Ένα ακόμη βήμα για την πλήρη απελευθέρωση των ταχυδρομικών υπηρεσιών στην Ευρωπαϊκή Ένωση έγινε με την έγκριση σχετικής έκθεσης από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Όπως επισήμανε ο ευρωβουλευτής της Νέας Δημοκρατίας κ. Κωστής Χατζηδάκης με την υιοθέτηση της έκθεσης του Γερμανού ευρωβουλευτή, κ. Φέρμπερ, επιτυγχάνεται ένας σημαντικός συμβιβασμός, ώστε να προωθηθεί η απελευθέρωση της αγοράς σε ευρωπαϊκό επίπεδο, χωρίς να θίγει την παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών προς τις προβληματικές περιοχές της Ένωσης (νησιωτικές, ορεινές, απομακρυσμένες από το κέντρο).
Η έκθεση του κ. Φέρμπερ “πέρασε” και από τη δεύτερη ανάγνωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου το οποίο απέρριψε ορισμένες από τις προτάσεις της Επιτροπής -δεν διασφάλιζαν τη συνέχεια των ταχυδρομικών υπηρεσιών στις προβληματικές περιοχές- και συμφώνησε με τις αλλαγές που επέφερε το Συμβούλιο των Υπουργών. Για τη θέση σε ισχύ της οδηγίας απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου των Υπουργών (διαδικασία συναπόφασης).
Σύμφωνα με τη συμβιβαστική πρόταση που εγκρίθηκε:
α. επιστολές άνω των 100 γραμμαρίων θα μπορούν να διακινούνται από ιδιωτικές ταχυδρομικές εταιρίες (κούριερς) στο εσωτερικό των κρατών μελών. Μέχρι σήμερα το κατώτατο όριο για τη διακίνηση επιστολών και δεμάτων από τις ιδιωτικές εταιρίες ήταν 300 γραμμάρια.
β. επιστολές κάτω των 100 γραμμαρίων θα διακινούνται από τα κρατικά μονοπώλια.
γ. προβλέπεται πλήρης απελευθέρωση του διασυνοριακού ταχυδρομείου με εξαίρεση ορισμένες εξαιρετικές περιπτώσεις που θα αποφασισθούν στο εγγύς μέλλον. (Αναμένεται εξαίρεση της Ελλάδας).
Οι ανωτέρω διατάξεις θα τεθούν σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2003. Παράλληλα, έως το 2006 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα υποβάλλει έκθεση που θα αναφέρεται στην προοπτική πλήρους απελευθέρωσης της αγοράς έως το 2009.
Ο κ. Χατζηδάκης στην ομιλία του, αφού συνεχάρη τον κ. Φέρμπερ για την προσφορά του στο συμβιβασμό, τόνισε μεταξύ άλλων και τα εξής:
“Έπρεπε να συμβιβάσουμε δύο ανάγκες: η μία ήταν η εξασφάλιση της καθολικής υπηρεσίας για νησιωτικές, ορεινές και απομακρυσμένες περιοχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, η άλλη η ανάγκη ύπαρξης ελεύθερης αγοράς, ανταγωνισμού και διασφάλιση της ενιαίας αγοράς με διεύρυνση των επιλογών του καταναλωτή. Νομίζω ότι τελικώς καταφέραμε να συμβιβάσουμε δημιουργικά αυτές τις δύο ανάγκες. Έχουμε ένα καλό αποτέλεσμα και γι’ αυτούς που φοβούνταν ότι η καθολική υπηρεσία θα μπορούσε να πληγεί, αλλά και γι΄ αυτούς που ήθελαν να προωθήσουν την ενιαία αγορά και τη διεύρυνση των επιλογών του καταναλωτή”.