Παρουσιάσθηκε σήμερα στο Γραφείο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Αθήνα η μελέτη του ευρωβουλευτή της Νέας Δημοκρατίας Κωστή Χατζηδάκη «Τα μεγάλα δημόσια έργα του ΚΠΣ – μια ευρωπαϊκή ματιά με νέα στοιχεία και προτάσεις». Την μελέτη σχολίασαν ο καθηγητής του ΕΜΠ κ. Δ. Τσαμπούλας, ο συγκοινωνιολόγος κ. Γ. Γιαννής Λέκτορας του ΕΜΠ και ο κ. Γ. Παπαδόπουλος Μέλος της Διοικούσας Επιτροπής του ΤΕΕ.
Στην 120 σελίδων μελέτη, η οποία στηρίζεται σε συγκεκριμένα στοιχεία επιστημονικών πηγών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αλλά και της ίδιας της κυβέρνησης, επιχειρείται μια ψύχραιμη αποτίμηση των μεγάλων δημοσίων έργων του ΚΠΣ με βάση και την ευρωπαϊκή εμπειρία. Μέσα από πίνακες και συγκριτικά στοιχεία επιδιώκεται να δοθεί έμφαση κατά το δυνατό στα όσα μέχρι σήμερα ο δημόσιος διάλογος δεν έχει αναδείξει επαρκώς, αλλά και να ειδωθούν όλα τα έργα από την μεριά του χρήστη. Πόσο ωφέλιμα είναι τελικά για τον μέσο έλληνα. Δεν θα μπορούσε βεβαίως από την μελέτη να μην προκύψει ότι υπάρχει πρόβλημα με τα χρονοδιαγράμματα εκτέλεσης των έργων και τις υπερβάσεις των προϋπολογισμών. Πέρα όμως από αυτό μερικά βασικά συμπεράσματα της μελέτης είναι τα ακόλουθα:
1. Η συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα για την εκτέλεση των δημοσίων έργων στην Ελλάδα παρουσιάζεται ιδιαίτερα προβληματική. Αναφέρεται χαρακτηριστικά στη μελέτη ότι ενώ ο Χαρίλαος Τρικούπης κατασκεύασε την διώρυγα της Κορίνθου με την μέθοδο της αυτοχρηματοδότησης τον 19ο αιώνα, στον 21ο η μέθοδος αυτή βρίσκεται αντιμέτωπη με σοβαρά προβλήματα και προκαταλήψεις.
2. Τα προβλήματα ενός έργου γίνονται συχνά προβλήματα των υπόλοιπων έργων αλλά και της βιώσιμης ανάπτυξης. Επισημαίνεται π.χ. ότι η έλλειψη κτηματολογίου καθυστερεί τις απαλλοτριώσεις, αλλά και ότι η μεγάλη καθυστέρηση στον σχεδιασμό της Ιόνιας Οδού υπονομεύει σε ένα βαθμό την γέφυρα Ρίου Αντιρρίου.
3. Οι σιδηρόδρομοι είναι το αποπαίδι τόσο των μεταφορών όσο και των δημοσίων έργων. Τονίζεται στη μελέτη ότι δεν είναι μόνο το έργο εκείνο το οποίο ίσως πάσχει περισσότερο από πλευράς κατασκευαστικών προβλημάτων και υπερβάσεων προϋπολογισμού από όλα τα άλλα έργα, αλλά είναι και ο τομέας εκείνος των μεταφορών που παρότι είναι ο πιο φιλικός προς το περιβάλλον είναι καταδικασμένος στην υποβάθμιση και την αγνόηση.
4. Το κυκλοφοριακό πρόβλημα της Αθήνας, παρά τα έργα τα οποία γίνονται, είναι πολύ σοβαρότερο από ότι το φανταζόμαστε. Ιδιαίτερα αν το δούμε σε προοπτική δεκαετίας. Οι πολίτες παρότι σε πρόσφατη δημοσκόπηση δηλώνουν αυξανόμενη ικανοποίηση για τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς τα χρησιμοποιούν ολοένα και λιγότερο. Στη δεκαετία του ’70 το 65% της επιβατικής κίνησης καλυπτόταν από δημόσια μέσα μεταφοράς, ενώ το 2001 μόλις το 31%. Η σημερινή τάση σημαίνει ότι το 2010 το λεκανοπέδιο θα επιβαρυνθεί ακόμη περισσότερο καθότι θα έχει 700.000 επιπλέον αυτοκίνητα. Γι’ αυτό επισημαίνεται ότι χρειάζονται επειγόντως τολμηρές και αποτελεσματικές λύσεις για τις μεγάλες πόλεις και ορισμένες τέτοιες προτείνονται σε αυτή την μελέτη.
5. Καθίσταται προφανές ότι λόγω της πολυπλοκότητας του συστήματος ανάθεσης και εκτέλεσης των δημοσίων έργων αλλά και των μεγάλων συμφερόντων που διακυβεύονται η επιτυχέστερη λύση θα ήταν η υιοθέτηση ενός συστήματος ανάθεσης και εκτέλεσης δημοσίων έργων από μηδενική βάση και με διακομματική συναίνεση. Ανεξάρτητα από αυτό χρειάζεται ένα περισσότερο διαφανές σύστημα μελετών λεπτομέρειες του οποίου προτείνονται στη μελέτη, η υιοθέτηση ενός νέου μαθηματικού τύπου για την ανάθεση των έργων συμβατού με τις επιταγές της Ε.Ε., διεύρυνση του συστήματος ασφάλισης των δημοσίων έργων και ενίσχυση του ΕΣΠΕΛ έτσι ώστε να ελέγχεται αποτελεσματικότερα η ποιότητά τους.
Η μελέτη του κ. Χατζηδάκη διατίθεται σε ηλεκτρονική μορφή στην διεύθυνση www.khatzidakis.gr