Αν μιλούσαμε για κάποια χώρα μέλος της ΕΕ, το αποτέλεσμα των τουρκικών εκλογών θα ήταν θρίαμβος για την Κυβέρνηση της χώρας. Δώδεκα μονάδες άνοδος με το κατεστημένο απέναντι, δεν είναι μικρό πράγμα. Επειδή μιλάμε, όμως, για την Τουρκία, θα πρέπει να χαρακτηρίσουμε το αποτέλεσμα ως σημαντική νίκη με υποσημειώσεις. Υποσημειώσεις που τίθενται από την μη εξασφάλιση των δύο τρίτων των εδρών στη Βουλή, αλλά και από τον ίδιο το ρόλο που έχει και θα επιδιώξει ίσως να έχει ο στρατός. Ο Ερντογάν, με τη νίκη του, ισχυροποιείται δείχνοντας ταυτόχρονα ότι το κόμμα του αποκτάει βαθύτερες ρίζες στην τουρκική κοινωνία. Η αποτελεσματική διαχείριση της οικονομίας, το ισχυρότερο σε σχέση με τους αντιπάλους του ηγετικό του προφίλ, αλλά και η δυνατότητα του Ερντογάν να απευθύνεται τόσο στους παραδοσιακούς του ψηφοφόρους (αγρότες και κοινωνικές ομάδες προσανατολισμένες στο Ισλάμ) όσο και σε νέα δυναμικά στρώματα και μειονότητες, κεφαλαιοποιήθηκαν στις εκλογές.
Η άσκηση ισορροπίας όμως, στην οποία επιδίδεται εδώ και τεσσεράμισι χρόνια, θα συνεχιστεί μέσα στην ίδια την Τουρκία, αλλά και στις σχέσεις με την ΕΕ και τις ΗΠΑ. Στην Τουρκία, είτε θα συμβιβαστεί κατά κάποιο τρόπο με την αντιπολίτευση και τους αποδυναμωμένους, αλλά πάντοτε παρόντες, στρατηγούς βγάζοντας Πρόεδρο κοινής αποδοχής, είτε θα τους απειλήσει με νέες εκλογές το φθινόπωρο αναλαμβάνοντας και το σχετικό ρίσκο. Στην ΕΕ υπήρξε σχετική ικανοποίηση για το αποτέλεσμα των εκλογών. Ωστόσο, η νίκη του Ερντογάν του προσφέρει λιγότερα άλλοθι για την εκπλήρωση των όρων των Βρυξελλών. Τώρα πρέπει να προχωρήσει γρηγορότερα ξεπερνώντας τα όποια εσωτερικά εμπόδια. Παράλληλα, έχει να αντιμετωπίσει το ανοικτό θέμα των Κούρδων. Δεν είναι μόνο η ακροβασία ανάμεσα στα αιτήματα των Κούρδων βουλευτών και στην αντίδραση των εθνικιστικών κύκλων. Είναι ο χειρισμός της υπόθεσης Κουρδιστάν απέναντι στις ΗΠΑ που φαινεται να έχουν αποφασίσει ένα ημι-ανεξάρτητο ιρακινό Κουρδιστάν με ό,τι κι αν αυτό συνεπάγεται για την παραδοσιακή πολιτική της Άγκυρας στη νοτιοανατολική Τουρκία.
Ο Ερντογάν λοιπόν, ένας ηγέτης που αντιμετωπιζόταν με δυσπιστία μέχρι πριν από μερικά χρόνια από τη Δύση λογω των ισλαμικών του καταβολών, κέρδισε την Κυριακή μια μάχη ικανοποιώντας αυτούς που μέχρι πρόσφατα τον υποπτεύονταν. Δεν κέρδισε όμως ακόμα τον πόλεμο. Η μάχη που δίνει η Τουρκία με τον εαυτό της, τη συνείδησή της και το κατεστημένο της, συνεχίζεται.