Παρότι όλοι θυμόμαστε ακόμη την περίλαμπρη τελετή υπογραφής του Ευρωπαϊκού Συντάγματος τον περασμένο Οκτώβριο στη Ρώμη κι ενώ η θετική τοποθέτηση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου επιβεβαιώθηκε μόλις αυτήν την εβδομάδα στο Στρασβούργο, τίποτα δεν μπορεί να θεωρηθεί ακόμη δεδομένο. Η μεγάλη πρόκληση της επικύρωσης του Συντάγματος από 25 Κράτη Μέλη βρίσκεται ακόμη μπροστά μας.
Η επικύρωση του Συντάγματος θα αποτελέσει αναμφίβολα ένα πολύ σημαντικό βήμα στην ευρωπαϊκή πορεία. Άλλωστε η χρησιμοποίηση και μόνο της λέξης “Σύνταγμα” στη νέα Συνθήκη, παρότι αυστηρά δεν ανταποκρίνεται σε αυτό που ορίζουμε ως Σύνταγμα, καταδεικνύει την πολιτική βούληση της Ευρώπης να γίνει πολιτική ένωση με διακριτή και σαφέστερη διεθνή παρουσία. Κάτι τέτοιο θα ήταν αδιανόητο πριν κάποια χρόνια. Αυτό όμως που αξίζει να προσέξουμε ιδιαίτερα είναι οι βελτιώσεις που το νέο Σύνταγμα μπορεί να επιφέρει στην καθημερινότητα των Ευρωπαίων πολιτών. Διότι, χωρίς φυσικά να υποστηρίζει κανείς ότι θα αλλάξει τη ζωή μας από τη μια μέρα στην άλλη (κάτι τέτοιο άλλωστε θα ήταν τελείως ουτοπικό), το Σύνταγμα παρέχει τα νομικά εργαλεία για να ασκηθεί μια πιο αποτελεσματική πολιτική σε συγκεκριμένους τομείς.
Πράγματι, το Σύνταγμα περιλαμβάνει μία σειρά από καινοτόμες αλλαγές στη λειτουργία της ΕΕ. Πιστεύω κατ’ αρχάς ότι αποτελεί ένα “άνοιγμα” της Ευρώπης προς τους πολίτες, καθώς απλοποιεί τις μέχρι τώρα Συνθήκες σε ένα ενιαίο, κατανοητό και ολοκληρωμένο κείμενο. Το “άνοιγμα” αυτό επιβεβαιώνεται και με τη σημαντική ενσωμάτωση του Χάρτη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Επιπλέον, ως θετικές βελτιώσεις πρέπει να επισημάνουμε -μεταξύ πολλών άλλων- τη σημαντική ενίσχυση του ρόλου της Ευρωβουλής (του μοναδικού άμεσα εκλεγμένου οργάνου), που καθίσταται πραγματικός συννομοθέτης με το Συμβούλιο Υπουργών, την αναβάθμιση του ρόλου των εθνικών κοινοβουλίων στη διαδικασία λήψης αποφάσεων στην ΕΕ, και τη δημιουργία του αξιώματος του Υπουργού των Εξωτερικών της Ένωσης, που αποτελεί πρόοδο για την αποτελεσματικότερη και πιο συνεκτική εξωτερική δράση της Ε.Ε. Ιδιαίτερου ελληνικού ενδιαφέροντος είναι οι δύο ρήτρες αλληλεγγύης στο πλαίσιο της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας που προβλέπουν τη συνδρομή σε κράτος μέλος που δέχεται επίθεση, καθώς και οι ευνοϊκές ρυθμίσεις για τον τουρισμό (που αποκτά για πρώτη φορά νομική βάση) και τις νησιώτικες και ορεινές περιοχές στο πλαίσιο της περιφερειακής πολιτικής.
Το ενδεχόμενο της μη επικύρωσης παραμένει, ωστόσο, υπαρκτό. Ειδικά εάν λάβουμε υπόψη μας ότι εννέα κράτη μέλη, ανάμεσα στα οποία και το Ηνωμένο Βασίλειο πρόκειται να διενεργήσουν δημοψήφισμα. Αυτό όμως δεν πρέπει να μας αποθαρρύνει. Συγκεκριμένα, ο Μπλερ, θέλοντας να αποσυνδέσει το θέμα αυτό από την προεκλογική εκστρατεία για τις βρετανικές εκλογές, θα διενεργήσει τελευταίος το δημοψήφισμα, όταν πιθανόν τα υπόλοιπα 24 κράτη μέλη έχουν ήδη επικυρώσει το Σύνταγμα. Όποιο όμως κι αν είναι το αποτέλεσμα, είναι βέβαιο ότι δεν πρόκειται να παραμείνουμε όμηροι κανενός ευρωπαϊκού κράτους. Ήδη στο Σύνταγμα υπάρχει μία αρχική πρόβλεψη στην περίπτωση της μη επικύρωσής του με παραπομπή του θέματος στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Πολλοί μάλιστα συζητούν το σενάριο του opting out (δηλαδή της μη συμμετοχής σε κάποιες πολιτικές) για τις χώρες που δεν επικυρώσουν, όπως έχει γίνει για παράδειγμα με το κοινό νόμισμα. Βέβαια το ζήτημα είναι τώρα ιδιαίτερα περίπλοκο, αφού το Σύνταγμα αφορά το σύνολο των πολιτικών της ΕΕ, καθώς και τη θεσμική διάρθρωσή της.
Το σίγουρο πάντως είναι ότι η Ευρώπη είναι καταδικασμένη να προχωρήσει. Αυτό άλλωστε έχει συμβεί κάθε φορά που αντιμετώπισε σημαντικές κρίσεις στο παρελθόν. Η ευρωπαϊκή ενοποίηση είναι μονόδρομος πλέον για μας. Είναι το μέλλον που εμείς οι Ευρωπαίοι πολίτες έχουμε επιλέξει. Η επικύρωση του Συντάγματος δεν είναι παρά ένα ακόμη σημαντικό βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση.