Μόνη λύση, να εκπλήξουμε θετικά
Του Κωστή Χατζηδάκη, Τομεάρχη Ανάπτυξης και Βουλευτή Β’Αθηνών της ΝΔ
H κατάσταση της ελληνικής οικονομίας επιδεινώνεται ολοένα και περισσότερο. Το θερμόμετρο των αγορών δείχνει ότι, παρά την απόφαση της Συνόδου της 21ης Ιουλίου, ο πυρετός, έτσι όπως καταγράφεται στα spreads, έγινε ακόμα υψηλότερος. Το στοιχείο αυτό συνοδεύεται από άλλα, εξίσου ανησυχητικά. Η επίσημα καταγεγραμμένη ανεργία κυμάνθηκε τον Mάιο στο 16,6% με αυξητικές τάσεις. Η ύφεση κινείται στο δυσθεώρητο 7% με δυσμενείς προβλέψεις για τα τέλη του έτους. Το έλλειμμα του τακτικού προϋπολογισμού είναι, για το πρώτο επτάμηνο του ’11, κατά 48% μεγαλύτερο από το αντίστοιχο διάστημα του ’10. Για την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, η όποια περίοδος χάριτος μετά τον πρόσφατο ανασχηματισμό δεν είχε κανένα αντίκρυσμα. Η συνοχή του κυβερνητικού σχήματος δοκιμάζεται συνεχώς με εσωτερικές κρίσεις και εντάσεις μεταξύ των μελών του υπουργικού συμβουλίου. Παρά τις απεγνωσμένες κινήσεις του κ. Παπανδρέου, συνεχίζουμε να βρισκόμαστε μπροστά σε μια δραματική οικονομική πραγματικότητα με άδηλη συνέχεια.
Δεν μπορούμε να μείνουμε αδρανείς, ούτε και να κάνουμε, ταυτοχρόνως, τα πάντα. Αυτό που μας απομένει είναι να εκπλήξουμε θετικά τις αγορές και την Ευρώπη, επικεντρώνοντας σε μερικούς τομείς κομβικής σημασίας. Προτείνω τρεις: τη φοροδιαφυγή, τις αποκρατικοποιήσεις και την προσέλκυση επενδύσεων.
Στη φοροδιαφυγή, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, από τις αρχές του έτους μέχρι τα τέλη Αυγούστου υπάρχουν πάνω από 358.000 φορολογικές υποθέσεις που λιμνάζουν στα συρτάρια των εφοριών. Ο αριθμός αυτός ισοδυναμεί με το 70% του συνόλου των φορολογικών υποθέσεων που έχουν ανατεθεί στις 288 ΔΟΥ της χώρας. Η κυβέρνηση οφείλει να κάνει μια ουσιαστική εκστρατεία και να κινητοποιήσει ό,τι καλύτερο έχει ο τόπος στο συγκεκριμένο πεδίο, ώστε να υπάρξει μια συστηματική μάχη με ανθρώπινους και τεχνικούς πόρους για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.
Στις αποκρατικοποιήσεις η Κυβέρνηση εξακολουθεί να βρίσκεται σε σύγχυση, σε μια πολύ κρίσιμη περίοδο. Αρχικά, ακύρωσε, με την ανάληψη των καθηκόντων της, πέντε δικά μας σχέδια αποκρατικοποιήσεων ως ανάλγητα και νεοφιλελεύθερα. Το 2010 έκλεισε για πρώτη φορά, μετά από πολλά χρόνια, χωρίς έσοδα από τις αποκρατικοποιήσεις για το Ελληνικό Δημόσιο. Επιπλέον, η χαρακτηριστική καθυστέρηση της περαιτέρω πώλησης ποσοστού του ΟΤΕ που υλοποιήθηκε μόλις τον περασμένο Ιούνιο δεν είχε το όφελος που θα μπορούσε να έχει, αν γινόταν πέντε-έξι μήνες νωρίτερα. Ούτε λίγο, ούτε πολύ χάθηκαν για το δημόσιο 100 εκατομμύρια ευρώ. Ασφαλώς, η χρηματιστηριακή συγκυρία δε βοηθά. Αλλά, ξεκινώντας από τις μη εισηγμένες εταιρείες για εξεύρεση στρατηγικών επενδυτών και από την αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας του δημοσίου θα δοθεί μια αναπτυξιακή ώθηση στην οικονομία που σταδιακά μπορεί να ωθήσει και το Χρηματιστήριο προς τα πάνω. Σε κάθε περίπτωση, οι αποκρατικοποιήσεις – αν γίνουν σωστά- δεν έχουν μόνο ταμειακό, αλλά και αναπτυξιακό χαρακτήρα.
Στο ζήτημα της προσέλκυσης επενδύσεων και τη δημιουργία φιλικού περιβάλλοντος για την επιχειρηματικότητα, τα νομοσχέδια για την απλοποίηση αδειοδότησης επαγγελματικών δραστηριοτήτων και τοfast track, τα οποία ψηφίσαμε και εμείς ως αντιπολίτευση, δεν αρκούν. Στον τομέα της ανταγωνιστικότητας, σύμφωνα με έκθεση του International Institute for Management and Development (IMD), η Ελλάδα κατέλαβε το 2011 την 56η θέση μεταξύ 59 χωρών, που μελετώνται διεθνώς από το Ινστιτούτο, σημειώνοντας πτώση κατά 10 θέσεις σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο. Η χώρα χρειάζεται αυτή τη στιγμή ένα αναπτυξιακό σοκ, στέλνοντας ένα μήνυμα στις διεθνείς αγορές πως διδάχθηκε από την κρίση και αλλάζει ριζικά πορεία στηριγμένη στην τόνωση της επιχειρηματικότητας και την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας. Επιβάλλεται, λοιπόν, όπως έχει προτείνει η Νέα Δημοκρατία, να χαμηλώσουν οι συντελεστές φορολόγησης των επιχειρήσεων, στις οποίες η διαρκώς αυξανόμενη φορολογία αποτελεί δυσβάστακτο βάρος. Μετά από τη μείωση των συντελεστών, χρήσιμο θα ήταν να επιδιωχθεί η καθιέρωση ενός σταθερού φορολογικού συστήματος για ορισμένα χρόνια, μια εξέλιξη που θα συνεισφέρει στο να γίνει πιο ελκυστικό και ασφαλές το επενδυτικό περιβάλλον στην Ελλάδα. Και ακόμα: γρήγορη έκδοση αποφάσεων της δικαιοσύνης σε περίπτωση νέων επενδυτικών σχεδίων και ουσιαστικά μέτρα -στο πρότυπο άλλων χωρών – για την κατοχύρωση της διαφάνειας στα μάτια των επενδυτών.
Η Ιρλανδία είναι ήδη σε ελαφρά θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης και η Πορτογαλία αξιολογείται θετικά από την Κομισιόν στο πρόγραμμα εξυγίανσης που εκτελεί. Εδώ το πρόβλημα είναι ανεξέλεγκτο και η κατάσταση οδηγείται από το κακό στο χειρότερο. Μαγικές συνταγές δεν υπάρχουν, από την άλλη, όμως, και η πολιτική της Κυβέρνησης δεν είναι σε καμιά περίπτωση μονόδρομος. Ανακτώντας την εμπιστοσύνη των αγορών και των επενδυτών, πρέπει να βγούμε από το βαθύ πηγάδι της ύφεσης. Δε θα συμβεί με θεωρίες, ούτε με καλές προθέσεις. Θα συμβεί μόνο αν κάνουμε τη δουλειά μας σε μερικούς καίριους τομείς, σαν και αυτούς που υπέδειξα παραπάνω. Αλλά δεν έχουμε χρόνο. Και χρειάζεται δράση επειγόντως.
H κατάσταση της ελληνικής οικονομίας επιδεινώνεται ολοένα και περισσότερο. Το θερμόμετρο των αγορών δείχνει ότι, παρά την απόφαση της Συνόδου της 21ης Ιουλίου, ο πυρετός, έτσι όπως καταγράφεται στα spreads, έγινε ακόμα υψηλότερος. Το στοιχείο αυτό συνοδεύεται από άλλα, εξίσου ανησυχητικά. Η επίσημα καταγεγραμμένη ανεργία κυμάνθηκε τον Mάιο στο 16,6% με αυξητικές τάσεις. Η ύφεση κινείται στο δυσθεώρητο 7% με δυσμενείς προβλέψεις για τα τέλη του έτους. Το έλλειμμα του τακτικού προϋπολογισμού είναι, για το πρώτο επτάμηνο του ’11, κατά 48% μεγαλύτερο από το αντίστοιχο διάστημα του ’10. Για την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, η όποια περίοδος χάριτος μετά τον πρόσφατο ανασχηματισμό δεν είχε κανένα αντίκρυσμα. Η συνοχή του κυβερνητικού σχήματος δοκιμάζεται συνεχώς με εσωτερικές κρίσεις και εντάσεις μεταξύ των μελών του υπουργικού συμβουλίου. Παρά τις απεγνωσμένες κινήσεις του κ. Παπανδρέου, συνεχίζουμε να βρισκόμαστε μπροστά σε μια δραματική οικονομική πραγματικότητα με άδηλη συνέχεια.
Δεν μπορούμε να μείνουμε αδρανείς, ούτε και να κάνουμε, ταυτοχρόνως, τα πάντα. Αυτό που μας απομένει είναι να εκπλήξουμε θετικά τις αγορές και την Ευρώπη, επικεντρώνοντας σε μερικούς τομείς κομβικής σημασίας. Προτείνω τρεις: τη φοροδιαφυγή, τις αποκρατικοποιήσεις και την προσέλκυση επενδύσεων.
Στη φοροδιαφυγή, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, από τις αρχές του έτους μέχρι τα τέλη Αυγούστου υπάρχουν πάνω από 358.000 φορολογικές υποθέσεις που λιμνάζουν στα συρτάρια των εφοριών. Ο αριθμός αυτός ισοδυναμεί με το 70% του συνόλου των φορολογικών υποθέσεων που έχουν ανατεθεί στις 288 ΔΟΥ της χώρας. Η κυβέρνηση οφείλει να κάνει μια ουσιαστική εκστρατεία και να κινητοποιήσει ό,τι καλύτερο έχει ο τόπος στο συγκεκριμένο πεδίο, ώστε να υπάρξει μια συστηματική μάχη με ανθρώπινους και τεχνικούς πόρους για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.
Στις αποκρατικοποιήσεις η Κυβέρνηση εξακολουθεί να βρίσκεται σε σύγχυση, σε μια πολύ κρίσιμη περίοδο. Αρχικά, ακύρωσε, με την ανάληψη των καθηκόντων της, πέντε δικά μας σχέδια αποκρατικοποιήσεων ως ανάλγητα και νεοφιλελεύθερα. Το 2010 έκλεισε για πρώτη φορά, μετά από πολλά χρόνια, χωρίς έσοδα από τις αποκρατικοποιήσεις για το Ελληνικό Δημόσιο. Επιπλέον, η χαρακτηριστική καθυστέρηση της περαιτέρω πώλησης ποσοστού του ΟΤΕ που υλοποιήθηκε μόλις τον περασμένο Ιούνιο δεν είχε το όφελος που θα μπορούσε να έχει, αν γινόταν πέντε-έξι μήνες νωρίτερα. Ούτε λίγο, ούτε πολύ χάθηκαν για το δημόσιο 100 εκατομμύρια ευρώ. Ασφαλώς, η χρηματιστηριακή συγκυρία δε βοηθά. Αλλά, ξεκινώντας από τις μη εισηγμένες εταιρείες για εξεύρεση στρατηγικών επενδυτών και από την αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας του δημοσίου θα δοθεί μια αναπτυξιακή ώθηση στην οικονομία που σταδιακά μπορεί να ωθήσει και το Χρηματιστήριο προς τα πάνω. Σε κάθε περίπτωση, οι αποκρατικοποιήσεις – αν γίνουν σωστά- δεν έχουν μόνο ταμειακό, αλλά και αναπτυξιακό χαρακτήρα.
Στο ζήτημα της προσέλκυσης επενδύσεων και τη δημιουργία φιλικού περιβάλλοντος για την επιχειρηματικότητα, τα νομοσχέδια για την απλοποίηση αδειοδότησης επαγγελματικών δραστηριοτήτων και τοfast track, τα οποία ψηφίσαμε και εμείς ως αντιπολίτευση, δεν αρκούν. Στον τομέα της ανταγωνιστικότητας, σύμφωνα με έκθεση του International Institute for Management and Development (IMD), η Ελλάδα κατέλαβε το 2011 την 56η θέση μεταξύ 59 χωρών, που μελετώνται διεθνώς από το Ινστιτούτο, σημειώνοντας πτώση κατά 10 θέσεις σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο. Η χώρα χρειάζεται αυτή τη στιγμή ένα αναπτυξιακό σοκ, στέλνοντας ένα μήνυμα στις διεθνείς αγορές πως διδάχθηκε από την κρίση και αλλάζει ριζικά πορεία στηριγμένη στην τόνωση της επιχειρηματικότητας και την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας. Επιβάλλεται, λοιπόν, όπως έχει προτείνει η Νέα Δημοκρατία, να χαμηλώσουν οι συντελεστές φορολόγησης των επιχειρήσεων, στις οποίες η διαρκώς αυξανόμενη φορολογία αποτελεί δυσβάστακτο βάρος. Μετά από τη μείωση των συντελεστών, χρήσιμο θα ήταν να επιδιωχθεί η καθιέρωση ενός σταθερού φορολογικού συστήματος για ορισμένα χρόνια, μια εξέλιξη που θα συνεισφέρει στο να γίνει πιο ελκυστικό και ασφαλές το επενδυτικό περιβάλλον στην Ελλάδα. Και ακόμα: γρήγορη έκδοση αποφάσεων της δικαιοσύνης σε περίπτωση νέων επενδυτικών σχεδίων και ουσιαστικά μέτρα -στο πρότυπο άλλων χωρών – για την κατοχύρωση της διαφάνειας στα μάτια των επενδυτών.
Η Ιρλανδία είναι ήδη σε ελαφρά θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης και η Πορτογαλία αξιολογείται θετικά από την Κομισιόν στο πρόγραμμα εξυγίανσης που εκτελεί. Εδώ το πρόβλημα είναι ανεξέλεγκτο και η κατάσταση οδηγείται από το κακό στο χειρότερο. Μαγικές συνταγές δεν υπάρχουν, από την άλλη, όμως, και η πολιτική της Κυβέρνησης δεν είναι σε καμιά περίπτωση μονόδρομος. Ανακτώντας την εμπιστοσύνη των αγορών και των επενδυτών, πρέπει να βγούμε από το βαθύ πηγάδι της ύφεσης. Δε θα συμβεί με θεωρίες, ούτε με καλές προθέσεις. Θα συμβεί μόνο αν κάνουμε τη δουλειά μας σε μερικούς καίριους τομείς, σαν και αυτούς που υπέδειξα παραπάνω. Αλλά δεν έχουμε χρόνο. Και χρειάζεται δράση επειγόντως.