Επιβεβαιώνεται η τάση συνεχούς μείωσης των υπογείων υδάτινων πόρων στην Ελλάδα, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος για το 1999. Την απάντηση αυτή έδωσε ο επίτροπος της Ε.Ε. κ. Μισέλ Μπαρνιέ, σε ερώτηση του ευρωβουλευτή της Νέας Δημοκρατίας και προέδρου της Επιτροπής Περιφερειακής Πολιτικής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κ. Κωστή Χατζηδάκη.
Ο επίτροπός διευκρινίζει ότι προς το παρόν η κοινοτική νομοθεσία στον τομέα των υδάτων καλύπτει μόνο την ποιότητα και όχι την ποσότητά τους, αλλά η κατάσταση μπορεί να αλλάξει μελλοντικά μετά την έγκριση της νέας Οδηγίας-Πλαισίου για τα θέματα αυτά. Ο κ. Μπαρνιέ αναφέρει ότι τα αποτελέσματα του τετάρτου και πέμπτου ερευνητικού προγράμματος-πλαισίου αναδεικνύουν ”την πολύ μεγάλη ευαισθησία των εδαφών και των οικοσυστημάτων στο πρόβλημα της απερήμωσης, επισημαίνουν επίσης τις αρνητικές συνέπειες της υφιστάμενης διαχείρισης των υδάτινων πόρων στην Ελλάδα, καθώς και σε άλλες περιοχές της Μεσογείου και προτείνουν συγκεκριμένα παραδείγματα και συστάσεις για ολοκληρωμένη προσέγγιση των πόρων αυτών”.
Σε δήλωσή του με αφορμή την απάντηση του επιτρόπου, ο κ. Χατζηδάκης υπογράμμισε τους σοβαρούς κινδύνους που απορρέουν από την μείωση των υπόγειων υδάτινων πόρων στη χώρα μας. ”Το 30% και πλέον από το σύνολο της καλλιεργήσιμης γης στη χώρα μας έχει χάσει τη γεωργική της παραγωγικότητα εξαιτίας της διαρκούς μείωσης των υδάτινων πόρων και της ακαταλληλότητας του νερού για άρδευση ή της έλλειψής του. Ιδιαίτερα ανησυχητικό είναι το φαινόμενο αυτό στη Θεσσαλία, αλλά ανάλογα προβλήματα αντιμετωπίζουν και η Αττική, η Βοιωτία, η Φθιώτιδα, η Κορινθία, η Αργολίδα, η Μαγνησία, η Λακωνία και πολλά νησιά του Αιγαίου και του Ιονίου. Και πώς θα μπορούσε να ήταν διαφορετικά τα πράγματα, όταν στην Ελλάδα δεν υπάρχει ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης υδάτινων πόρων ούτε σε τοπικό/περιφερειακό ούτε σε εθνικό επίπεδο;”