Το 60% των αστικών αποβλήτων διατίθεται σε χωματερές που δεν πληρούν τις προδιαγραφές της κοινοτικής νομοθεσίας, ενώ η ίδια η κυβέρνηση αναγνωρίζει ότι στην Ελλάδα υπάρχουν 1458 παράνομες ή ανεξέλεγκτες χωματερές. Παράλληλα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ήδη ξεκινήσει τις διαδικασίες παραπομπής της Ελλάδας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Τα παραπάνω προκύπτουν από την απάντηση της Επιτρόπου αρμόδιας για θέματα περιβάλλοντος κ. Μαργκό Βάλστρομ σε ερώτηση του ευρωβουλευτή της Νέας Δημοκρατίας κ. Κωστή Χατζηδάκη σχετικά με τους χώρους υγειονομικής ταφής στην Ελλάδα.
Η κ. Βάλστρομ στην απάντησή της προς τον κ. Χατζηδάκη επισημαίνει ότι η Επιτροπή ξεκίνησε τον Ιούλιο του 2002 τη διαδικασία παραπομπής στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο δυνάμει του άρθρου 226 της Συνθήκης Ίδρυσης της Κοινότητας. Τον Δεκέμβριο του 2002, η Κομισιόν προχώρησε στο δεύτερο στάδιο, εκδίδοντας “αιτιολογημένη γνώμη”, με την οποία καλεί την Ελλάδα να λάβει τα αναγκαία μέτρα, προκειμένου να συμμορφωθεί με την οδηγία 75/442/ΕΟΚ, όπως αυτή τροποποιήθηκε από την οδηγία 91/156 ΕΟΚ και την οδηγία 1999/31 ΕΚ περί υγειονομικής ταφής αποβλήτων. Η κ. Βάλστρομ τονίζει στην απάντησή της ότι: «Εάν η Ελλάδα δεν συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις της όπως απορρέουν από την κοινοτική νομοθεσία, η Επιτροπή δεν θα διστάσει να φέρει το θέμα ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου».
Στη συνέχεια την απάντησής της προς τον κ. Χατζηδάκη, η Επίτροπος αναφέρει ότι αυτή την στιγμή στην Ελλάδα το 60% των αστικών αποβλήτων διατίθεται σε χωματερές που δεν πληρούν τις απαιτήσεις που θέτει η κοινοτική νομοθεσία, ενώ μόνο το 33% των αστικών αποβλήτων διατίθεται σε χώρους υγειονομικής ταφής. Καταλήγοντας στην απάντησή της προς τον κ. Χατζηδάκη η κ. Βάλστρομ επισημαίνει ότι οι ελληνικές αρχές αναγνώρισαν ότι στην Ελλάδα υπάρχουν 1458 παράνομες ή ανεξέλεγκτες χωματερές και γι’ αυτό το λόγο χρησιμοποιούν τους πόρους των Διαρθρωτικών Ταμείων και του Ταμείου Συνοχής, προκειμένου να δημιουργηθούν νέοι χώροι υγειονομικής ταφής απορριμμάτων που να ανταποκρίνονται στις κοινοτικές προδιαγραφές. Η κυβέρνηση έχει υποσχεθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ότι θα αντιμετωπίσει το θέμα έως το 2007.