Απαντώντας σε πρόσφατη ερώτησή σας, ο αρμόδιος κοινοτικός Επίτροπος έδωσε στοιχεία σύμφωνα με τα οποία η Ελλάδα αναδείχθηκε «πρωταθλήτρια» στην απώλεια κονδυλίων από το Β’ ΚΠΣ μεταξύ των χωρών της συνοχής. Πού πιστεύετε ότι οφείλεται αυτή η αρνητική επίδοση;
Χάσαμε οριστικά από το Β ΚΠΣ πάνω από ένα δις € σε σύνολο 17 δις € περίπου. Το ποσοστό των απωλειών είναι 6,87% επί του συνόλου των πόρων που μας αναλογούσαν, και μας κατατάσσει στην πρώτη θέση στις απώλειες μεταξύ των χωρών συνοχής (τα αντίστοιχα ποσοστά για την Ιρλανδία και την Ισπανία κυμαίνονται λίγο πάνω από το 2% ενώ η Πορτογαλία καταγράφει απώλειες της τάξεως του 1,76 %). Ας σημειωθεί εδώ ότι στον πίνακα των απωλειών πάνω από εμάς βρίσκονται χώρες όπως η Ολλανδία, το Λουξεμβούργο και η Σουηδία των οποίων οι πολιτικές που υλοποιούνται μέσω των Διαρθρωτικών Ταμείων έχουν μάλλον συμβολικό χαρακτήρα. Από το 6,87% των απωλειών το 1,85 % οφείλεται σε ανακτήσεις, δηλαδή σε πρόστιμα, και το υπόλοιπο 5,02% οφείλεται σε αποδεσμεύσεις. Στην αναποτελεσματικότητα της διαχείρισης των κοινοτικών πόρων την προηγούμενη δεκαετία καταγράφονται όλες οι αδυναμίες της προηγούμενης κυβέρνησης και του κρατικού μηχανισμού: κακός προγραμματισμός, αδυναμία υποβολής ώριμων έργων, ατασθαλίες, κακοτεχνίες κλπ.
Τι πρέπει να γίνει ώστε να αποφευχθούν ανάλογες επιδόσεις στο μέλλον;
Αυτή την στιγμή γίνεται μία πολύ μεγάλη προσπάθεια για το Γ ΚΠΣ. τόσο τεχνική όσο και δημοσιονομική μέχρι και το 2008 για να απορροφήσουμε τους πόρους που απομένουν. Η κληρονομιά ΠΑΣΟΚ ήταν πολύ βαριά καθώς μέχρι το τέλος του 2003 ήμασταν τελευταίοι στις δεσμεύσεις και προτελευταίοι στις απορροφήσεις μεταξύ των 15. Μέχρι τώρα έχει δεσμευθεί το 66% των πόρων και η κανονική περίοδος τελειώνει φέτος. Το 2008 είναι η καταληκτική χρονιά βάση του ν+2. Το μόνο σίγουρο είναι ότι θα βρισκόμαστε σε κατάσταση επιφυλακής μέχρι και την τελευταία στιγμή. Στον τομέα τώρα του Δ ΚΠΣ παρά την επιτυχία της κυβέρνησης να δεσμεύσει -στη διευρυμένη πλέον ΕΕ- ένα αρκετά μεγάλο ποσό για την ερχόμενη προγραμματική περίοδο (2007-2013), η θετική έκβαση της προσπάθειας δεν θα εξαρτηθεί μόνο από την απορρόφηση, αλλά και από τον τρόπο που θα αξιοποιηθούν οι πόροι. Δηλαδή, από την προστιθέμενη αξία των έργων και των προγραμμάτων που θα πρέπει να έχουν ως επίκεντρο την ελληνική περιφέρεια, αλλά και δυναμικούς τομείς όπως η εκπαίδευση, η κατάρτιση και οι νέες τεχνολογίες, Και όλα αυτά θα μπορούν να γίνουν μόνο αν μπορέσουμε να χτυπήσουμε το γραφειοκρατικό και «αγχωτικό» τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζαμε τόσο καιρό την διαχείριση των κοινοτικών κονδυλίων. Η κυβέρνηση με αυτή τη λογική σχεδιάζει νέες και πιο απλές δομές :με λιγότερα προγράμματα, με λιγότερες διαχειριστικές επιτροπές, με λιγότερη γραφειοκρατία. Με μεγαλύτερη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα σε έργα και προγράμματα προκειμένου να έχουμε πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα.
Την ίδια ώρα, η Κομισιόν δηλώνει ότι προτίθεται να προχωρήσει σε επιπλέον περικοπές κοινοτικών πόρων για τη χώρα μας, λόγω της εφαρμογής του κανόνα «ν+2» για το 2005, και επισημαίνει ότι ο μεγάλος αριθμός αιτήσεων εξαίρεσης το 2004 και 2005 δημιουργεί κινδύνους απώλειας χρημάτων για το 2006 και το 2007, ενώ βγάζει στο «κόκκινο» έργα από το πρόγραμμα για τους «Οδικούς Άξονες» του Β’ ΚΠΣ. Πώς μπορεί να «συμμαζευτεί» αυτή η κατάσταση;
Δεν είναι θέμα προθέσεων της Κομισιόν οι περικοπές των κοινοτικών κονδυλίων. Είναι καθαρά θέμα αποτελεσματικής ή όχι διαχείρισης από τη δική μας την πλευρά. Η κατάσταση όπως σας εξήγησα είναι δύσκολη και οι αρμόδιοι από την πλευρά της κυβέρνησης θα παραμείνουν επιφυλακή μέχρι την τελευταία στιγμή προκειμένου να αποφθεχθούν δυσμενείς εξελίξεις.
Πολύς θόρυβος γίνεται το τελευταίο διάστημα σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει η Ε.Ε. την πορεία της ελληνικής οικονομίας, με αφορμή το θέμα της «απογραφής». Ποιο είναι πραγματικά το κλίμα για τη χώρα μας στις Βρυξέλλες;
Καλύτερη απάντηση στην ερώτησή σας από την πρόσφατη θετική τοποθέτηση του ECOFIN για την πορεία του προγράμματος σταθερότητας της χώρας μας, αλλά και τα θετικά συμπεράσματα της έκθεσης της Επιτροπής για την πορεία της ελληνικής οικονομίας δεν θα μπορούσε να υπάρξει. Η οικονομία αρχίζει ήδη να βρίσκει ένα καλύτερο βηματισμό: οι ρυθμοί ανάπτυξης παραμένουν υπερδιπλάσιοι από το μέσο όρο της Ευρωζώνης, η ανεργία -η οποία καταγράφεται με την ίδια μέθοδο που την κατέγραφε και το ΠΑΣΟΚ- αποκλιμακώθηκε κατά περίπου μιάμιση ποσοστιαία μονάδα, οι εξαγωγές μας αυξήθηκαν, το ίδιο και το τουριστικό συνάλλαγμα. Πιστεύω ότι στο μέλλον θα αρχίσουν να αποδίδουν και τα μέτρα διαρθρωτικού χαρακτήρα που πήρε η κυβέρνηση (ωράριο, μεγαλύτερη ευελιξία στην αγορά εργασίας, παρεμβάσεις στο ασφαλιστικό των τραπεζών, κλπ) έτσι ώστε τα αποτελέσματα της πολιτικής μας να είναι περισσότερο ορατά. Όσον αφορά τώρα την «απογραφή» για μία ακόμα φορά θέλω να τονίσω ότι η αλήθεια στη πολιτική, αλλά και στην οικονομία δεν έβλαψε ποτέ κανέναν.
Η «μάχη» για την έγκριση του Προϋπολογισμού 2007-2013 της Ε.Ε. κατέδειξε ότι οι ισορροπίες αλλάζουν στο εσωτερικό της Ένωσης μετά και την τελευταία διεύρυνση. Τι σημαίνει αυτό για την Ελλάδα και πώς θα μας επηρεάσει τα επόμενα χρόνια;
Η διεύρυνση της ΕΕ έχει δημιουργήσει ένα νέο σκηνικό. Οι δέκα νέες χώρες με μεγαλύτερες ανάγκες θα γίνουν οι κύριοι αποδέκτες των κοινοτικών πόρων από ένα προϋπολογισμό αισθητά μικρότερο από αυτόν που θα επιθυμούσαμε. Ακόμα όμως και έτσι τα κονδύλια δεν είναι ευκαταφρόνητα και μπορούν να συντελέσουν στην επιτάχυνση της περιφερειακής ανάπτυξης και την επίτευξη του στόχου της συνοχής. Το μελλοντικό στοίχημα λοιπόν για την ΕΕ, είναι η σωστή αξιοποίηση των πόρων, κοινοτικών και εθνικών, με παράλληλη ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και στήριξη των πολιτικών συνοχής. Γι’ αυτό θα πρέπει η ΕΕ στο σύνολό της να αναδείξει τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα. Και αυτά τα πλεονεκτήματα δεν απορρέουν ούτε από την παραδοσιακή γεωργία ούτε από τις παλιές μορφές βιομηχανίας. Αλλά από τον τομέα των υπηρεσιών και από τα προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας. Εκεί θα πρέπει στο μέλλον να επικεντρώσουμε την προσπάθειά μας. Σε τομείς όπου για λόγους εκπαίδευσης υψηλής κατάρτισης και εξειδίκευσης μπορούμε να έχουμε αποτελέσματα. Στο ίδιο μήκος κύματος θα πρέπει να κινηθεί και η χώρα μας καθώς δεν έχει άλλη επιλογή. Και για να γίνει αυτό θα πρέπει να αφήσουμε οριστικά στο παρελθόν όλους του παράγοντες που αποτελούσαν για χρόνια τα «βαρίδια» για την ανάπτυξη. Δηλαδή, το εκτεταμένο και αντιπαραγωγικό κρατικό τομέα, την γραφειοκρατία και την διαφθορά. Το νέο αναπτυξιακό μοντέλο που θα παράγει πλούτο και δεν θα μοιράζει φτώχεια θα πρέπει να αξιοποιεί στο έπακρο τα δικά μας συγκριτικά πλεονεκτήματα: την ναυτιλία, τον ποιοτικό τουρισμό, τις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, τις νέες τεχνολογίες, την εκπαίδευση. Αυτός θα πρέπει να είναι ο στόχος, το όραμά μας και η πρόκληση για το μέλλον.
Πώς αντιμετωπίζετε εσείς προσωπικά την προοπτική περαιτέρω διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης;
Έτσι και αλλιώς η περαιτέρω διεύρυνση θα αργήσει. Το νωρίτερο που θα λάβει χώρα σύμφωνα με αποφάσεις του Συμβουλίου είναι το 2014. Δεν αναφέρομαι προφανώς στην ήδη αποφασισθείσα διεύρυνση για την Βουλγαρία και την Ρουμανία, αλλά στην μετέπειτα φάση που μπορεί να αφορά στην Τουρκία, στα Σκόπια, στην Κροατία. Εκεί, το μεγαλύτερο πρόβλημα γεννάται με την Τουρκία η οποία θα πρέπει μόνη της να αποφασίσει εάν θα επιταχύνει τον βηματισμό της προς την Ευρώπη. Το ζητούμενο δεν είναι να προσαρμοστεί η Ευρώπη προς τα τουρκικά δεδομένα, αλλά η Τουρκία προς τα ευρωπαϊκά. Όσο γίνει γρηγορότερα κατανοητό αυτό στην γείτονα χώρα τόσο καλύτερα θα υπηρετηθεί το συμφέρον της Τουρκίας, αλλά και της ευρύτερης περιοχής. Είναι ατυχές το γεγονός ότι το τελευταίο διάστημα μαζεύονται αρκετά σύννεφα τόσο στις Βρυξέλλες όσο και στην Άγκυρα. Αυτό θα πρέπει να μας προβληματίσει όλους, ιδιαίτερα του γείτονες μας οι οποίοι θα έχουν την μεγαλύτερη απώλεια από ενδεχόμενη διακοπή των ενταξιακών τους διαπραγματεύσεων.