Την σημαντική βραδυπορία της χώρας μας στην παροχή σύγχρονων υπηρεσιών Internet όπως είναι οι ευρυζωνικές συνδέσεις, στους Έλληνες πολίτες, με ευθύνες της κυβέρνησης, επισημαίνει ο αρμόδιος επίτροπος Erkki Liikanen, απαντώντας σε δύο ερωτήσεις του κ. Κωστή Χατζηδάκη, ευρωβουλευτή της Νέας Δημοκρατίας. Η πρώτη ερώτηση αφορούσε την εξαιρετικά ακριβή και καθυστερημένη διάθεση στην Ελλάδα της υπηρεσίας ADSL (ασύγχρονη ψηφιακή συνδρομητική γραμμή), η οποία επιτρέπει στους χρήστες αδιάκοπη και ταχύτατη πρόσβαση στο Διαδίκτυο. Ως προς τα αίτια αυτής της καθυστέρησης, ο κ. Liikanen εστιάζει τις παρατηρήσεις του στη μη μεταφορά του νέου κοινοτικού πλαισίου για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες στην εθνική νομοθεσία της χώρας μας, όπως και στην τιμολογιακή πολιτική του ΟΤΕ.
Ειδικότερα, ο κ. Liikanen ενημερώνει τον ευρωβουλευτή της ΝΔ ότι το νέο κοινοτικό πλαίσιο έχει τεθεί σε ισχύ εδώ και πέντε μήνες περίπου (25 Ιουλίου 2003) και όμως στην Ελλάδα εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι προηγούμενες κοινοτικές διατάξεις. Ως εκ τούτου, διευκρινίζει ο επίτροπος, η Επιτροπή “έχει κινήσει κατά της Ελλάδας διαδικασίες για παράβαση για μη ανακοίνωση των μέτρων μεταφοράς” – εύσχημη διατύπωση για τη μη ενσωμάτωση του νέου κοινοτικού πλαισίου στο εθνικό μας δίκαιο.
Ως προς το υψηλό κόστος της υπηρεσίας ADSL στη χώρα μας, ο επίτροπος αφήνει αιχμές για πιθανή κατάχρηση του ΟΤΕ της δεσπόζουσας θέσης του στην αγορά τηλεπικοινωνιών έναντι των ιδιωτικών εταιριών. Σε ό,τι αφορά την περιορισμένη απόσταση μεταξύ τιμών χονδρικής και λιανικής στην παροχή γραμμών ADSL, γεγονός που μειώνει αισθητά τα περιθώρια κέρδους των ιδιωτικών ανταγωνιστών του ΟΤΕ και επομένως αποθαρρύνει τη συμμετοχή τους στην αγορά – ανεβάζοντας έτσι τις τιμές λιανικής και ζημιώνοντας τους καταναλωτές – η Επιτροπή διευκρινίζει πως παρακολουθεί την υπόθεση πολύ προσεκτικά. Επισημαίνει δε ότι, σε περίπτωση που η συμπεριφορά του ΟΤΕ κριθεί ασύμβατη με τις υποχρεώσεις του βάσει του Άρθρου 82 της Συνθήκης ΕΚ, “είτε θα κινήσει διαδικασίες για παράβαση … είτε θα ασκήσει τις εξουσίες της, οι οποίες απορρέουν από τους κανόνες περί ανταγωνισμού της Συνθήκης ΕΚ”.
Με όλα αυτά, κάθε άλλο παρά έκπληξη αποτελεί η δεύτερη απάντηση του επιτρόπου ότι η Ελλάδα “καταλάμβανε την τελευταία θέση σε ευρωπαϊκό επίπεδο (15 κράτη μέλη) με ποσοστό πρόσβασης των νοικοκυριών στα τέλη 2002 της τάξεως του 12%, ενώ ο μέσος κοινοτικός όρος ανερχόταν στο 43%”.
Σχολιάζοντας τα στοιχεία αυτά, ο κ. Χατζηδάκης επεσήμανε: “Η κυβερνητική ανοχή στα καμώματα του ΟΤΕ συμβάλλει στο υψηλό κόστος σύνδεσης με το Διαδίκτυο – πολλαπλάσιο του κοινοτικού μέσου όρου – και δυσχεραίνει σε μεγάλο βαθμό τη διείσδυση των νέων τεχνολογιών στην Ελλάδα. Είναι ολοφάνερο ότι η πολιτική της κυβέρνησης σε ό,τι αφορά τις νέες τηλεπικοινωνιακές τεχνολογίες και την ευεργετική εισαγωγή τους στη ζωή των πολιτών περισσότερο ως φρένο λειτουργεί παρά εξασφαλίζει τα τόσο αναγκαία οφέλη για τη χώρα μας!”