Νομίζω ότι, συνοπτικά, μπορούμε να περιγράψουμε το νομοσχέδιο για την Προστασία του Ανταγωνισμού με το γνωστό «ώδινεν όρος και έτεκεν μυν».
Ομιλία του Κωστή Χατζηδάκη στην Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής σχετικά με το σχέδιο νόμου “Προστασία του Ανταγωνισμού”
15 Μαρτίου 2011
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΑΤΖΗΔΑΚΗΣ (Εισηγητής της Μειοψηφίας): Το νομοσχέδιο που συζητούμε σήμερα για την Επιτροπή Ανταγωνισμού είναι ένα ακόμη νομοσχέδιο της κυβέρνησης το οποίο υπόσχεται πολλά αλλά νομίζω ότι τελικά στην πράξη –και θα το αποδείξω στη συνέχεια- κάνει λίγα. Είναι κάτι σαν το νομοσχέδιο για το ΕΣΠΑ, το οποίο παρουσιάστηκε πέρσι τέτοιο καιρό από την τότε πολιτική ηγεσία ως μεγάλη, ριζοσπαστική αλλαγή.
Τώρα πια, η καινούργια ηγεσία δέχεται ότι πρέπει να γίνουν νέες παρεμβάσεις, κάτι σαν τον επενδυτικό νόμο, όπου αν παίρναμε τοις μετρητοίς τις διακηρύξεις της Κυβέρνησης, ήδη με τη θέσπιση του, θα έπρεπε στην αγορά να έχουν έρθει τα πάνω κάτω.
Νομίζω ότι, συνοπτικά, μπορούμε να το περιγράψουμε με το γνωστό «ώδινεν όρος και έτεκεν μυν». Στην πραγματικότητα, το νομοσχέδιο αφήνει ανέγγιχτο – και πολύ καλά κάνει – το θεμελιώδη νόμο του 1977 και άλλες μεταγενέστερες διατάξεις, σε σχέση με το δίκαιο του ανταγωνισμού αυτό καθαυτό και τροποποιεί απλώς, μερικώς, κάποιες διατάξεις που ψηφίσαμε το 2009, με πρωτοβουλία τότε της κυβέρνησης της Ν.Δ., για την λειτουργία της επιτροπής ανταγωνισμού. Ήταν ένας νόμος, που επιτάχυνε σε σχέση με το παρελθόν τη λειτουργία της επιτροπής ανταγωνισμού, καθώς η επιτροπή από το 2009 λειτουργεί σε τμήματα και έχει 5 μέλη στα 9, πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, σε σχέση με τις παλιότερες διατάξεις, όπου μόνο ο πρόεδρος ήταν πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης.
Σε σχέση με τις αρχικές διακηρύξεις του ΠΑΣΟΚ, πριν από τις εκλογές, διαπιστώνουμε ότι ξεχάστηκε ευτυχώς η διακήρυξη για την δημιουργία μιας δεύτερης αντιμονοπωλιακής αρχής, σάμπως το πρόβλημα για να αντιμετωπίσουμε τα καρτέλ, είναι να ιδρύουμε τη μία αρχή μετά την άλλη και όχι να λειτουργεί σωστά το θεσμικό πλαίσιο. Επίσης, ξεχάστηκε και η εξαγγελία της προηγούμενης Υπουργού, για σύσταση σχετικής γενικής διεύθυνσης στο Υπουργείο Ανάπτυξης.
Το Δεκέμβριο που μας πέρασε, δόθηκε το κείμενο της νέας πολιτικής ηγεσίας προς δημόσια διαβούλευση. Εκεί πραγματικά, πολλοί που ασχολούμαστε με τα ζητήματα του ανταγωνισμού, εντυπωσιαστήκαμε από κάποιες διατάξεις, για την πλήρη αντίθεσή τους με την πρακτική όλων των άλλων κρατών μελών της Ε.Ε. για τον περιορισμό της λειτουργικής ανεξαρτησίας της επιτροπής ανταγωνισμού και για την έλλειψη τιμωρίας, όσο κι αν φαίνεται απίστευτο, των καρτέλ.
Συγκεκριμένα, στις διατάξεις, οι οποίες δόθηκαν σε δημόσια διαβούλευση το Δεκέμβριο 2010, θιγόταν βάναυσα η αυτοτέλεια της επιτροπής ανταγωνισμού, ως ανεξάρτητης αρχής. Σύμφωνα με το τότε κείμενο, ο Υπουργός όριζε τις προτεραιότητες και τις δράσεις της επιτροπής, εξέδιδε τις ανακοινώσεις για τα πρόστιμα και τις δεσμεύσεις για το πρόγραμμα επιείκειας, είχε πρόσβαση στους απόρρητους φακέλους των υποθέσεων που εξέταζε η επιτροπή ανταγωνισμού κ.ο.κ.. Πράγματα, δηλαδή, που δεν ισχύουν σε καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα, οπουδήποτε υπάρχει και λειτουργεί επιτροπή ανταγωνισμού.
Δεύτερον, περιοριζόταν η οικονομική αυτοτέλεια της επιτροπής ανταγωνισμού, μιας και ο προϋπολογισμός της επιτροπής, εγκρινόταν από τον Υπουργό Περιφερειακής Ανάπτυξης. Πέραν αυτού όμως, προβλεπόταν ότι το 20% των πλεοναζόντων εσόδων της επιτροπής ανταγωνισμού, θα δινόταν σε υπαλλήλους της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου – ούτε καν της ίδιας της επιτροπής – για συμμετοχή σε ομάδες εργασίας και συνέδρια.
Τρίτον και κυριότερο, ήταν κάτι που με άφησε κατάπληκτο, όπως επίσης και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Διαγραφόταν η δυνατότητα της επιτροπής ανταγωνισμού να επιβάλει πρόστιμα σε επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων που έχουν υποπέσει σε παράβαση. Πιο συγκεκριμένα, προβλεπόταν ευθέως ότι, εάν υπήρχε και διαπιστωνόταν επισήμως ότι υπάρχει ένα καρτέλ, την πρώτη φορά που διαπιστωνόταν και υπήρχε καταδικαστική απόφαση, η απόφαση αυτή τελούσε σε αναστολή, μέχρι το καρτέλ να συνεχίσει ανενδοίαστα τη δράση του και όταν θα συλλαμβανόταν δεύτερη φορά, τότε θα υπήρχε επιβολή της ποινής. Αυτό, πραγματικά, αφήνει άναυδο τον οποιονδήποτε πολίτη και όχι μόνο, όποιον σχετίζεται με το δίκαιο του ανταγωνισμού. Γι’ αυτό, όπως είναι γνωστό, παρενέβη κατευθείαν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και εξανάγκασε την Κυβέρνηση να αποσύρει και αυτή την διάταξη και άλλες διατάξεις, στις οποίες αναφέρθηκα προηγουμένως.
Δεν αποκαλύπτω κάτι, το οποίο ήταν μυστικό. Υπήρχε δημοσίευμα συγκεκριμένης εφημερίδας και είδαμε στη συνέχεια πως η Κυβέρνηση ανέκρουσε. Υποθέτω, ότι υπάρχει και επίσημη επιστολογραφία μεταξύ της Κυβέρνησης και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Μετά από όλα αυτά, έχουμε μπροστά μας, μια κωδικοποίηση των διατάξεων του ν.703 και γι’ αυτό ο κ. Παπαγεωργίου αναφέρθηκε σε μια σειρά από διατάξεις, οι οποίες έχουν θετικό πνεύμα. Πράγματι, διότι είναι διατάξεις ενός παλαιού νόμου, οι οποίες έχουν αντέξει στο χρόνο, διότι για τα δεδομένα της εποχής εκείνης ήταν ένας πρωτοποριακός νόμος, βασισμένος στην ευρωπαϊκή εμπειρία. Έχουμε, λοιπόν, αυτές τις διατάξεις και από κει και πέρα, εν μέσω επαναλήψεως των γνωστών αυτών διατάξεων, τροποποιείται μερικώς ο ν. 3784/2009, αλλά προς λάθος κατεύθυνση. Καταρχήν, μια από τις βασικές προτεραιότητες της Κυβέρνησης, ήταν να αλλάξει τη σύσταση της επιτροπής ανταγωνισμού. Οι παροικούντες στην Ιερουσαλήμ, γνωρίζουν ότι δεν επελέγη η σύνθεση αυτή με κομματικά κριτήρια. Δεν μας ενδιέφερε ο κομματικός έλεγχος, ούτε νομίζω κανείς Υπουργός έχει ανάγκη κομματικού ελέγχου καμιάς επιτροπής, ειδικά όμως αυτής. Έτσι, ενώ η Κυβέρνηση στην αρχή, προέβλεπε με κάποιες διατάξεις στο αρχικό κείμενο της διαβούλευσης, ότι ουσιαστικά θα άλλαζε πλήρως ή περίπου την σύνθεση της επιτροπής, στη συνέχεια πάλι με παρέμβαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής – επειδή αυτά δεν συμβαίνουν σε άλλες χώρες της Ε.Ε., όταν αλλάζουν οι κυβερνήσεις να αλλάζουν και οι ανεξάρτητες αρχές – φτάσαμε σε μια συμβιβαστική πρόταση που έχουμε σήμερα ενώπιον μας, εκ μέρους της Κυβέρνησης. Βάση αυτής, θα παραμείνει ο πρόεδρος στη θέση του, θα παραμείνουν οι 4 εισηγητές, κατ’ ουσίαν αντιπρόεδροι, τοποθετείται ένας άλλος αντιπρόεδρος και τοποθετούνται και δύο καινούργια μόνιμα μέλη της επιτροπής. Όλη αυτή η παλινδρόμηση καταφανώς, αποδεικνύει κομματικές σκοπιμότητες και δεν θα έπρεπε να κάνει την Κυβέρνηση περήφανη.
Από κει και πέρα, υπάρχουν συγκεκριμένα προβλήματα στα οποία θέλω να αναφερθώ. Πρώτον, στο άρθρο 25, παρ. 2γ, προβλέπεται μείωση προστίμων αν οι επιχειρήσεις πάψουν την παράβαση. Όταν μιλάμε για πόλεμο στα καρτέλ, θα πρέπει να το εννοούμε. Σας το λέω εγώ, που υπερασπίζομαι τις φιλελεύθερες ιδέες, ότι τα καρτέλ δεν έχουν να κάνουν σε τίποτα με τον φιλελευθερισμό. Να εννοείτε, λοιπόν, κύριε Υπουργέ, το πόλεμο στα καρτέλ, διότι αυτό το οποίο κάνετε, είναι ότι εισάγεται από την πίσω πόρτα η μη επιβολή ποινών, ακόμα και σε υπότροπους, με αυτήν την διάταξη.
Σε αντίστοιχη χαριστική κατεύθυνση, κινείται και η ρύθμιση του άρθρου 25, παρ. 3 για τα μέλη ένωσης επιχειρήσεων, που δηλώνουν ότι δεν ήξεραν για την παράβαση, κάτι που έρχεται σε αντίθεση με την σχετική νομολογία του δικαστηρίου των ευρωπαϊκών κοινοτήτων. Το θέμα είναι σημαντικό και πρέπει η διάταξη αυτή να αποσυρθεί.
Δεύτερον, διευρύνονται οι προθεσμίες που ορίζονται για την έγκριση συγκέντρωσης από την επιτροπή ανταγωνισμού, για την έκδοση αποφάσεων της επιτροπής, 12 – 14 μήνες, ενδεικτική προθεσμία, αντί για 6 μήνες. Εισάγεται αναστολή όλων των σχετικών προθεσμιών, αν οι επιχειρήσεις δεν δίνουν επαρκή πληροφόρηση. Έτσι η επιτροπή θα λειτουργεί πιο αργά, και θα φτάνουμε πολύ πιο αργά, στο τελικό αποτέλεσμα. Αυτή η χαλάρωση των προθεσμιών, κινείται προς λάθος κατεύθυνση.
Τροποποιούνται τα ισχύοντα για τη θητεία των μελών της επιτροπής ανταγωνισμού, καθώς και για τις δεσμεύσεις που έχουν τα μέλη μετά το πέρας της και χαλαρώνουν πάλι, οι ρυθμίσεις. Έτσι ενώ, η θητεία από 3ετής γίνεται 5ετής, με δικαίωμα ανανέωσης – για μένα λάθος, διότι πρέπει να ανανεώνονται τα μέλη της επιτροπής, δεν είναι ανάγκη να μένουν επί μια 10ετία οι ίδιοι άνθρωποι στην ίδια θέση – χαλαρώνετε τα κωλύματα που έχουν στη συνέχεια, καθώς τους επιτρέπετε πολύ πιο γρήγορα, απ’ ότι το ισχύον δίκαιο να ασχοληθούν ξανά με θέματα που είχαν ασχοληθεί στην επιτροπή ή με επιχειρήσεις με τις οποίες είχαν ασχοληθεί ως μέλη της επιτροπής. Εδώ δημιουργείται ένα ζήτημα, το οποίο συνδέεται με τους κανόνες διαφάνειας.
Τέταρτον. Καταργείτε το Γραφείο Εσωτερικού ελέγχου, που είχαμε εισαγάγει το 2009, και το οποίο είχε υπερψηφίσει το ΠΑ.ΣΟ.Κ.. Αντικαθίσταται, δε, με μια σχετικά γενικόλογη διάταξη για τη διαδικασία αξιολόγησης της Επιτροπής Ανταγωνισμού, στο άρθρο 22. Πιστεύω, πως είναι λάθος.
Πέμπτον. Εισάγετε ένα point system, με το οποίο θα βαθμολογούνται οι υποθέσεις για να κριθεί η σειρά προτεραιότητάς τους κατά την εξέταση. Η δυνατότητα της Επιτροπής να εξετάζει υποθέσεις κατά προτεραιότητα, υπάρχει ήδη από τον περσινό νομό, για να δώσουμε βάρος και προτεραιότητα στις Επιτροπές για τις οποίες η κοινή γνώμη έχει ευαισθησία. Τώρα, φέρνετε αυτό το point system, το οποίο είναι μια «προκρούστεια μέθοδος», μια αλυσιτελής μέθοδος, εν πάση περιπτώσει, για να αντιμετωπιστεί το ζήτημα. Νομίζω, ότι με κανόνες κοινής λογικής, και αν εμπιστευόμαστε την Ανεξάρτητη Αρχή, μπορούμε να την αφήσουμε, και να εξετάζει τις υποθέσεις για τις οποίες η κοινή γνώμη έχει ευαισθησία.
Έκτον. Περιορίζεται σε μεγάλο βαθμό η δυνατότητα της Επιτροπής να ελέγχει τη λειτουργία της αγοράς χαρτογραφώντας προληπτικά τις δυσλειτουργίες με την κατάργηση του πρώην άρθρου 4(α) σε περιπτώσεις συγκεντρώσεων. Δηλαδή, για να γίνει αντιληπτό σ΄ όλους: Όταν έχουμε περιπτώσεις συγκεντρώσεων, προβλέπει το ισχύον δίκαιο, ότι οι επιχειρήσεις στέλνουν μια απλή γνωστοποίηση στην Επιτροπή, πράγμα για το οποίο υπάρχει η εντύπωση ότι είναι γραφειοκρατικό. Πράγματι, το γνωρίζω, στις περισσότερες χώρες της Ε.Ε. αυτό δεν ισχύει. Και υποθέτω ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η τρόικα, σας είπαν να το καταργήσετε, γιατί το βλέπω να επαναλαμβάνεται από το μνημόνιο του Μαΐου, και σε όλα τα υπόλοιπα τροποποιημένα κείμενα. Όμως, εδώ, υπάρχει ζήτημα ελλείψεως υποδομής στην Επιτροπή. Και η γνωστοποίηση αυτή, απλώς βοηθάει την Επιτροπή Ανταγωνισμού να κάνει καλύτερα τη δουλειά της. Νομίζω, λοιπόν, ότι είναι λάθος ότι προχωρείτε προς αυτήν την κατεύθυνση, πολύ περισσότερο που άλλες γραφειοκρατικές ρυθμίσεις επί του συγκεκριμένου ζητήματος, καταργήθηκαν με τον περσινό νόμο, και δεν έχουμε το γραφειοκρατικό βάρος που πράγματι, δημιουργείτο στην Επιτροπή, με την συγκέντρωση αχρήστων εγγράφων.
Τέλος, μεταφέρετε το 80% του συσσωρευμένου πλεονάσματος της Επιτροπής Ανταγωνισμού, ως έσοδο στον κρατικό προϋπολογισμό. Οι ανεξάρτητες αρχές, και πάντως οι Επιτροπές Ανταγωνισμού στα άλλα κράτη- μέλη της Ε.Ε., έχουν μια ευελιξία και μια διαχείριση των οικονομικών τους, και εδώ νομίζω πάτε παραπέρα απ΄ό΄τι θα οφείλατε να κάνετε.
Συνοψίζοντας, πέρσι οι συνάδελφοι του ΠΑ.ΣΟ.Κ., μας κατηγορούσαν ότι το νομοσχέδιο που είχαμε καταθέσει ήταν κατώτερο των περιστάσεων. Έλεγαν τότε, ότι θα έπρεπε να έρθει ένα νομοσχέδιο που να αντιμετωπίζει «σφαιρικά» τον ανταγωνισμό. Έρχεται ένα νομοσχέδιο που τροποποιεί μερικώς το νόμο της Ν.Δ. –τον ατελή, κατά την άποψή σας, νόμο της Ν.Δ.- και μάλιστα προς λάθος κατεύθυνση. Μας κατηγορούσαν για παρεμβατισμό. Ότι, δηλαδή, ο Υπουργός παρενέβαινε υπερβολικά στην Επιτροπή ανταγωνισμού, και τώρα η κυβέρνηση φτάνει στο αντίθετο άκρο. Μας κατηγορούσατε, ότι αφήνουμε δήθεν, τα καρτέλ να λειτουργούν ανεξέλεγκτα, ενώ τώρα εσείς επιχειρήσετε μέχρι και να μην τους επιβληθεί καμία απολύτως ποινή. Και παραμένει το άρθρο 25, στο οποίο αναφέρθηκα προηγουμένως, το οποίο οφείλετε, κύριε Υπουργέ, να το αποσύρετε. Μας κατηγορούσατε για τη λειτουργία της αγοράς, και ειδικότερα της αγοράς των καυσίμων -έψαξα να βρω τα πρακτικά- όταν τότε ήμασταν η ένατη φθηνότερη χώρα στην Ε.Ε., και τώρα που είμαστε οι δεύτεροι ή οι πρώτοι στην Ευρώπη, διερωτώμαι, τι λέτε;
Εν πάση περιπτώσει, αντιλαμβάνεστε μετά από όλες αυτές τις παρατηρήσεις, ότι δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε άλλο, από τον να καταψηφίσουμε αυτό το νομοσχέδιο. Είναι ένα νομοσχέδιο, με το οποίο απλά και μόνο επιχειρεί η κυβέρνηση να παρουσιάσει ότι κάνει μια μεγάλη τομή, στην πραγματικότητα είναι μία ακόμα επικοινωνιακή άσκηση. Μόλις αφαιρέσουμε το περιτύλιγμα των παλαιών διατάξεων, αυτό που μένει είναι η μικροκομματική προσπάθεια της κυβέρνησης να αλλάξει μερικώς, έστω, τη σύνθεση της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Φαίνεται, επίσης, η επικράτηση ορισμένων ιδεών- μείωση προστίμων, διεύρυνση προθεσμιών, γραφειοκρατικές διαδικασίες κ.λπ.- που κάθε άλλο παρά συντελούν στην καλύτερη λειτουργία της Επιτροπής, αλλά και στον έλεγχο των καρτέλ.
Το μελάνι το οποίο έχει χυθεί από την πλευρά της κυβέρνησης για αυτό το νομοσχέδιο, για να μας πείσει για την σπουδαιότητά του και τη χρησιμότητά του, είναι δυσανάλογο σε σχέση με το τελικό αποτέλεσμα.