Κωστής Χατζηδάκης

Generic selectors
Exact matches only
Search in title
Search in content
Post Type Selectors

“Η ύφεση, οι φόροι και οι ντροπαλές μεταρρυθμίσεις” – άρθρο Κωστή Χατζηδάκη στην ιστοσελίδα capital.gr

 



Image-1_1“Η κυβέρνηση έχει ως δυνατό της σημείο τις λαικιστικές κορώνες”, υπογραμμίζει, μεταξύ των άλλων, ο Κωστής Χατζηδάκης στο άρθρο του στην ιστοσελίδα capital.gr, “αλλά επιδεικνύει πλήρη ανεπάρκεια εκεί που μετράει: Στην τεχνογνωσία, στο έργο, στο αποτέλεσμα. Δεν είναι να απορεί κανείς που η οικονομία κάνει βήματα προς τα πίσω και η ανεργία φουντώνει. Δεν είναι να απορεί κανείς που στο βάθος της παρούσας πορείας ο ορίζοντας μοιάζει πιο γκρίζος από ποτέ”.    

 

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΑΡΘΡΟ  

 

 

 

 

Η ύφεση, οι φόροι και οι ντροπαλές μεταρρυθμίσεις

του Κωστή Χατζηδάκη

Τα πρόσφατα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Ευρωπαϊκή Κομισιόν επιβεβαιώνουν αυτό που έχουν νιώσει στην καθημερινότητά τους οι Έλληνες πολίτες εδώ και μήνες: Η Ελλάδα, πάνω που είχε αρχίσει το 2014 να σηκώνει κεφάλι, ξανακύλησε στην ύφεση, από την οποία δεν προβλέπεται να βγει ούτε του χρόνου.

Ακόμα και ο πιο ένθερμος υποστηρικτής της σημερινής κυβέρνησης θα δυσκολευόταν να βρει κάποιο θετικό αποτέλεσμα της πολιτικής της στην οικονομία. Αντίθετα, θα μπορούσε να υποδείξει κανείς το γεγονός ότι έχει καταφέρει, μέσα σε λιγότερο από δύο μήνες, να μοιάζει ήδη γερασμένη και με πλήρη απουσία κατεύθυνσης.

Ποιά δείγματα γραφής έχει δώσει η κυβέρνηση στη νέα, «μνημονιακή» εποχή της;

Για αρχή, μια εμμονή στην υπερφορολόγηση. Η υψηλή φορολόγηση ήταν, φυσικά, ένα λάθος στο οποίο υπέπεσε επανειλημμένως και η προηγούμενη κυβέρνηση. Με την οικονομία να μπαίνει στο δρόμο της ανάκαμψης όμως, είχε ξεκινήσει η μείωση των φόρων, όπως πχ του ΦΠΑ στην εστίαση, της έκτακτης εισφοράς κλπ. Η σημερινή κυβέρνηση η οποία ήρθε αρχικά στην εξουσία με κάλπικες υποσχέσεις για μείωση φορολογίας -ξεκινώντας από την αείμνηστη κατάργηση του ΕΝΦΙΑ- όχι μόνο δεν υλοποίησε ούτε στο ελάχιστο τις δεσμεύσεις αυτές, αλλά αύξησε ακόμη περισσότερο το φορολογικό βάρος που καλούνται να σηκώσουν οι Έλληνες και οι Ελληνίδες.

Αυτή η καταστροφική τακτική συνοδεύεται από την σχεδόν ολοκληρωτική απουσία πρωτοβουλιών για να μπει ξανά μπροστά η μηχανή της ελληνικής οικονομίας. Το νέο ΕΣΠΑ είναι εν πολλοίς παγωμένο, ενώ τα δημόσια έργα είναι ημιλιπόθυμα, συμπεριλαμβανομένων και των τεσσάρων μεγάλων αυτοκινητοδρόμων. Φυσικά, ούτε λόγος για κινήσεις στήριξης της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και της επιχειρηματικότητας. Αντίθετα, τα capital controls που επιβλήθηκαν από το καλοκαίρι κρατούν παγωμένη την αγορά.

Οι ιδιωτικοποιήσεις βρίσκονται κι αυτές σε τέλμα, τη στιγμή που η χώρα έχει τόσο μεγάλη ανάγκη για προσέλκυση επενδύσεων. Μόνη εξαίρεση η πώληση των περιφερειακών αεροδρομίων η οποία είχε δρομολογηθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση και φαίνεται να ολοκληρώνεται, επιτέλους, μετά από μεγάλες καθυστερήσεις. Ακόμα και αυτή η πρωτοβουλία όμως βάλλεται από το εσωτερικό της κυβέρνησης και μάλιστα από τον καθ’ ύλην αρμόδιο, τον Υπουργό Υποδομών κ. Σπίρτζη, ο οποίος δήλωσε ότι «θα κλάψουμε» για αυτή!

Η ανωτέρω δήλωση είναι ενδεικτική της γενικότερης στρατηγικής του «κρυφτού» που παίζει η κυβέρνηση με τις ελάχιστες μεταρρυθμίσεις που η ίδια φέρνει. Το είδαμε και στην πρόσφατη συζήτηση επί του νομοσχεδίου για τα προαπαιτούμενα, όταν τα αρμόδια κυβερνητικά στελέχη αρνούνταν πεισματικά να εξηγήσουν τη λογική μέτρων που καλούσαν τη Βουλή να ψηφίσει. Είναι σαφές ότι αναγνωρίζουν πως όσο πιο γρήγορα ξεθωριάσει η σημαία του «όχι σε όλα» που ανέμιζαν με μένος τόσα χρόνια, τόσο πιο πολύ θα πλησιάσει η μέρα που θα καταστούν περιττοί στην πολιτική ζωή της χώρας. Η γενικότερη αδράνεια στο μεταρρυθμιστικό μέτωπο καθίσταται ακόμη πιο έντονα αισθητή από το γεγονός πως έρχεται μετά από μια περίοδο κατά την οποία η Ελλάδα ήταν η κορυφαία χώρα στην υλοποίηση  μεταρρυθμίσεων σύμφωνα με τη σχετική λίστα του ΟΟΣΑ.

Παρατηρούμε, λοιπόν, μια κυβέρνηση που έχει ως δυνατό της σημείο τις  λαϊκίστικες κορώνες, αλλά επιδεικνύει πλήρη ανεπάρκεια εκεί που μετράει: Στην τεχνογνωσία, στο έργο, στο αποτέλεσμα. Δεν είναι να απορεί κανείς που η οικονομία κάνει βήματα προς τα πίσω και η ανεργία φουντώνει. Δεν είναι να απορεί κανείς που στο βάθος της παρούσας πορείας ο ορίζοντας μοιάζει πιο γκρίζος από ποτέ.

 

 

 

 

Μετάβαση στο περιεχόμενο