Μετά την εισήγηση της Γενικής Εισαγγελέως του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, το ενδεχόμενο κατάργησης όλων των φόρων υπέρ τρίτων στην Ελλάδα φαντάζει πλέον βεβαιότητα. Τι σημαίνει αυτό για το Ελληνικό ασφαλιστικό σύστημα; Πόσο μεγάλη “ζημιά” εκτιμάτε ότι θα προκαλέσει στα “ωφελούμενα ταμεία”;
Οι λεγόμενοι και “φόροι υπέρ τρίτων” είναι ένα ακόμη παράδειγμα του τρόπου που λειτουργεί το Ελληνικό κράτος εν έτει 2001. Όχι μόνο υπάρχουν χιλιάδες τέτοιες επιβαρύνσεις οι οποίες έχουν επιπτώσεις στο κόστος ζωής και στον πληθωρισμό, πλήττουν τον ανταγωνισμό και θέτουν εμπόδια στην ελεύθερη διακίνηση υπηρεσιών και εργαζομένων σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, αλλά η κυβέρνηση, κατά ομολογία των ιδίων των αρμοδίων υπουργών, αγνοεί τις οικονομικές επιδράσεις, την συνολική επιβάρυνση ή ακόμη και τον ακριβή αριθμό των φόρων αυτών! Δεν είναι συνεπώς δυνατό να αξιολογήσουμε την ακριβή ζημιά που θα προκληθεί στα ταμεία: Αν όμως προσθέσετε την έλλειψη των πόρων αυτών στην απουσία του “κρατικού οβολού” από το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, το γεγονός δηλαδή ότι παρά την υποχρέωση του λεγομένου Νόμου Σιούφα του 1992 για συμμετοχή του κράτους κατά το 1/3 στα έσοδα της κοινωνικής ασφάλισης, η συμμετοχή στο τρέχον έτος ανέρχεται μόλις στο 4,06% του συνόλου, καταλαβαίνετε ότι πλέον η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο. Η κυβέρνηση από το 1995 και μετά άφησε τις εξελίξεις στο ασφαλιστικό περίπου ανεξέλεγκτες. Δεν εκμεταλλεύτηκε τις αλλαγές που έκανε η Νέα Δημοκρατίας και που έθεταν τις προϋποθέσεις για συγχωνεύσεις ταμείων, μητρώο ασφαλισμένου, αξιοποίηση της περιουσίας των ταμείων και ούτω καθεξής. Μέσα στα πλαίσια της γενικότερης αδράνειας ήταν φυσικό να προκύψει και το πρόβλημα με τους φόρους υπέρ τρίτων.
Ποιες επιπτώσεις πιστεύετε ότι μπορεί να έχει αυτή η εξέλιξη στον διάλογο για το ασφαλιστικό; Αναμένετε αντιδράσεις από τους μέχρι σήμερα ευεργετούμενους και αυριανούς πληττόμενους;
Η εισήγηση στην οποία αναφέρεστε, εφόσον βέβαια συμφωνήσει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, φοβούμαι ότι δίνει άλλη μια βολή, ίσως και την χαριστική, σε ένα ασφαλιστική σύστημα που ήδη χαροπαλεύει. Και βέβαια, δεν ευθύνεται η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, για το δημογραφικό πρόβλημα, την αύξηση της βιωσιμότητας, την γήρανση του ασφαλιστικού πληθυσμού ή για την αύξηση του κόστους της ιατρικοφαρμακευτικής περίθαλψης, που έχουν φέρει τους ασφαλιστικούς μας φορείς σε δυσχέρεια. Ευθύνεται όμως η κυβέρνηση και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός προσωπικά για την ελαφρότητα και την αναβλητικότητα που αντιμετώπισαν το ασφαλιστικό από το 1994 και μετά. Για τις αδυναμίες επιτελικού συντονισμού, την εισφοροδιαφυγή και την εισφοροαποφυγή, την καθυστέρηση πληρωμής των εισφορών, την πλημμελή αξιοποίηση της περιουσίας των φορέων, τον πολυκερματισμό του ασφαλιστικού συστήματος, την μη αξιοποίηση των νόμων της Νέας Δημοκρατίας. Την αναβλητικότητα της κυβέρνησης των ζούμε εδώ και χρόνια. Να σας θυμίσω μόνο την περιώνυμη “Έκθεση Σπράου” που η κυβέρνηση είχε παραγγείλει το 1997, μόνο και μόνο για να την αποκηρύξει λίγο αργότερα. Όλοι συμφωνούμε ότι οι αλλαγές στο ασφαλιστικό σύστημα πρέπει να γίνουν σταδιακά και ιδιαίτερη προσοχή, εγώ δε θα πρόσθετα ότι δεν πρέπει μόνο να στοχεύουμε στην βιωσιμότητα του ασφαλιστικού μας συστήματος αλλά και στην δικαιότερη και αποτελεσματικότερη λειτουργία του, αλλά “ήμουνα νιός και γέρασα” που λένε και στην Κρήτη. Όλοι πρέπει να καταλάβουμε, και πρώτη από όλους η ίδια η κυβέρνηση, ότι δεν έχουμε τις πολυτέλειες του παρελθόντος. Ήχησε άλλο ένα καμπανάκι από την Ευρώπη και δεν μπορούμε να το αγνοήσουμε.
Θεωρείται πιθανό το ενδεχόμενο, όπως έγινε και σε άλλες περιπτώσεις, η Ελλάδα να “καθυστερήσει” (και επί πόσο;) την συμμόρφωση στις αποφάσεις του ΕΔ, έστω και με αντίτιμο τη μακροχρόνια καταβολή προστίμου;
Που να ξέρω. Ρωτήστε τους αρμοδίους υπουργούς. Αλλά δεν νομίζω ότι ξέρουν και αυτοί οι ίδιοι. Γιατί και στις πρόσφατες ρυθμίσεις που ανακοινώθηκαν από τον κ. Γιαννίτση, από αλλού ξεκίνησαν, για αλλού συνέχισαν και τώρα δεν ξέρουν που πάνε. Προφανώς όμως δεν είναι λύση η μη συμμόρφωση στις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.
Ο σχεδιασμός της κυβέρνησης, όπως διαβάζουμε είναι κάποιοι από αυτούς τους φόρους να αντικατασταθούν με άμεση φορολογία. Τι αλλαγές στη σημερινή φορολογική ισορροπία μπορεί να επιφέρει μια τέτοια τροποποίηση;
Δεν θα ήθελα να προκαταλάβω κανέναν, άλλωστε η αντιπολίτευση δεν πρέπει να είναι αυτοσκοπός. Θα πρέπει να περιμένουμε τη δημοσιοποίηση του νομοσχεδίου της φορολογικής μεταρρύθμισης που προετοιμάζει η κυβέρνηση για το 2002 και τότε να κρίνουμε τα μέτρα στο σύνολο τους. Θα ήθελα όμως να πω, σαν γενικό σχόλιο, ότι πολλές φορές όταν χαράσσει κανείς πολιτική οι νέοι φόροι είναι πολύ απλά η εύκολη λύση. Σε αρκετές δε περιπτώσεις, έχει αποδειχθεί σε δημοσιοοικονομικό επίπεδο ότι, οι νέοι φόροι κάνουνε περισσότερο κακό παρά καλό. Πάρτε για παράδειγμα την Ιρλανδία, παράδειγμα προς αποφυγή σύμφωνα με τα λεγόμενα του Πρωθυπουργού αλλά παράδειγμα προς μίμηση σύμφωνα με τις εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μία άλλη μικρή χώρα που αντιμετώπιζε παρόμοια προβλήματα με εμάς, η οποία έχοντας κόψει την φορολογία εισοδήματος περίπου στο μισό έδωσε κίνητρα στους επενδυτές και κατάφερε να πραγματοποιήσει το οικονομικό θαύμα ανεβαίνοντας 41 μονάδες έναντι του κοινοτικού μέσου όρου από το 1986 και μετά. Αντίθετα, εμείς στην ίδια χρονική περίοδο ανεβήκαμε μόλις 8 μονάδες.
Η απόφαση της κυβέρνησης να “κάνει πίσω” στις πρώτες σκέψεις της για το ασφαλιστικό όπως και η υιοθέτηση, σε πολιτικό επίπεδο, φρασεολογίας της δεκαετίας του ’80 σας κάνει να φοβάστε ότι, αναλογιζόμενοι το πολιτικό κόστος, ο κ. Σημίτης και οι αρμόδιοι υπουργοί, θα δώσουν λύσεις που δεν θα εξασφαλίζουν την βιωσιμότητα του ασφαλιστικού μας συστήματος;
Η κυβέρνηση δυστυχώς βρίσκεται σε απόλυτη σύγχυση όσο αφορά την ουσία. Ταυτόχρονα, οφείλω να πω ότι απογοητεύτηκα όταν ο κ. Σημίτης προ ημερών στην βουλή επέλεξε να μιμηθεί το ΠΑΣΟΚ του 1981-1989. Φοβούμαι ότι αυτή η στροφή του ΠΑΣΟΚ, δεν σηματοδοτεί τίποτε καλό για την ποιότητα του πολιτικού διαλόγου στην Ελλάδα. Ο κ. Σημίτης απευθύνεται σε φοβικά σύνδρομα που ανήκουν στο παρελθόν. Λειτουργεί με βάση διαχωριστικές γραμμές που δεν υπάρχουν πια. Ζούμε σε μια άλλη, νέα, εποχή. Υπάρχουν πραγματικά προβλήματα που απαιτούν πραγματικές λύσεις. Το ασφαλιστικό είναι ένα από αυτά. Πρέπει να αρχίσουμε να αντιμετωπίζουμε το ζήτημα, όπως γίνεται σε ολοένα και περισσότερες χώρες, σε νέα βάση. Σκεπτόμενοι το μέλλον και όχι το παρελθόν. Τεχνικά αυτό σημαίνει ότι πρέπει να αρχίσουμε να ενισχύουμε τα στοιχεία της κεφαλοποίησης στο παρόν σύστημα. Σαφώς δεν είναι εύκολο να περάσουμε από το ένα σύστημα στο άλλο, ούτε και μπορούμε με βάση τα κοινωνικά δεδομένα να στηριχθούμε αποκλειστικά στο κεφαλοποιητικό σύστημα. Χρειάζεται, όμώς, να έχουμε υπόψη μας ότι τελικά θα πρέπει να διαμορφωθεί ένα τριαξονικό σύστημα, στηριζόμενοι σε: Πρώτον, ένα υποχρεωτικό δημόσιο πρόγραμμα συνταξιοδότησης διανεμητικού χαρακτήρα υπέρ των οικονομικά ασθενέστερων, το οποίο θα καταλήγει σε μια εθνική σύνταξη. Δεύτερον, σε συνταξιοδοτικά προγράμματα κεφαλοποιητικού χαρακτήρα, με βάση συμφωνίες ανάμεσα στους εργαζομένους και στους εργοδότες, έτσι ώστε κάθε πολίτης να μπορεί σε έναν βαθμό να διαμορφώνει το ύψος της συντάξεως που επιθυμεί. Και τρίτον, επικουρική ιδιωτική ασφάλιση σε όσους το θέλουν, έτσι ώστε ο ασφαλισμένος εάν το επιθυμεί να συμπληρώνει και με αυτόν τον τρόπο τον ατομικό του λογαριασμό. Τα πραγματικά προβλήματα απαιτούν πραγματικές λύσεις κ. Τσώχο και όχι πισωγυρίσματα.
Πως σχολιάζετε τα τελευταία γκάλοπ που φέρνουν τη ΝΔ να προηγείται του ΠΑΣΟΚ;
Τα αποτελέσματα των τελευταίων δημοσκοπήσεων είναι πράγματι πολύ θετικά για τη ΝΔ. Αυτό ήταν άλλωστε αναμενόμενο, το κλίμα στην κοινωνία είναι εμφανές εδώ και καιρό. Τα αποτελέσματα είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά για έναν πολύ συγκεκριμένο λόγο. Είναι η πρώτη φορά που η ΝΔ προηγείται του ΠΑΣΟΚ σε όλα τα ποσοτικά αλλά και σε όλα τα ποιοτικά στοιχεία της μέτρησης. Είτε μιλάμε σε επίπεδο παράστασης νίκης, είτε σε επίπεδο δημοτικότητας πολιτικών ηγετών, είτε σε επίπεδο των επιμέρους τομέων άσκησης πολιτικής η Νέα Δημοκρατία είναι μπροστά από το ΠΑΣΟΚ. Αυτά όμως δεν αρκούν. Η καλύτερη δημοσκόπηση γίνεται πάντοτε την μέρα των εκλογών και οι εκλογές απέχουν. Έχουμε ακόμη πολύ δρόμο μπροστά μας. Πρέπει να συνεχίσουμε να δουλεύουμε στις ιδέες μας, στις θέσεις μας, στο πρόγραμμα μας. Να βελτιωνόμαστε. Ο εχθρός του καλού είναι πάντα το καλύτερο.