Ποια σχέση μπορεί να έχουν μεταξύ τους το πρόσφατο επεισόδιο με τον Αλβανό μαθητή και η Σκανδιναβία; Κι όμως έχουν. Κατά έναν ανεξήγητο τρόπο, όσο και αν διαφέρει η Ελλάδα από τις σκανδιναβικές χώρες, έχω την εντύπωση ότι τον τελευταίο καιρό εμφανίζεται στην πολιτική ζωή της πατρίδας μας ένα περίεργο «σκανδιναβικό σύνδρομο». Και εξηγούμαι αμέσως.
Είναι σε όλους γνωστή η επιφυλακτική στάση των Δανών και Σουηδών πολιτών απέναντι στο ευρώ και την πολιτική ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Πόσο μάλλον των Νορβηγών που ούτε καν θέλησαν να μπουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το αξιοσημείωτο είναι ότι οι Σκανδιναβοί πολίτες (με την εξαίρεση των Φινλανδών) στην πλειοψηφία τους διάκεινται αρνητικά απέναντι στην κοινή ευρωπαϊκή πορεία, την ίδια στιγμή που τα μεγάλα κόμματα στις χώρες τους τάσσονται ανοικτά υπέρ της ενωσιακής προοπτικής. Πού οφείλεται αυτή η προφανής αντίφαση;
Η στάση πολλών Σκανδιναβών πολιτών βασίζεται κυρίως σε προκαταλήψεις και λανθασμένες αντιλήψεις, όπως π.χ. στο θέμα του κοινωνικού κράτους ή της εθνικής κυριαρχίας που δήθεν κινδυνεύουν από την ΕΕ. Το αντίθετο ακριβώς συμβαίνει, καθώς η ευρωπαϊκή προοπτική ενισχύσει τα κράτη μέλη και οικονομικά και κοινωνικά. Κι όμως το χάσμα μεταξύ πολιτών και πολιτικής ηγεσίας στις χώρες αυτές παραμένει ως ένα από τα βασικά γνωρίσματα της σκανδιναβικής πολιτικής σκηνής
Έρχομαι τώρα στο θέμα του Οδυσσέα Τσενάϊ και τη συζήτηση που αναπτύχθηκε στη χώρα μας για το αν μπορεί ένας αλλοδαπός μαθητής να σηκώσει την ελληνική σημαία στην παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου. Το περίεργο στην περίπτωση αυτή είναι ότι, ενώ πάρα πολλοί πολιτικοί τάχθηκαν υπέρ του Οδυσσέα, στη βάση των κομμάτων εκδηλώθηκε μια ισχυρή αρνητική στάση. Στάση που αναμφίβολα οφείλεται στην ταραχώδη ιστορία της Βαλκανικής χερσονήσου, αλλά και στις αντιλήψεις που χρόνια τώρα κυριαρχούν στο εκπαιδευτικό μας σύστημα για το ποια είναι η θέση της Ελλάδας στην περιοχή, ποιές οι σχέσεις της με τους γείτονες μας, κ.λπ. Είναι σαφές ότι στην εθνική συνείδηση των Ελλήνων υπάρχουν τραύματα που δεν έχουν επουλωθεί ακόμη. Αυτά τα τραύματα βεβαίως συνδυάζονται με την αυξανόμενη εγκληματικότητα, για την οποία ως ένα βαθμό ευθύνονται ΚΑΙ οι Αλβανοί μετανάστες. Ταυτόχρονα, όμως, οι προκαταλήψεις αυτές απορρέουν από τη χρόνια έλλειψη σαφών θέσεων της πολιτικής ηγεσίας στα θέματα των αλλοδαπών και της μεταναστατευτικής πολιτικής της χώρας μας.
Όπως και να έχουν τα πράγματα, πάντως, το αποτέλεσμα είναι το κλίμα ξενοφοβίας στην Ελλάδα να εντείνεται ανησυχητικά. Το αποδεικνύει άλλωστε και το τελευταίο Ευρωβαρόμετρο, όπου η Ελλάδα φιγουράρει πρώτη με 38% – με αισθητή διαφορά από τη δεύτερη Δανία (24%) – και πολύ πιο πάνω από το μέσο κοινοτικό όρο (15%). Σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο εγγράφεται και το περιστατικό με τον Οδυσσέα Τσενάϊ, το οποίο φανέρωσε το σοβαρό χάσμα μεταξύ πολιτικής ηγεσίας και πολιτών στη χώρα μας, χάσμα που μπορώ να συγκρίνω μόνο με το «σκανδιναβικό σύνδρομο». Πώς μπορούμε να ξεπεράσουμε αυτό το σοβαρό πολιτικό πρόβλημα; Και είναι σοβαρό πρόβλημα όχι μόνο γιατί η ηγεσία δεν προηγείται πάντοτε της κοινωνίας και εντείνεται το κλίμα απαξίωσης της πολιτικής, αλλά γιατί αυτό το «σύνδρομο» δυσκολεύει την Ελλάδα και στην εξωτερική της πολιτική.
Εδώ είναι η μεγάλη ευθύνη που καλείται να αναλάβει το σύνολο του πολιτικού κόσμου. Είναι ευθύνη όλων των κομμάτων, μηδενός εξαιρουμένου, να βρεθούν μπροστά από την κοινωνία, να ηγηθούν της κοινωνίας, να στέκονται στην πολιτική ουσία αυτών των ακανθωδών θεμάτων και να μην παρασύρονται από τα πρόσκαιρα ευρήματα των δημοσκοπήσεων. Δεδομένου ότι στην κοινωνία μας εξακολουθούν να ισχύουν τα βιώματα που προανέφερα, είναι επιτακτική ανάγκη τα πολιτικά κόμματα να προκαλέσουν μια ειλικρινή και σε βάθος συζήτηση, με στόχο να μειωθεί η απόσταση ηγεσίας-πολιτών και να αποτραπεί το «σκανδιναβικό σύνδρομο» στη χώρα μας. Ας γίνουμε Σκανδιναβοί ως προς το βιωτικό επίπεδο και την ποιότητα ζωής, αλλά δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να επιτρέψουμε στην ξενοφοβία να κυριεύσει την ελληνική κοινωνία.