκές χώρες (Ιταλία, Πορτογαλία, Ισπανία, Γαλλία) οι χειμερινοί τουρίστες αυξήθηκαν κατά 62%.