Ομιλία στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Μελετών CES με θέμα “Περιφερειακή Πολιτική – Εμπειρίες και Προοπτικές”.
Επιτρέψτε μου να ξεκινήσω με ορισμένες παραδοχές που εξηγούν σε μεγάλο βαθμό γιατί η Ελλάδα όλα αυτά τα χρόνια έμεινε πίσω σε σχέση με άλλες χώρες της ΕΕ:
Καταρχήν στην Ελλάδα παραγνωρίζουμε τη σημασία της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Ενοχοποιήσαμε την επιχειρηματικότητα και το κέρδος. Δεν θέλαμε να κατανοήσουμε το αυτονόητο παντού στην Ευρώπη: Ότι δεν υπάρχουν επιχειρήσεις χωρίς επιχειρηματίες, ανάπτυξη χωρίς επιχειρηματικότητα, ευημερία χωρίς έναν υγιή και δυναμικό ιδιωτικό τομέα.
Κοντά σε αυτή την αντίληψη διατηρήθηκε και διογκώθηκε όλα αυτά τα χρόνια μια γραφειοκρατία που κάνει εξαιρετικά δύσκολη τη ζωή των επιχειρήσεων. Και σας φέρνω ένα παράδειγμα που μου διηγήθηκε τις προάλλες κάποιος γνωστός: Η άδεια που βγάζει ένας επιχειρηματίας για εξόρυξη ορυκτών κρατά 5 χρόνια, ενώ για να τη βγάλει χρειάζεται 4 χρόνια.
Ο συνδυασμός αυτών των παραγόντων, η ενοχοποίηση δηλαδή της επιχειρηματικότητας και η γραφειοκρατία έχουν συντελέσει αποφασιστικά στην πτώση της ανταγωνιστικότητας της χώρας.
Παράλληλα, οι επενδυτικοί νόμοι κατά καιρούς στηρίχθηκαν σε grants οι οποίες έχουν οδηγήσει, ιδίως σε παραμεθώριες περιοχές που είχαν και τις περισσότερες ενισχύσεις, σε κτήρια κουφάρια.
Αυτή, δυστυχώς ήταν πάντοτε η κατάσταση στην Ελλάδα. Τα τελευταία 20 περίπου χρόνια προστέθηκαν και τα χρήματα που ήρθαν από Βρυξέλλες. Ας δούμε πώς αντιμετωπίσαμε τα κοινοτικά κονδύλια.
1) Διατηρήσαμε μια στρεβλή αντίληψη για τους Κοινοτικούς πόρους: Κυριάρχησε διαχρονικά η αντίληψη «βρήκαμε λεφτά για φάγωμα και όχι για αξιοποίηση». Αντί να επενδύσουμε σε μακρόπνοα έργα και να δημιουργήσουμε τις βάσεις για πραγματική ανάπτυξη κοιτάξαμε το πρόσκαιρο κέρδος.
2) Δεύτερο είναι αυτό που ονομάζω «κολυβοποίηση» των έργων. Η φιλοσοφία ήταν, καθώς έρχονταν αιτήματα από όλες τις πλευρές, οι πολιτικοί να λένε σε όλα ναι. Η λογική της τήρησης των τοπικών και πολιτικών ισορροπιών επέβαλε τον κατακερματισμό των πόρων σε ένα πλήθος τομεακών και περιφερειακών προγραμμάτων.
Με άλλα λόγια, οι ελληνικές κυβερνήσεις των περασμένων δεκαετιών αντιμετώπισαν, ως ένα βαθμό, τον πακτωλό από τις Βρυξέλλες στην καλύτερη περίπτωση ως εργαλείο κοινωνικής πολιτικής, στη χειρότερη ως μέσο μικροκομματικών διευθετήσεων. Συχνά χρησιμοποιήθηκε η λογική: «πρέπει να αναλώσουμε κάποια εκατομμύρια ευρώ στην τάδε περιοχή μέσα σε λίγους μήνες, συνεπώς ας χρηματοδοτήσουμε την κατασκευή ενός λιμανιού ή ενός τμήματος οδικού άξονα», χωρίς ωστόσο να μας απασχολεί η συνέχεια που πρέπει να δοθεί για να αποκτήσει χρησιμότητα αυτό το έργο.
Εμείς δεν κοιτάξαμε να ενισχύσουμε τις δομές αυτές που θα ανέπτυσσαν τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα. Ο αυτοσχεδιασμός μπορεί να είναι ένα βασικό προτέρημα του Έλληνα, όμως σε θέματα πολιτικών ανάπτυξης συνετέλεσε στη δημιουργία μιας σειράς προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε σήμερα. Για όλα αυτά και εμείς της Νέας Δημοκρατίας πρέπει να αναλάβουμε τις ευθύνες που μας αναλογούν.
3) Η αδυναμία της ελληνικής δημόσιας διοίκησης: Είναι λογικό τα τεράστια αναπτυξιακά προγράμματα να βρίσκονται υπό την εποπτεία της ελληνικής κυβέρνησης και να έχουμε εμπλοκή της Δημόσιας Διοίκησης. Ωστόσο, το μεγάλο πρόβλημα πάντοτε ήταν ότι η εμπλοκή αυτή ήταν αντιπαραγωγική παρά προωθητική για την αξιοποίηση των ΚΠΣ. Υπάρχουν ασφαλώς πολλοί καλοί και ικανοί δημόσιοι υπάλληλοι. Ωστόσο, έχουμε μια δημόσια διοίκηση που πνίγεται στη γραφειοκρατία. Αποτέλεσμα, να καθυστερούν πρωτοβουλίες και να βαλτώνουν έργα που θα μπορούσαν να δώσουν ώθηση στη χώρα. Προκειμένου ο αρμόδιος Υπουργός να προχωρήσει ορισμένα έργα αναγκάζεται να παρακάμψει τη δημόσια διοίκηση έως ένα βαθμό και να στηριχθεί σε μια δική του ομάδα ανθρώπων, εκτός Υπουργείου.
Αυτό αναγκάστηκα να κάνω και εγώ με την περίπτωση της Ολυμπιακής. Προκειμένου να προχωρήσει το σχέδιο της αποκρατικοποίησης, στηρίχθηκα κατά βάση σε μια δική μου ομάδα, προσεκτικά επιλεγμένων ατόμων, με τους οποίους κατάφερα να ολοκληρώσω γρήγορα και αποτελεσματικά το έργο.
Φυσικά δεν παραγνωρίζω ότι με πίεση ή με αποφάσεις των Βρυξελλών Δημιουργήθηκαν θεσμοί όπως η ΜΟΔ, η Εγνατία ΑΕ, η Αττικό Μετρό ΑΕ, η ΕΡΓΟΣΕ, οι ίδιες οι διαχειριστικές αρχές κλπ. Μόνοι τους όμως οι φορείς αυτοί δεν αρκούν για να αλλάξουν τη συνολική εικόνα.
4) Δίπλα στην υπάρχουσα αδυναμία της ελληνικής δημόσιας διοίκησης ήρθε να προστεθεί το πλαίσιο Βρυξελών, το οποίο κακώς στη χώρα μας μεταφράστηκε σαν μια επιπλέον γραφειοκρατία. Αποτέλεσμα να δυσχεραίνεται ακόμα περισσότερο η σωστή αξιοποίηση των κοινοτικών πόρων.
5) «Δρομολαγνεία» και όχι αναγκαίες soft δράσεις για την ουσιαστική αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών, της ποιότητας και της ανταγωνιστικότητας. Για εμάς κοινοτικά κονδύλια σήμαινε μόνο νέοι δρόμοι και δρομάκια και μόνο υπό την πίεση και της ΕΕ, κάναμε κάποιες δράσεις που αφορούσαν την κατάρτιση εργαζομένων, αλλά με τρόπο ελλιπή και πολλές φορές λανθασμένο. Τι θέλω να πω με αυτό;
Ας φέρουμε το παράδειγμα των Κέντρων Επαγγελματικής Κατάρτισης. Σε πολλές περιπτώσεις η επιλογή των ΚΕΚ αποδείχθηκε λανθασμένη και έγινε βάσει αυθαίρετων διαδικασιών πιστοποίησης και αξιολόγησης. Δεν έλειψαν και κρούσματα απάτης, πχ. ένα ΚΕΚ στεγαζόταν σε υπό ανέγερση κτίριο ένα άλλο υπήρχε μόνο στα χαρτιά και ένα τρίτο λειτουργούσε ως νυχτερινό κέντρο διασκέδασης.
Ναι στα προγράμματα κατάρτισης, αλλά να γίνεται και στην Ελλάδα αυτό που ισχύει σε άλλες χώρες, δηλαδή τα προγράμματα αυτά να χρηματοδοτούνται από κοινού από τις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις και τις κυβερνήσεις. Και να συνδέεται η χρηματοδότηση με τα αποτελέσματα της δουλειάς τους. Όχι όπως στη χώρα μας, που τα ΚΕΚ χρηματοδοτούνται εξ ολοκλήρου από δημόσιους πόρους και συγκεκριμένα από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο.
6) Δεν χρησιμοποιήθηκε στην έκταση που θα έπρεπε ο θεσμός των ΣΔΙΤ και των συμβάσεων παραχώρησης. Η αποθέωση του δημόσιου τομέα εμπόδισε τη χρήση μεθόδων που θα είχαν σημαντικό ταμειακό όφελος για το δημόσιο και επιτάχυνση στην ίδια την εκτέλεση των έργων. Αυτό κάνει σε οποιοδήποτε παρατηρητή μεγάλη εντύπωση καθώς ένα αιώνα πριν έργα όπως το σιδηροδρομικό δίκτυο, η διώρυγα της Κορίνθου και οι Ηλεκτρικοί Σιδηρόδρομοι Αθήνας Πειραιά κατασκευάστηκαν με τέτοιες μεθόδους.
Θα μου πείτε, είναι άραγε όλα τόσο αρνητικά στην Ελλάδα; Ασφαλώς και όχι. Έχουμε παραδείγματα που αποδεικνύουν ότι όταν θέλουμε μπορούμε!
Πρώτα απ’ όλα είναι μια σειρά από μεγάλα έργα ορατά σε όλους τους πολίτες. Το αεροδρόμιο Ελευθέριος Βενιζέλος, το ΜΕΤΡΟ των Αθηνών, η γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου, η Εγνατία, είναι έργα που κατασκευάστηκαν με κοινοτικούς πόρους.
Αλλά και στον τομέα της γεωργίας, η λεγόμενη «άλλη γεωργία». Μια γεωργία που αλλάζει τη νοοτροπία του αγροτικού κόσμου. Που επενδύει στην ποιότητα και την ανταγωνιστικότητα των προϊόντων και όχι στις κοινοτικές επιδοτήσεις. Που επενδύει στη δημιουργία συνεργατικών σχηματισμών και στην επίτευξη οικονομιών κλίμακος. Παραδείγματα της άλλης γεωργίας είναι οι πατατοπαραγωγοί από το Νευροκόπι, οι μαστιχοπαραγωγοί της Χίου, αμπελουργοί του Αμυνταίου. Σε αυτές τις περιπτώσεις ομάδες παραγωγών εκμεταλλεύτηκαν σωστά τις ενισχύσεις της ΕΕ και του δημοσίου για να παρακολουθήσουν τα βήματα της νέας εποχής.
Ένας τομέα που έχουμε να δείξουμε επίσης πολλά θετικά παραδείγματα είναι ο αγροτουρισμός. Μπορώ να σας αναφέρω την κοιλάδα του Λούσιου. Στην κοιλάδα του Λούσιου στη Πελοπόννησο, υπήρχαν τουλάχιστον 5 αιώνες διάφορες παραγωγικές εγκαταστάσεις που κινούνταν με υδραυλική ενέργεια από ορεινές πηγές. Στο πλαίσιο του ΕΠ 1994-99 ανακατασκευάστηκε ένα συγκρότημα κτιρίων και αποκαταστάθηκε ο εξοπλισμός. Επίσης, έχει τεθεί σε λειτουργία ένα υπαίθριο μουσείο υδραυλικής ενέργειας, το οποίο αποτελεί πόλο έλξης για τουριστικούς και εκπαιδευτικούς λόγους. Οι τουρίστες μπορούν ακόμα να περιπλανηθούν κατά μήκος των μονοπατιών που έχουν ανοιχθεί δίπλα στο Λούσιο. Το έργο ως σύνολο έδωσε ώθηση στην ανάπτυξη της περιφέρειας λόγω του αριθμού των επισκεπτών που προσελκύει.
Στον τομέα των νέων τεχνολογιών επίσης υπάρχουν παραδείγματα επιτυχίας. Π.χ. αναπτύχθηκε τα τελευταία χρόνια το πρώτο τεχνολογικό cluster στη μικροηλεκτρονική, το CORALLIA, με έδρα το Μαρούσι. Αριθμεί περισσότερες από 50 ελληνικές καινοτόμες επιχειρήσεις και πάνω από 20 ερευνητικά εργαστήρια απ’ όλη την Ελλάδα. Στόχος του είναι μέχρι το 2014 ο κλάδος της μικροηλεκτρονικής να απασχολεί 5000 ταλαντούχους Έλληνες επιστήμονες, να έχει τζίρο 1,2 δις ευρώ και οι εξαγωγές του να είναι πάνω από το 90% της παραγωγής του.
Σήμερα, η έμφαση στην ανάπτυξη είναι περισσότερο αναγκαία από ποτέ. Διότι μετά από πολλά χρόνια, η χώρα εισέρχεται σε ένα κύκλο ύφεσης. Είναι ανάγκη λοιπόν, να υπάρξουν μια σειρά από αντισταθμιστικές δράσεις οι οποίες θα μειώσουν την πίεση στην πραγματική οικονομία και θα επιταχύνουν την έξοδο της χώρας από τις υποχρεώσεις που δημιουργεί το μνημόνιο.
Υπάρχουν οι δυνατότητες και οι προϋποθέσεις να προχωρήσει η Ελλάδα μπροστά. Αρκεί να τις αξιοποιήσουμε. Αρκεί να χρησιμοποιήσουμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα εργαλεία που έχουμε στη διάθεσή μας. Να ξεκινήσουμε αλλάζοντας νοοτροπία όσον αφορά την επιχειρηματικότητα. Να αξιοποιήσουμε τον ιδιωτικό τομέα, όπως γίνεται παντού στην Ευρώπη με μεγάλη επιτυχία. Να βγάλουμε από την οικονομία μας τα τσιμεντένια παπούτσια που της φοράμε. Να υιοθετήσουμε έναν Επενδυτικό Νόμο που να δίνει έμφαση στα φορολογικά κίνητρα και όχι σε αυτές καθ’ αυτές τις επιδοτήσεις. Έναν επενδυτικό νόμο ο οποίος να επικεντρώνεται σε λίγους μόνο τομείς που είναι τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας και κατ’ εξαίρεση να δίνει επιδοτήσεις μόνο σε ενδιαφέρουσες πρωτοβουλίες νέων.
Να δούμε τα κοινοτικά κονδύλια έτσι όπως πραγματικά είναι. Θα ήταν τραγικό να συνεχίσουμε να συνδέουμε την ανάπτυξη της χώρας μας αποκλειστικά με την απορρόφηση των κοινοτικών πόρων αγνοώντας τη διάσταση της σωστής αξιοποίησης. Πρέπει να δοθεί έμφαση στη δημιουργία έργων και δομών που θα συνεχίσουν τη λειτουργία τους αυτόνομα και μετά το τέλος της χρηματοδότησης. Όχι λοιπόν στην άπαξ κάλυψη λειτουργικών δαπανών για πρόσκαιρες και θνησιγενείς δομές! Όχι στην πολύ-διασπορά έργων ώστε κάθε νομός ή ακόμα και κάθε δήμος να έχουν το «εργάκι» τους! Εδώ μάλλον ταιριάζει το κινέζικο ρητό «δώσε σε έναν άνθρωπο ένα ψάρι και θα είναι χορτάτος μία μέρα-μάθε του να ψαρεύει και θα είναι χορτάτος για όλη του τη ζωή»…
Να ανοίξουμε το δρόμο για μεγαλύτερη αξιοποίηση των ΣΔΙΤ και των συμβάσεων παραχώρησης, που δίνουν τη δυνατότητα με μικρότερη επιβάρυνση για τον κρατικό προϋπολογισμό να προχωρήσουν σημαντικά έργα ανάπτυξης. Να διδαχθούμε από τις καλύτερες πρακτικές στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες της ΕΕ κάνοντας το αναγκαίο benchmarking και να μη διστάσουμε να κάνουμε όσο πιο ευρεία χρήσει γίνεται του outsourcing για να ξεπεράσουμε αδυναμίες της δημόσιας διοίκησης.
Να κηρύξουμε πόλεμο στην γραφειοκρατία. Πόλεμο στη διαφθορά και την αναξιοκρατία. Πόλεμο στο πρόσκαιρο πολιτικό κόστος που αποτελεί τροχοπέδη για την ανάπτυξη και τη δημιουργία.
Να στηρίξουμε επίσης πολιτικούς απ’ όλα τα κόμματα με τεχνογνωσία, πολιτικό θάρρος και διοικητικές ικανότητες. Για να βγούμε μια ώρα αρχύτερα από την κρίση δε χρειάζεται να ανακαλύψουμε την πυρίτιδα. Όσο σε σχέση με τις ιδέες όσο και με την καθημερινή πρακτική η Ευρώπη μας δείχνει το δρόμο αρκεί να τον ακολουθήσουμε.