“Το κλίμα είναι πιο βαρύ παρά ποτέ. Όλοι χρειάζεται να αντιμετωπίσουμε την κατάσταση με πατριωτική ευθύνη και το πολιτικό σύστημα να ξεπεράσει τον εαυτό του. Πρέπει να ακούσουμε τον κόσμο που διαμαρτύρεται, αλλά και να έχουμε το θάρρος να πούμε χωρίς λαϊκισμό στους πολίτες τι πραγματικά νομίζει ο καθένας από μας.”
Ομιλία του Κωστή Χατζηδάκη σε εκδήλωση της ΚΑΝΤΟΡ με θέμα
«Κρίση Χρέους και Διέξοδοι»
6 Ιουνίου 2011
Ζούμε δραματικές στιγμές. Η οικονομική κρίση που αντιμετωπίζει η χώρα μας είναι η χειρότερη μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πώς φτάσαμε ως εδώ; Έχουν ήδη ειπωθεί πάρα πολλά για το πώς φτάσαμε ως εδώ. Φθάσαμε γιατί σε αυτή την κατάσταση μας έφεραν – μεταξύ άλλων – ο λαϊκισμός, ο κρατισμός, ο φόβος του πολιτικού κόστους και βεβαίως οι λανθασμένοι χειρισμοί την ώρα της κρίσης.
Ο λαϊκισμός οδήγησε τη χώρα να ζει πάνω από τις δυνάμεις της και οδήγησε σε αντιλήψεις και συμπεριφορές οι οποίες δεν νοιάζονταν και δεν αποσκοπούσαν στις επόμενες γενιές και το συμφέρον τους, αλλά στις επόμενες εκλογές. Ο κρατισμός ήθελε επενδύσεις χωρίς επενδυτές, εργαζόμενους χωρίς επιχειρηματίες και ανάπτυξη χωρίς ανταγωνιστικότητα.
Τα τελευταία 35 χρόνια, ανεξάρτητα από τις κυβερνήσεις που κυβερνούσαν, είχαν επικρατήσει αντιλήψεις που ενοχοποίησαν την ιδιωτική πρωτοβουλία, θεοποίησαν τον κρατισμό, δημιούργησαν το υπόστρωμα για τη διαμόρφωση μιας πλαστής ευημερίας στηριγμένης σε ξύλινα πόδια, σε δανεικά.
Αυτή η λογική ξεκίνησε με το ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του 1980 που ήταν ο πρωτομάστορας αυτής της λογικής. Η Αριστερά πλειοδότησε σ’ αυτές τις αντιλήψεις και η Νέα Δημοκρατία, αν και προσπάθησε να αντισταθεί, δεν το έκανε επαρκώς.
Θελήσαμε να γίνουμε Ευρώπη, χωρίς ευρωπαϊκές λογικές.
Αυτός ο λαϊκισμός, συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό στη σημερινή κατάσταση. Ένας λαϊκισμός που τον βιώνουμε όλοι μας.
Τον βίωσα κι εγώ με την Ολυμπιακή, όταν σύσσωμη η αντιπολίτευση προσπαθούσαν να κάνουν τη νύχτα μέρα, ισχυριζόμενοι ότι δήθεν η Ολυμπιακή είναι κερδοφόρα.
Ευτυχώς, φυσικά, που επιμείναμε, γιατί αν είχαμε κρατήσει και την Ολυμπιακή, το 2010 και το 2011 θα είχαμε πληρώσει ακόμα σχεδόν ένα δισεκατομμύριο ευρώ μόνο γι’ αυτή τη ζημιογόνα εταιρεία!
Τον βίωσα επίσης, όταν η Αντιπολίτευση με κατηγορούσε ως ανάλγητο και νεοφιλελεύθερο όταν παρουσίασα το πρόγραμμα εξυγίανσης του ΟΣΕ, το καλοκαίρι του 2008. Ένα πρόγραμμα που επεδίωκε απλώς να βάλει τέλος σε φαινόμενα ακραίας σπατάλης και παράλογης πολιτικής πρακτικής. Πρόγραμμα που ανεστάλη, για να ξεκινήσει, ελαφρώς παραλλαγμένο, ένα χρόνο αργότερα.
Όμως σημασία δεν έχει να μιλάμε πια για το παρελθόν αλλά για το πώς θα έχουμε μέλλον.
Κατά καιρούς έχουν ειπωθεί πάρα πολλά για το πώς η Ελλάδα θα φύγει από τη δύσκολή – οδυνηρή θα έλεγα- κατάσταση στην οποία βρίσκεται.
Ένα είναι σίγουρο: Μαγικές συνταγές δεν υπάρχουν. Και χωρίς επιδέξιους χειρισμούς η κατάσταση θα γίνει ακόμη δυσκολότερη.
Χρειάζεται λοιπόν άμεση δράση και αποτελεσματικά μέτρα προς δύο κατευθύνσεις: Δημοσιονομική εξυγίανση και αναπτυξιακή επανάσταση!
Ουσιαστική δημοσιονομική προσαρμογή για να περιοριστούν τα ελλείμματα. Και αυτό μπορεί να γίνει με τον περιορισμό της κρατικής σπατάλης και την ουσιαστική πάταξη της φοροδιαφυγής. Χρειαζόμαστε όμως, και ανάπτυξη, έτσι ώστε όχι μόνο να πάρει μπροστά η οικονομία, αλλά, με την αύξηση του εθνικού εισοδήματος, να περιοριστεί και το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ. Σήμερα δεν συμβαίνει ούτε το ένα ούτε το άλλο. Το 2011, με βάση τα αποτελέσματα του πρώτου τετραμήνου, το έλλειμμα μπορεί να είναι μεγαλύτερο από αυτό του 2010. Η δε ύφεση – μέχρι τώρα – είναι μεγαλύτερη από τις προβλέψεις τις Κυβέρνησης. Με την ίδια πολιτική δεν πρόκειται να ελεγχθεί το χρέος που γιγαντώνεται και απαιτεί δραστικά μέτρα για να τεθεί υπό κάποιο έλεγχο.
Λόγω των λανθασμένων χειρισμών της κυβέρνησης τους τελευταίους δεκαπέντε μήνες, η Ελλάδα μπήκε στο στόμα του λύκου. Έγινε το επίκεντρο της προσοχής των διεθνών αγορών και των μέσων ενημέρωσης και δίνει πλέον την εντύπωση μιας πλήρως κατεστραμμένης και διεφθαρμένης χώρας. Μιας χώρας που δείχνει να έχει πολύ μεγαλύτερα προβλήματα από τα ήδη μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο επενδυτικός νόμος που είχε απογοητευτικά αποτελέσματα. Το ενδιαφέρον που εκδηλώθηκε από τους υποψήφιους επενδυτές ήταν λιγότερο και από ελάχιστο! Μόνο 142 επενδυτικά σχέδια υποβλήθηκαν σε όλη την Ελλάδα. Ακόμα κι αν εγκριθούν όλες οι αιτήσεις, το ποσό για το συγκεκριμένο εξάμηνο θα είναι 12 φορές μικρότερο από τους υπολογισμούς της κυβέρνησης! Το κράτος δίνει λεφτά αλλά δεν υπάρχει ενδιαφέρον από τους ιδιώτες καθώς το γενικό κλίμα στην πολιτική και την οικονομία είναι χειρότερο παρά ποτέ.
Τα πράγματα λοιπόν είναι ακόμη χειρότερα από όσο ορισμένοι νόμιζαν. Και επομένως πρέπει να συνειδητοποιήσουμε πρώτα απ’ όλα πόσο κρίσιμη είναι η κατάσταση. Να αντιληφθούμε ότι η εθνική συστράτευση είναι περισσότερο από αναγκαία. Και να υιοθετήσουμε μέτρα οικονομικής σωτηρίας για τα οποία θα υπάρχουν – και αυτό είναι ίσως το πιο βασικό- εγγυήσεις αποτελεσματικής εφαρμογής.
Μέχρι τώρα γίνεται συζήτηση για το μείγμα της ακολουθητέας πολιτικής. Πράγματι υπάρχουν ουσιαστικές ενστάσεις για αυτό το μείγμα. Ωστόσο, τα μέτρα που θα βοηθούσαν στην έξοδο από την κρίση έχουν ήδη προταθεί.
Δεν έχω να προσθέσω σήμερα κάτι καινούργιο. Ορισμένα από αυτά τα υιοθετεί, τουλάχιστον θεωρητικώς, και η κυβέρνηση. Το πρόβλημα είναι ότι δεν τα εφαρμόζει
Για παράδειγμα η πάταξη της φοροδιαφυγής είναι ο μόνος τρόπος να αυξηθούν τα έσοδα. Η κυβέρνηση όμως παρά τις εξαγγελίες της δεν έχει καταφέρει να έχει ουσιαστικά αποτελέσματα.
Ακόμη περισσότερο οι συγχωνεύσεις φορέων που η ίδια η κυβέρνηση ανακοίνωσε. Το όφελος από το πρώτο νόμο της κυβέρνησης για το θέμα αυτό είναι 10 εκ ευρώ – σταγόνα στον ωκεανό μπροστά στα τόσα δισεκ. που χρωστάει η χώρα. Ενώ οι νέες συγχωνεύσεις προγραμματίζονται για τον Οκτώβριο αφήνοντας κι άλλο πολύτιμο χρόνο να πάει χαμένος.
Έχει τονιστεί επίσης, η ανάγκη να προχωρήσουμε την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας και τις αποκρατικοποιήσεις. Η κυβέρνηση όμως δεν κάνει τίποτα προς αυτή την κατεύθυνση. Οι προσπάθειες αποκρατικοποίησης που είχαν γίνει επί Νέας Δημοκρατίας σταμάτησαν (ΔΕΠΑ, ΛΑΡΚΟ, ΕΥΑΘ, ΑΛΥΚΕΣ, ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΑ ΑΚΙΝΗΤΑ), καινούριες εξαγγέλθηκαν, αλλά καμιά δε φαίνεται ακόμα στον ορίζοντα. Η κυβερνητική σύγχυση για το θέμα, με συνεχείς αναθεωρήσεις των σχεδιασμών και προβλέψεων, είναι απερίγραπτη. Εν τω μεταξύ το 2010 ήταν η πρώτη χρονιά, μετά από πολλά χρόνια, με μηδενικά έσοδα για το δημόσιο από αποκρατικοποιήσεις.
Οι συμβάσεις παραχώρησης και τα έργα ΣΔΙΤ θα μπορούσαν να δώσουν αναπτυξιακή πνοή στην αγορά, χωρίς να χρειάζεται χρησιμοποίηση σημαντικών κεφαλαίων του δημοσίου. Η κυβέρνηση όμως τις έχει αφήσει, όπως και τις αποκρατικοποιήσεις, στους ώμους ενός ειδικού γραμματέα, ο οποίος φαντάζομαι θα προσπαθεί να κάνει κάτι, πάντως όχι με εντυπωσιακά αποτελέσματα.
Κοινά αποδεκτές είναι και οι προτάσεις για άμεση αξιοποίηση της γνώσης και της καινοτομίας. Να δημιουργήσουμε, δηλαδή, τις κατάλληλες προϋποθέσεις για την ανάπτυξη της καινοτομίας ακολουθώντας τη στρατηγική «Ευρώπη 2020» που δίνει έμφαση κυρίως στην καινοτομία για μια «έξυπνη ανάπτυξη». Άλλες ευρωπαϊκές χώρες έχουν χρησιμοποιήσει την καινοτομία ως μοχλό ανάπτυξης. Για παράδειγμα στη Νορβηγία εταιρείες που επενδύουν σε συγκεκριμένους τομείς, οι οποίοι έχουν προεπιλεγεί από την κυβέρνηση για ανάπτυξη καινοτομίας απολαμβάνουν έκπτωση φόρου μέχρι και 20%. Ενώ στη Γερμανία και στη Φινλανδία υπάρχουν κρατικοί οργανισμοί που λειτουργούν ως μεσάζοντες, οι λεγόμενοι «project carriers» ανάμεσα στην επιχείρηση που έχει ανάγκη ένα ερευνητικό πρόγραμμα για να αυξήσει την ανταγωνιστικότητά της και στα ερευνητικά κέντρα ή τα πανεπιστήμια. Τίποτα όμως δεν δείχνει ότι η κυβέρνηση μπορεί να είναι αποτελεσματική και σε αυτόν το τομέα.
Έχει επανειλημμένως υποστηριχθεί ότι πρέπει να εκμεταλλευτούμε τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας μας όπως, για παράδειγμα, με ένα πρόγραμμα θερινής κατοικίας. Με την υιοθέτηση του κατάλληλου πλέγματος μέτρων για τη γη και τα ακίνητα, θα μπορούσε να αναπτυχθεί ένα μεγάλο πρόγραμμα θερινής κατοικίας, που θα είχε μεγαλύτερο ενδιαφέρον για άτομα τρίτης ηλικίας. Είναι κάτι που ήδη έχει εφαρμοστεί με επιτυχία σε άλλες μεσογειακές χώρες, με αποτέλεσμα να τονωθεί η οικονομική δραστηριότητα και να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας, τόσο στον τουρισμό, όσο και στον κατασκευαστικό κλάδο. Και εδώ ακούμε σκέψεις χωρίς καμία πράξη μέχρι στιγμής.
Στην ανάπτυξη θα μπορούσε να συντελέσει ουσιαστικά και μια σειρά δράσεων, όπως η πραγματική απλούστευση των αδειοδοτήσεων. Όχι όμως με μισές δουλειές, όπως έκανε η κυβέρνηση. Η κυβέρνηση έφερε ένα νόμο προς ψήφιση στην Βουλή χωρίς να περιλαμβάνει τις δράσεις του Υπουργείου Περιβάλλοντος και εξαιρώντας την περιοχής της Αττικής, ένα σημαντικό τμήμα της ελληνικής επικράτειας. Ας μην ξεχνάμε ότι στο Νομό Αττικής είναι συγκεντρωμένο ένα μεγάλο τμήμα της εμπορικής και γενικότερα οικονομικής δραστηριότητας. Για άλλη μια φορά, λοιπόν, η κυβέρνηση έδειξε ότι είναι κατώτερη των περιστάσεων.
Αυτό που φαίνεται την κρίσιμη αυτή στιγμή είναι ότι έχουμε σημαντικό έλλειμμα διακυβέρνησης και αποτελεσματικότητας. Η Ελλάδα για να βγει από την κρίση δεν χρειάζεται ανακοινώσεις μέτρων που δεν εφαρμόζονται αποτελεσματικά. Θέλει προσοχή! Ένα μέτριο πρόγραμμα που εφαρμόζεται έχει καλύτερα αποτελέσματα από ένα τέλειο πρόγραμμα που δεν εφαρμόζεται. Χρειαζόμαστε λοιπόν έργα, όχι λόγια! Χρειαζόμαστε Κυβέρνηση που να κυβερνά. Λυπούμαι να πω ότι η σημερινή Κυβέρνηση δείχνει σχεδόν λιπόθυμη.
Το κλίμα είναι πιο βαρύ παρά ποτέ. Όλοι χρειάζεται να αντιμετωπίσουμε την κατάσταση με πατριωτική ευθύνη και το πολιτικό σύστημα να ξεπεράσει τον εαυτό του. Πρέπει να ακούσουμε τον κόσμο που διαμαρτύρεται, αλλά και να έχουμε το θάρρος να πούμε χωρίς λαϊκισμό στους πολίτες τι πραγματικά νομίζει ο καθένας από μας. Τι πιστεύουμε εμείς ότι γίνεται και τι δεν μπορεί να γίνει. Διότι, όσο λάθος είναι ένα πολιτικό σύστημα να κλείνεται μέσα σε ένα γυάλινο πύργο, άλλο τόσο λάθος είναι η κολακεία, που την πληρώσαμε πάρα πολύ ως Ελλάδα σε διάφορες ιστορικές στιγμές. Και την πληρώσαμε και στην τελευταία κρίση που βιώνουμε, γιατί νοιαστήκαμε περισσότερο απ’ όσο θα έπρεπε για τις επόμενες εκλογές και όχι για τις επόμενες γενιές.
Είμαστε απέναντι στην ιστορία, τη συνείδησή μας και την πατρίδα μας. Στην ιστορία, για να επιχειρήσουμε να δείξουμε ότι δεν είμαστε άβουλοι, δειλοί και μοιραίοι. Στη συνείδησή μας για να πείσουμε ότι δεν τη χάσαμε. Και στην πατρίδα μας για να προσπαθήσουμε να τη σώσουμε. Χρειαζόμαστε υπευθυνότητα, σοβαρότητα και εθνική ενότητα. Ο χρόνος λειτουργεί εις βάρος της Ελλάδας. Ας ελπίσουμε ότι θα ξεπεράσουμε τους εαυτούς μας, και θα προλάβουμε!